Πανέμορφη, αλλά υπολογίστρια και ύπουλη γκόμενα η οποία, κατά τους θερινούς μήνες και πάντα σε θέρετρα διασημοτήτων, συνηθίζει να επιδεικνύει τα σχεδόν ολικώς ορατά κάλλη της σε ύπτια ή πρηνή θέση επί ευρύχωρου, ανακλινόμενου ενοικιαζόμενου καθίσματος. Με την ίδια μίνιμουμ περιβολή (ή και χωρίς αυτήν) εντοπίζεται περιφερόμενη ασκόπως από εξώφυλλου εις εξώφυλλο ποιοτικών περιοδικών (Κίτρο, Λίτρο, Μήτρο !!!, Νίτρο, Φύτρο κλπ).

Εικάζεται, μάλλον αδικαιολογήτως, ότι πρόκειται περί μεθόδευσης που αποσκοπεί στην προσέλκυση κάποιου τυχαίως διερχομένου φραγκάτου, με αδιευκρίνιστες, αλλά μάλλον άσχετες με το ευτραφές βαλάντιο του εν λόγω ατόμου προθέσεις εκ μέρους της οριζοντίου καλλονής.

Οι πεπειραμένες ξαπλώστρες με πλούσιο βιογραφικό συγκαταλέγονται στους βετεράνους του είδους (λατιν. veterus < vetus = παλαιός + anus = πρωκτός). Πρβλ «παλιά πουτάνα», «παλιοπουτάνα», «ξεσκισμένη» (με πιθανή επίδραση του τουρκ. eski = παλαιός). Συνώνυμο: ξεσκωλισμένη.

Ακολούθως παρατίθενται πιθανώς σχετικά κοινωνιογλωσσολογικά στοιχεία :

«Το πουτανάκι ξάπλωσε με μια μεραρχία λεχρίτες μέχρι που την έκανε λαχείο με το κορόιδο τον μαλάκα και τώρα μας το παίζει μεγαλοκυρία», «Της είχανε πει στο Λύκειο πως με τα προσόντα της θα γράψει Ιστορία κι αυτή μπέρδεψε τη γραφίδα με την κωλοτρυπίδα, το αρχίδι με τον Θουκυδίδη και το καυλί με τον Θεμιστοκλή», «Μύκονο και Σαντορίνη / τέτοια πίπα δεν εγίνη», «ανήλθε την κλίμακα οριζοντίως» (πρβλ αγγλ. climax = κορύφωση, οργασμός ).

Τουρκ. karyola = κρεβάτι.

Στρινγκ (< αγγλ. to pull strings = χρησιμοποιώ γνωριμίες για να αποκομίσω όφελος, να τελειώσω μιά δουλειά κλπ).

Με φίλο σικίς = Άγνωστης σημασίας και ετυμολογίας φράση.
Δεν φαίνεται να συνδέεται με το χυδαίο σλανγκικό τουρκικό sikis = σεξουαλική επαφή, ούτε με το sikke = νόμισμα, τουρκική λέξη που πιθανώς σχετίζεται με τον χώρο του επαγγελματικού αθλητισμού.

Βυζόν = Πολυτελές ένδυμα, δώρο φραγκάτου σε ξαπλώστρα.
Κατασκευάζεται από γούνα νυφίτσας ( < νύφη), μικρού σαρκοβόρου ζώου με κοφτερά νύχια.

Αρμηρή = Ξαπλώστρα με πανάκριβα γούστα, τα οποία πληρώνει αδρά ο φυστικώνων αυτήν φραγκάτος, αρμυρό φιστίκι κατά το κοινώς λεγόμενο. Μια αρμηρή ξαπλώστρα αξιοποιεί με τον αποδοτικότερο τρόπο τα όπλα με τα οποία την εφοδίασε η Φύση ( λατιν. arma = όπλα + μηρός ).

Νυμφίδιο ( νύμφη + οφίδιο = δηλητηριώδες ζώον της συνομοταξίας των ερπετών ).

Η μάνα σκάφη και απλώστρα κι η κόρη σκάφος και ξαπλώστρα.

Για το "Pull strings" (από Nakas, 09/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified