Κανονικά είναι η λαμπάδα που ανάβουνε στην εκκλησία, άλλα την έκφραση την χρησιμοποιούν και οι κάγκουρες όταν πάνε ένα μηχανάκι (συνήθως GLΧ) με σούζα.

- Πω-πω παιδιά έρχεται ο Τάκης, λαμπάδα το πάει πάλι.

-Δώσε μου να το πάω μια λαμπάδα.

(από Αnagno, 01/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως λαμπάδα χαρακτηρίζεται από τους μηχανόβιους η σούζα με κλίση σχεδόν ορθή γωνία!

Ρε τον Μήτσο, λαμπάδα το πάει το παπί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κακόγουστα και υπερβολικά ντυμένη γυναίκα, που μοιάζει με καρακιτσάτη λαμπάδα της Ανάστασης. Συνώνυμο: λατέρνα

Καλά, τι φόρεσε η λαμπάδα για νά 'ρθει στην Ανάσταση ρε πστ!... Καθρέφτη δεν έχει σπίτι της;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί είναι:

  1. Το ευθυτενές, ιθυφαλλικό πέος.

  2. Η λεβεντομούνα.

Έβαλα λαμπάδα σε λαμπάδα ο πούστης!

Got a better definition? Add it!

Published