#1
aias.ath

in σους δε μπε

Συμφωνῶ μὲ τὸ Πονηρό. Ἡ προσθήκη τοῦ the ἀποτελεῖ καθαρῶς ἰδιωτικὴ ἐκφορὰ καὶ ἀντίληψι τῆς ἐκφράσεως, ἡ ὁποία εἶναι ἀρβανίτικη.

#2
aias.ath

in παλτό

«Ξύλινο παλτό», ὅμως, λέγεται μακαβριοπλακατζίδικα καὶ πολὺ προσφυῶς, τὸ... φέρετρο.

#3
aias.ath

in αλεπού

Ἔχει δίκιο ὁ Jesus. Ἂς τὸ σλαγκέψουμε, τὸ λοιπόν:

Ὑπάρχει μιὰ ἐνδιαφέρουσα ἀρχαιοελληνικὴ λέξι, ποὺ ἔχει πλακίτσα: κίναδος (τό), Σικελικῆς προελεύσεως, ποὺ σημαίνει ἀλώπηξ καί, μτφ ἀπατεών, πονηρός. Ἐδῶ νομίζω κολλάει ὡραῖα αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Πονηρός (σκῦλος):

«Γειά σου (δισύλλαβο ὄνομα, πχ Τζίζα, Αἴαν κλπ) ἀλεποῦ, ποὺ τὸν παίρνεις ποῦ καὶ ποῦ».

Ἂν καὶ πολὺ μεταγενέστερο τὸ στιχάκι, μοῦ κάνει γιὰ γέφυρα τοῦ κίναδος-κίναιδος > ἀλεπόπουστα.

#4
aias.ath

in χαρτί

Σκιζάουα!!!

#5
aias.ath

in αβέλω πλουτς

Ladies and Gentlemen (and the Others)
Παρακαλῶ διαβάστε συναφὲς σχόλιό μου στὸ παρεξηγημένο λῆμμα μπινές.

#6
aias.ath

in λυκόπουλο

Slangotesticlicity:

Rudyard Kipling and Robert Baden-Powell.

Ἂν ὁ κύριος τῆς φωτὸ πῇ «Δὲν μπορῶ νὰ περπατήσω κλπ», θὰ συνεχίσῃ νὰ εἶναι σλάνγκ;
(Ἄριστα 10)

#8
aias.ath

in βουλώνω

Λέω, ὅτι στὰ λήμματα μὲ δύο-τρεῖς λέξεις (πχ βούλωσ' τὸ στόμα σου βρομάει πουτσίλα, σπάσ' τα καὶ ξαναρίχτα, τὸν ἤπια κλπ), ἰδίως ὅταν ἡ πρώτη λέξι εἶναι ἄρθρο, δημιουργεῖται πρόβλημα εὑρετηριασμοῦ. Θὰ ἔπρεπε ἴσως νὰ βάλουμε ἕνα κανόνα γιὰ τὴ λέξι ποὺ θὰ χρησιμοποιῆται ὡς βάσις εὑρετηριασμοῦ, πχ «τὸν ἤπια» ἢ «ἤπια (τὸν)», ὥστε νὰ διευκολύνεται ἡ ἀναζήτησι. Θὰ μποροῦσε ἐνδεχομένως νὰ εὑρετηριάζωνται καὶ διπλᾶ, ἂν εἶναι ἀνάγκη, πχ τὸ «βούλωσ' τὸ στόμα σου βρομάει πουτσίλα» ὡς «στόμα», ὡς «βρομάει» καὶ ὡς «πουτσίλα». Προφανῶς, ἄρθρα, ἀντωνυμίες κλπ δὲν μποροῦν νὰ παίξουν τέτοιο ρόλο. Αὐτό ἐννοοῦσα.

#9
aias.ath

in μπινές

Τὸ ibne, παρ' ὅτι φαίνεται προφανές, ἐγὼ δὲν τὸ πολυβλέπω, ἰδίως διότι τουρκιστὶ σημαίνει πούστης, κατὰ δέ τὸ λεξικὸ ποὺ συμβουλεύομαι ibne
vulg., slang
1. passive male homosexual, queen, fag.
2. scoundrel, bastard.
Δὲν μπορῶ νὰ ἀποκλεὶσω τὴν περίπτωσι νὰ εἶναι τὸ ibne γλωσσοδάνειο ἐξ Ἑσπερίας (νά τραπεζογλωσσολογικὸ σλάνγκ!), ἀλλὰ τὸ βλέπω λίγο χλωμό.

Προτιμῶ τὴ θεωρία Mr Bin..., όχι Ibn Saud.

#10
aias.ath

in Γεωργία Γκέλλερ

Σωστὸς ὁ Βικάριος.

#11
aias.ath

in ζήτω ο πούτσος

Πάνο, τὸ ἀπὸ μάσα βγάλτο.

#12
aias.ath

in σίδερα

Ἔτσι γιὰ νὰ θυμῶνται οἱ παληοὶ καὶ νὰ μαθαίνουν οἱ νεώτεροι:

Τὰ Σίδερα Χαλανδρίου εἶναι τοπωνύμιο καὶ στάσι λεωφορείων πολὺ κοντὰ στὸ «Ὑγιεία». Λέγεται ἔτσι διότι στὸ σημεῖο αὐτὸ παλαιότερα διασταυρωνόταν ἡ σιδηροδρομικὴ γραμμὰ Ἀθηνῶν-Λαυρίου μὲ τὴν λεωφόρο Κηφισσίας. Ἡ γραμμὴ αὐτὴ κατασκευάσθηκε ἀπό τὴν Ἑλληνικὴ Ἑταιρεία Μεταλλουργείων Λαυρίου τὸ 1885, καὶ ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴν Πλατεία Λαυρίου (ἀρχικῶς ἀπὸ τὴν πλ. Ἀττικῆς), δίπλα στὴν Ὁμόνοια (Κανουλοῦ στὰ καλιαρντά). Ἡ γραμμὴ κατηργήθη ἀπὸ τὴν κυβέρνησι Καραμανλῆ (oncle) τὸ 1956, μαζὶ μὲ τὸ τράμ. Φωτὸ καὶ λεπτομέρειες.

#13
aias.ath

in στούκας

@ΡΤΠ
Ἂν ὑποψιαστῶ ὅτι τὸ πακέττο Hellas SP εἶναι πραγματικό, θὰ πεθάνω...

#14
aias.ath

in βουλώνω

Πρέπει νὰ δοῦμε λίγο καλλίτερα πῶς θὰ γράφουμε τὸ λῆμμα, ὅταν αὐτὸ δὲν εἶναι μονολεκτικό.

#15
aias.ath

in σκουράτζος

Πέτσικος = σκολιός, στρεβλός. Χρησιμοποιεῖται ἀποκλειστικῶς γιὰ κάτι ποὺ στράβωσε, ὄχι ποὺ ἦταν στραβὸ ἐξ ὑπαρχῆς. Τὴ χρῆσι τῆς λέξεως γιὰ μεταλλικὰ ἀντικείμενα (πχ καπώ) ἀκούω μόνο τὰ τελευταῖα χρόνια. Ἀρχικῶς τὴν ἤξερα μόνο γιὰ ξῦλα.

Τὸ ρῆμα: Πετσικάρω. Τὸ ἔτυμον καταζητεῖται (τὸ ἔχω στὴ λίστα μου). Δὲν βλέπω πιθανότητα νὰ σχετίζεται μὲ τὸ σλαυικὸ θέμα πετσ-, ποὺ ἔχει νὰ κάνῃ μὲ ψάρια.

#16
aias.ath

in μπαστουνόβλαχος

Φαίνεται ὅτι κάτι μοῦ διαφεύγει ἐμένα μὲ τὰ @@.
Πάρτε λοιπὸν καὶ τὰ δικά μου @@. Καὶ ξανὰ @@.

@poniroskilo
Ὁ vikar τὸ εἶπε πιὸ ὡραῖα: Συμφυρμός, ἤθελα νὰ πῶ καὶ 'γώ.
Καὶ ὅπως εἶπε ὁ Πάνος πολὺ ὡραῖα, εἶναι πιὸ μπόλικο τὸ μπαστουρνόβλαχος.

Ἡ λέξι εἶναι τόσο μακρυά, ποὺ ἔβγαλα ὀπτοκινητικὸ νυσταγμό, μέχρι νὰ τὴ διαβάσω. Τυπικὴ περίπτωσι ὑπερσλαγκισμοῦ, παρὰ σλάνγκ. (Γιὰ τὴ λέξι λέω, ὄχι γιὰ τοὺς λημματοδότες).

Ὁ ὑπερσλαγκισμὸς προέρχεται εἴτε ἀπὸ καθ' ὑπερβολήν σλαγκοδιέγερσι, εἴτε ἀπὸ πρόθεσι προκλήσεως (μεγαλυτέρας) ἐντυπώσεως ἐκ μέρους τοῦ λεξιπλάστου καὶ τοῦ λεξιχρήστου.

Συνίσταται στὴν προσθήκη συλλαβῶν, κενῶν σημαινομένου, σὲ ἤδη συλλαβικῶς βεβαρυμένους ὅρους. Ἔτσι καταργεῖται ὁ γλωσσικὸς «νόμος τῆς οἰκονομίας» καὶ παράγονται σχοινοτενεῖς λέξεις.

Ἐν προκειμένῳ ὁ ὅρος «τσαχπινογαργαλιάρα», ἤδη μακρύς, ἐνεπλουτίσθη μὲ τὸ κενὸν περιεχομένου «-μπιρμπιλο-».

Ὁ αὐθορμητισμός εἶναι βασικὸ στοιχεῖο τοῦ σλαγκισμοῦ. Ἡ πρόθεσις τὸν καταργεῖ.

#18
aias.ath

in τσατιστά, τσιαττιστά

Φαντάζομαι ότι βγαίνει από το τσακίζω - τσακιστά... xalikoutis

Εἶναι ἀπὸ τὸ ρῆμα τchαττίζω = ταιριάζω ἐννοεῖται τὴ ρίμα), τὸ ἔτυμον τοῦ ὁποίου καταζητεῖται.

Καὶ μιὰ πουτάνα φέραμε, ἡ ρίμα ἴσως νὰ ὀρθογραφῆται καλλίτερα μὲ -ει-, ἀφοῦ γερμανιστὶ εἶναι Reim. Ἔχει κανεὶς ἄποψι;

Μοῦ θύμησες καὶ τὸ ἀκόλουθο:

Τὰ μάθια σου εἶναι σὰν τ' αὐγά Τch' οἱ κῶλοι σου βαράλια·
Τch' ὄντε jυρίσω τchὲ σὲ ἰδῶ
ξεραίνομαι στὰ jέλια

#19
aias.ath

in μπινές

Ὀρθῶς ἀναφέρεις ὅτι μπινὲς εἶναι ὁ ἀμφιφυλόφιλος, ἀπὸ ἐκεῖ καὶ μετὰ ὅμως δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ συμφωνήσουμε.

Ὁ λόγος: Ἡ διάκρισις τῶν ὁμοφυλοφίλων σὲ παθητικοὺς (πούστηδες) καὶ ἐνεργητικοὺς (κωλομπαράδες) εἶναι καί τεχνητή, καὶ πεπλανημένη. Κοινῶς, δὲν ἔχει σημασία ἂν τὸν δίνει κάποιος ἢ τὸν παίρνει, σημασία ἔχει ἂν ἐπιθυμεῖ σεξουαλικῶς τὸ ἴδιον φῦλον, περαιτέρῳ δέ, ἂν προβαίνῃ καὶ σὲ πρᾶξι. Ἡ πλάνη αὐτὴ βολεύει κάποιους κιναίδους, οἱ ὁποῖοι τὸ παίζουν macho style, γαμιάδες καὶ καλά, πάντα ὅμως μὲ ὁμοφύλους των. Φυσικά, οὔτε κἄν αὐτό ἰσχύει: Ὅποιος τὸν δίνει (σὲ τέτοιο σκηνικό), νομοτελειακῶς θὰ τὸν πάρῃ κιόλα.

Συναφὴς μὲ τὴν παραπάνω εἶναι καὶ ἡ ἄλλη πλάνη, ὅτι δηλαδὴ ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι ἀρέσκονται νὰ ὑφίστανται πρωκτικὴ διείσδυσι διὰ γοδεμισίου, ὑπὸ γυναικός φερομένου, εἶναι κίναιδοι. Ὁμοίως, οἱ ἀρεσκόμενοι εἰς κωλοδάχτυλον κατὰ τὴν συνεύρεσι μὲ γυναῖκα. Οὐδὲν ἀναληθέστερον τούτου. Σημασίαν καὶ ἐν προκειμένῳ ἔχει τό, πρὸς ὅ στρέφεται ἡ ἐπιθυμία, πρόσωπον. Ἡ προτίμησις πρὸς τὴν μιὰν ἢ τὴν ἄλλην ἐρωτογόνον ζώνην εἶναι ἄσχετος μὲ τὸν χαρακτηρισμὸν lady, gentleman, other.

Δὲν θὰ ἀπασχολήσω τὸ σλαγκεπώνυμον πλήρωμα μὲ τὴν ἄλλην διαδεδομένην πλάνην, ὅτι ὁ γαμιᾶς εἶναι ἀπὸ πάνω, διότι δὲν ἀξίζει τὸν κόπο. Βέβαια, παραμένουν ἐκφράσεις τοῦ τύπου «ὁ Λάκης εἶναι ἀπ' τοὺς ἀπὸ κάτω», οἱ ὁποῖες πρέπει νὰ ἀνασκευασθοῦν κάποια στιγμή.

Ἐν κατακαυλίδι, ὁ ἀμφιφυλόφιλος ἄνδρας ἢ γυναῖκα, ὀρέγεται σεξουαλικῶς ἀμφότερα τὰ φῦλα, ἔχει δηλαδὴ binary sexual attraction, er hat Lust für beide Geschlechte. Ἡ ἐξίσωσις μπινὲς = πούστης εἶναι μία ἀκόμη συνήθης πλάνη (βλ. σχετικὸ μῆδι).

#20
aias.ath

in κουνάβι

Δηλαδή η κατα τον Όμηρο ονομαστική ήταν Αλκίνους; Δέν τό 'ξερα (πάντα νόμιζα οτι ήταν Αλκίνοος) vikar

Ἀλκίνοος = ὁ ἔχων ἄλκιμον νόον (νοῦν). Συνεπῶς Ἀλκίνοος = Ἀλκίνους. Στὰ πιό παλαιὰ κείμενα ὑπάρχει πάντα μία τάσι γιὰ πιό ἀσυναιρέτους τύπους.

Καὶ μιὰ πουτάνα φέραμε: Πολλοὶ λένε ἐσφαλμένως ὁ νοῦς, τοῦ νοός κλπ. Τὸ ὀρθὸν εἶναι τοῦ νοῦ < νόου. Γιὰ νὰ τὸ θυμόμαστε, ἔλεγε ἡ δασκάλα μου ἡ κυρὰ Δέσποινα: «Ὅποιος λέει τοῦ νοός, ἔχει κεφαλὴν βοός».

Τὸ νοῦς εἶναι δηλ. δευτερόκλιτο συνῃρημένο, ἐνῷ ὁ βοῦς τριτόκλιτο.

#21
aias.ath

in καυλιάρα

Βάρδα σλαγκαρχιδιάααααα! Οὐδέτερα σὲ -η ὑπάρχουν στὴν Ἑλληνική;

#22
aias.ath

in σουρτούκω

Στὸϊς Χαλικούτης. Ὑπάρχει καὶ στὴν κοπὴ πορτογιοῦρα, δηλ. πορτογῦρα σὲ βαρύτερη ἐκδοχὴ ένα πράμα, κατὰ τὸ τυφέκι > τουφέκι, Στῦρα > Στοῦρα κλπ.

#23
aias.ath

in μπαστουνόβλαχος

@poniroskylo (and the others)
Μπαστουνόβλαχος εἶναι προφανῶς ὁ βλάχος μὲ τὴ γκλίτσα ( < kletchka στὴ βιλγαρική).
Πολλὲς φορὲς ὅμως βλέπουμε νὰ ἀνακατεύεται παρετυμολογικὰ (ἢ ἀκόμη καὶ σουρεαλιστικά) μιὰ ἐπὶ πλέον συναφὴς ἢ σχεδόν συναφὴς ἔννοια, ἐν προκειμένῳ ὁ στοῦρνος ( <στουρνάρι = πέτρα), τὸ ὁποῖο προφανῶς χαρακτηρίζει προσθέτως τὸν βλάχο καὶ ὡς ἄξεστο.

Εἰρήσθω ἐν παρόδῳ ὅτι ἐγὼ μόνο τὸ μπαστουρνόβλαχος ἤξερα. Ἐπίσης, ἀπὸ λεξιλαγνικῆς πλευρᾶς, τὸ θεωρῶ σαφῶς πιὸ πλούσιο ἐννοιολογικῶς, πιὸ γεμᾶτο ἠχητικῶς καὶ πιὸ παραστατικὸ εἰκονοπλαστικῶς.

#24
aias.ath

in μουσική σλανγκ

Μὲ τὴ θεσπέσια αὐτὴ μουσική, ποὺ παράγεται μὲ τὸ πλὶνκ τῆς ρώγας, τὰ αὐτιά σας δὲν μουσηκώνονται;
Τὴν ἀλήθεια θέλω...

#25
aias.ath

in ταμπλάς

Οἱ ἀρχὲς τῆς Ἱπποκρατείου ἰατρικῆς ἦταν περίπου οἱ ἑξῃς:

-Ταίριασμα τῆς ἰδοσυγκρασίας μὲ τὶς περιβαλλοντικὲς συνθῆκες (κλῖμα κλπ).

-Ταίριασμα τῆς ἰδοσυγκρασίας μὲ τὴ δίαιτα, μὲ προτίμησι στὰ τοπικὰ προϊόντα, λόγῳ μακραίωνος προσαρμογῆς τῶν ἐντοπίων.

-Τὸ τρίπτυχο: Λουτρά-Ἡλιασμός-Ἀερισμός. Τὰ Λουτρὰ ἦσαν εἴτε κοινά, εἴτε ἰαματικά. Λιγότερο συχνὴ ἦταν ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ἀμμολούτρου ἢ λασπολούτρου (ἰαματικοῦ), ὅπως γίνεται καὶ σήμερα. Αὐτὰ εἶχαν, πέραν τῶν προφανῶν στόχων, καὶ μυητικὴ σημασία, ἰδίως γιὰ τοὺς Πυθαγορείους (ἔκθεσις τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἐπίδρασι τῶν 4 ἐκδεδηλωμένων στοιχείων [Ὕδωρ, Πῦρ, Ἀήρ, Γῆ ἀντιστοίχως], ἀλλὰ καὶ τῶν Οὐσιῶν [Μεριστὴ καὶ Συνεχής].

-Τὸ δίπτυχο Γυμναστική-Μουσική (σὲ συσκευασία ἑνός: Ὄρχησις).

-Διάφορες θεραπευτικὲς ἐνέργειες ἀναλόγως τῆς ἰδοσυγκρασίας τοῦ ἀσθενοῦς (αἱματώδης, χολερική, φλεγματική, μελαγχολική), καὶ τῆς φύσεως τῆς νόσου, πχ στέρησι ὕδατος, ἀφαίμαξις, ἐμετικά, καθαρτικά.

-Φάρμακα: Ἀλλοπαθητικὰ ἢ Ὁμοιοπαθητικά. Ἔχοντας διατυπώσει ὁ ἴδιος καὶ τὰ δύο θεραπευτικὰ δόγματα ποὺ καὶ σήμερα ἰσχύουν, χορηγοῦσε συγκεκριμένως ὁμοιοπαθητικὰ γιὰ τὰ ἰάσιμα νοσήματα καὶ ἀλλοπαθητικά, ὡς παρηγορικά.

-Διετύπωσε ἐπίσης καὶ τὴν ἀρχὴ ἐφαρμογῆς τῆς χειρουργικῆς: «Ὁκόσα φάρμακ' οὔκ ἰῆται, σίδηρος ἰῆται· ὅσα δὲ σίδηρος οὐκ ἰῆται, πῦρ ἴηται· ὅσα δὲ πῦρ οὐκ ἰῆται, ταῦτα χρὴ νομίζειν ἀνίατα». Στὴν ἔννοιαν τοῦ πυρὸς μπορεῖ νὰ ἐνταχθοῦν οἱ λοιμοκαθαρτήριες πυρὲς τῆς ἀρχαιότητος, ἀλλὰ καὶ τὰ σύγχρονα LASER.

Οἱ ἀρχὲς τῆς Ἱπποκρατείου ἰατρικῆς εἶναι διατυπωμένες γιὰ τὸ περιβάλλον τῆς Ἑλληνικῆς πόλεως, μὲ τὸ σωστὸ μέγεθος (σχολιάζεται ἀπὸ τὸν Ἀριστοτέλη), μὲ τὰ λουτρά της, μὲ τὶς εὐρυχωρίες της, τὰ ἄλση της κλπ, ἡ ὁποία μάλιστα (στὴν ἀνοδικὴ φᾶσι τοῦ κλασσικοῦ πολιτισμοῦ) ἦταν κτισμένη σὲ τόπο ἐπιλεγμένο μὲ βάσι τὴν πυθαγορικὴ ἀνάλυσι τῶν τόπων, κάτι ἀνάλογο τοῦ κινεζικοῦ feng sui, ποὺ δὲν ἔχει διασωθῆ. Λοιμοὺς ἔχομε κατὰ τὴν ἀρχαιότητα μόνο σὲ περιόδους πολιορκίας, ὅπου δὲν μποροῦσε νὰ ἐφαρμοσθῇ τίποτε ἀπὸ τὰ προαναφερθέντα.

Στὶς Εὐρωπαϊκὲς πόλεις τοῦ μεσαίωνος οὔτε οἱ προαναφερθεῖσες προϋποθέσεις συνέτρεχαν, οὔτε καὶ γνῶσις τῶν Ἱπποκρατικῶν ἀρχῶν ὑπῆρχε στοὺς πληθυσμούς. Οἱ ἐλάχιστοι πεφωτισμένοι, δρῶντας κρυφά, δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντιστρέψουν τὸν ἐκκλησιαστικὸ σκοταδισμὸ ποὺ ἐπεβάλλετο φανερά. Ὅτι μετά τὴν Ἀναγέννησι συνετελέσθησαν πρόοδοι εἶναι γεγονὸς ἀναμφισβήτητο, ὅμως στὰ χρόνια τῆς πανώλους προσπαθοῦσαν ἀκόμη νὰ μεταγγίσουν αἷμα προβάτου σὲ ἄνθρωπο (!!!) καὶ ἐφήρμοζαν φλεβοτομίες καὶ καθαρτικὰ χωρὶς νὰ ξέρουν τί κάνουν. Σταθερὸ ἀποτέλεσμα ὁ θάνατος. Τὸ 1800, ὁπότε ὁ Hahnemann ἐπανευρίσκει τὴν ὁμοιοπαθητική, οἱ γιατροὶ ἦσαν, κατὰ κυρίαν πλευράν, δημόσιοι κίνδυνοι, διότι ἴσχυε γιὰ τοὺς περισσοτέρους ἀκόμη ἡ διαίρεσις νταμπλάς, στηθικά, κοιλιακά. Οἱ Ἱπποκρατειακὲς ἀρχὲς ἰσχύουν πάντως ἐξ ὁλοκλήρου καὶ σήμερα, μὲ μέσα τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν, φυσικά, καμμία σύγκρισι.

Συμπερασματικῶς, τὸ βιβλίο ποὺ ἀναφέρεις δὲν τὸ ἔχω διαβάσει, ἀλλὰ μᾶλλον πρέπει νὰ ἔχῃ μπερδέψει τὴ βούρτσα μὲ τὴν ποῦτσα.

#26
aias.ath

in αλμυρόπουτσα

Ἀνέκδοτο:
_Μαμά, τὸ πουλάκι τοῦ Γιωργάκη εἶναι σὰ γαριδάκι.
_Τί λές, Κωστάκη μου, τόσο μικρό;
_Ὄχι, τόσο ἁλμυρό!

Ἄλλο ἀνέκδοτο:
Οἱ γύφτισες ἐργάτριες τῶν ἀγρῶν βγάζουν πατάτα στοῦ Λάππα (Ἀχαΐα). Ξαφνικά, μία ἀπ' αὐτές, βαστώντας μιὰ μεγάλη πατάτα, ἀρχίζει νὰ μυξοκλαίῃ.
_Τί ἔχεις μαρή; (τῆς λάει μιὰ ἄλλη).
_Θυμήθηκα τοὺ Μήτσου μου...
_Γιατί μαρή, τόσου μηγάλ' τὴν εἶχι οὑ Μήτσους σ`;
_Ὄχι, τόσο βρόμικη...

#27
aias.ath

in εδώ θα κάτσεις!

Ἄριστα διὰ τὸν ὁρισμόν, ἐγὼ ὅμως μὲ τὸ «δίκην τίσεως» ἔπαθα. Καὶ ἔπαθα διότι «καυλώνω» ἰδιαίτερα ὅταν βλέπω νὰ χρησιμοποιοῦνται λέξεις πού, φεῦ, ἔχουν πλέον περιπέσει σὲ ἀχρησία. τίσις < τίνω = πληρώνω, καταβάλλω ἀντίτιμον (κυρίως μὲ τὴν κακὴ ἔννοια)
τίσις > ἀπότισις (φόρου τιμῆς, λέει τὸ κλισέ).
Ξαναματαμπραβίσιμο!

#28
aias.ath

in στούκας

Ἡ δική μου κατάθεσι στὴ συλλογικὴ τσιγαρομνήμη:

Κιρέτσιλερ τοπικῆς Ξανθιώτικης ἑταιρείας: Ἄφιλτρο σὲ κρὲμ κασσετίνα. Καπνὸς χοντοκομμένος, μὲ κλάρες ποῦ καὶ ποῦ. Βαρὺ τσιγάρο, ἀλλ' ἀπολαυστικό. Συστηματικὴ διάθεσις μέχρι Θεσσαλονίκη. Στὴν Ἀθῆνα, μόνο ἀπὸ τὸ περίπτερο Μητροπόλεως καὶ Σύνταγμα.
Hellas Special, Παπαστράτος. Ἄφιλτρο σὲ σκούρα σοκολατὶ κασσετίνα μὲ Δωρικοὺς κίονες. Ἡ «ναυ-αρχίδα» τοῦ Παπαστράτου. Καπνὸς ψιλοκομμένος, ξανθός, ἀρωματικὸς (ὄχι ἀδελφιζὲ ἀρωματισμένος). Βαρὺ τσιγάρο, σοῦπερ ἀπολαυστικό. Ἐφημολογεῖτο ὅτι φτιαχνόταν ἀπὸ τὸν ἴδιο καπνὸ μὲ τὸ Κιρέτσιλερ. Μετὰ τὸ ντουμάνιασμα, ὁ κλειστὸς χῶρος μύριζε λίγο σὰν καβαλίνα. Διάθεσις σὲ περιωρισμένα σημεῖα πωλήσεως (γειτονιὲς κττ ἀπεκλείοντο). Ἀκριβὸ τσιγάρο.
Σέρτικα Λαμίας: Ἄφιλτρο σὲ κόκκινη κασσετίνα καὶ καλλιγραφικὴ ἐπιγραφὴ «Σέρτικα». Πολὺ βαρύ, ἐργατικό, ἀλλὰ κυρίως ἀγροτικὸ τσιγάρο, ἀπὸ συμβατικὰ καπνὰ περιοχῆς. Περιωρισμένη διάθεσι τοπικά, καὶ στὴν Ἀθῆνα ὅπου δὲν εἶχε Hellas Sp (καλά, μὴν εἶμαι καὶ ὑπερβολικός).
Γλυκοσέρτικα Καλαμῶν: Φίλτρο σὲ πακέττο ἀπὸ τὰ ἄλλα, χρώματος λαχανί, ναί, λαχανί· σκέτη ἀηδία. Λοξά, ἡ ἐπιγραφὴ Γλυκοσέρτικα Καλαμῶν. Πολὺ βαρὺ τσιγάρο μὲ πολὺ γλυκίζουσα γεῦσι καὶ καθόλου ἄρωμα. Διάθεσι ἀποκλειστικὰ στὴ Μεσσηνία (καὶ πολὺ πήγαινε). Ἐγὼ δὲ θυμᾶμαι ποῦ τὰ βρῆκα μιὰ φορά.
Σαντέ (βλ καὶ λῆμμα γκόμενα Σαντέ: Ἄφιλτρο τοῦ Κωνσταντινίδη. Καπνὰ βασικῶς συμβατικά, σὲ μεῖξι μὲ λίγο Ξάνθης ἀρωματικὰ καὶ πολὺ νίτρο, γιὰ νὰ συντηρῇ τὴν καῦσι. Ὄχι ἰδιαιτέρως βαρύ, ἀστικὸ τσιγάρο, καπνιζόμενο καὶ ἀπὸ γκόμινες, πάντα μὲ μακρυὰ λεπτὴ πίπα.

#29
aias.ath

in εύκωλος (με ωμέγα)

Ἔν τινι ἔγκειτ' ἆραγε τὸ εὖ; Ἐν τῷ κωλεῖ; Ἢ μήπως ἐν τῷ εὖ τὸ κωλί;
Ἰδοῦ ἡ ἀπορία...

#30
aias.ath

in σοπάκι

@ HODJAS
Ἄ, πὰ πὰ πά!