αρχιδόσκυλο ίσως, μουνόσκυλο ποτές!
Υπάρχει και το «αναρχοπατέρας» αλλά πέραν του «ηγετικού» της φάσης έχει και μια χοντρή δόση περασμένης ηλικίας...
Βράστα
- Eυχαριστώ που δεν μ'αγνόησες παρόλα τα ένστικτα σου
- Καβάλα, αν είχες κάνει τον κόπο να τσεκάρεις τον ορισμό
- Αγαπάμε Βράστα. Αν ήθελα κάτι από τον Βίκα θα έλεγα «χώσε Βίκα». Αν δανγκώνει, δεν γνωρίζω.
Bάλε Βράστα και τον μπαμπαΐας και στην σημείωση της Σ.Ο. κάνετο «ωραίοι τρελλοί» ή αγνόησε με...
το ένα τελειώνει σ'εξ και τ'άλλο αρχίζει από άι...
Ίσως θα μπορούσε να λεξικογραφηθεί ως:
λαική περιγραφή σφαιρικού αντικειμένου όπως όρχεων, σαλγκαριών, ταρζανίδιων, κλπ, πιθανής ετυμολογίας από τον βόλος (μπίλια, αρχ. βῶλος) ή το λατινικλεμένω αγγλικό ball = μπάλα, βλέπε και «μπαλάκια» αντί του «αρχίδια». Παρεμφερές μπουμπάρι. Συνήθης και η επανάληψη της πρώτης συλλαβής, π.χ. μαλάκας -> μαμαλάκας. 42.
Εγώ δεν πίνω καφέ, πίνω λευκό τσάι βρασμένο σε ροδόνερο και μιά κοφτή muscovado ζάχαρη.
ναι, παίζει, και σκέτο μπλουμ, κατά το «πατάτες μπλουμ»
Στην Αρμενία πάντως, κάθε φορά που με καλούσαν σε γεύμα, πρώτα απ'όλα είχαν πάνω στο τραπέζι όλα τα καλά της Αναίτ και του Vahagn parolη την φτώχεια τους (μιλάω για πριν από 17 χρόνια), οι προπόσεις (kenats) που διαρκούν για πάντα και το εξαίρετο αρμένικο κονιάκ να ρέει, το εξαίρετο φαγητό (λαβάς, παστουρμά, πηχτή, χόροβατς, τυρί Chechil, χάσ, μαντί, κλπ) σε μεγάλες ποσότητες, χορός, τραγούδι, και πάλι κονιάκ και βότκα και στο τέλος καφές, γλυκό, σναπς και κουβεντούλα. Όλα αυτά τελείωναν αργά την νύχτα με συνοδεία μουσικής και κεριά γιατί δεν υπήρχε ηλεκτρικό (περιοχή Λενινιακάν, Ιτσεβάν, Νοιμπεριάν αλλά και Στεπανακέρτ στο Ναγκόρνο Καραμπάχ).
Όξω καρδιά δηλαδή και πάντα με το χαμόγελο στα χείλη. Αρμένικη βίζιτα από την ανάποδη δηλαδή! Όπως κάναμε κάποτε και στην πατρίδα πριν γίνουμε ευρωπέοι
Επειδή τείνουμε να μπερδεύουμε τα μπούτια σας προτείνω να απευθυνθούμε στον sarant για βοήθεια! Διάβασα σε ένα post του για διάφορες αλλαξοκωλιές μεταξύ σ και ζ, όπως το ότι το σ πριν από δ προφέρεται συνήθως ως ζ, π.χ. προσδοκία. Saraaaaaaaaaant! Ακούει;
πάντως κατά το τζαζεμένος, όχι.
To τζάζω στην προστακτική κάνει τζάσε οπότε κλείνεται μάλλον κατά το χέζω / χέσε και σχηματίζει το ουσιαστικό / επίθετο σε τζασλός κατά το χέστης. Γιατί δηλαδή τα κάπως ανώμαλα ρήματα δεν δικαιούντε και αυτά κάποιες τις ομορφίες τους;
Ίσως επειδή το ρήμα είναι ανώμαλο;
Με τόση υγρασία θα χει μουνόβραση...
ε, χαμάλης, μουτζούρης, το ίδιο πράμα, ένα πράμα...
(ετς, μια συναφή λέξη + ετυμό δια τους φίλους των οθωμανικών ετυμολογιών)
Αν δεν έχει ήδη αναφερθεί απού πάνου, δείτε και το σοπάκι και τα σχόλια του, απού κάτου του.
Αν έχει ήδη αναφερθεί, στα παπάρια σας ή τσι ωοθήκες σας.
Nα προσθέσω ότι υπήρχε εκεί πάνω, στα βόρεια σύνορα μας, μιά σύγχυση ένα πράμα, που φαίνεται και στο παράδειγμα, μεταξύ του delikanli / ντελικανή και του ελληνοπρεπούς κανιά, σε σχέση με το μπόι. Ψαχτείτε...
Ενώ το «γιατί εγώ και όχι εσύ» έχει όντως μια ντοστογιεφσκική διάσταση...
Mήπως, θε να πει, ότι να, εγώ γιατί να έχω τον κώλο πίσω αλλά σε ένα σουβλάκι ο έχων τον κώλο πίσω ή τελευταίο στην σειρά δεν τον παίρνει αλλά και πάλι it doesn't make sense, εκτός αν και πάλι θα ήθελε να μην έχει τον κώλο πίσω οπότε κάτι πάει να βγεί ή μ'άλλον να μπεί, καθώς μπαίνεις, που θα λεγε και η Gala ή κάποιος άλλος, τέλος πάντων. Αυτά
Εικάζεται ότι γεννήθηκε από την μεταφορά Σέρβων στρατιωτών αλλά και πολιτών στην Κέρκυρα το 1916 μετά την ήττα της Σερβίας για την ανασύνταξη των δυνάμεων τους και καθώς φαίνεται την εγκατάλειψη τους εκεί. Ψάξτο...
Παιδιά δεν είναι του Αλέκο. Είναι Sandwich Tualeko. Mην πέφτετε στην λούμπα. Όπως και τα γνωστά γλυκά κοτλέ δεν είναι του Λούμπα.
Και που να ξέρω εγώ δηλαδής; Ρώτα τον Vrasta, αυτός τα ξέρει όλα