Ασφαλώς και πατρινής προέλευσης. Μόνο στην Πάτρα το χω ακούσει. Καταρχήν νόμιζα ότι είναι συνώνυμο με το «μαλάκας» σε διάλεκτο. Αλλά όταν μου διευκρινίστηκε η διαφορά, έμεινα άναυδη με το μεγαλείο της πατρινοελληνικής - δεν νομίζω ότι έχει προβλεφθεί σε άλλες περιοχές της Ελλάδας τέτοια λέξη - διορθώστε με.
Δηλαδή αυτή την ορολογία την χρησιμοποιούν κι άλλοι στον Ελλαδικό χώρο; οκ, το αναφέρει το urbandictionary αλλά υποθέτω ότι αφορά αμερικανοτραφείς - στην Ελλάδα θα περίμενα κάτι πιο εγχώριο, πχ καλά της έκανα έναν Ιωάννη Καποδίστρια χτες το βράδυ που ανακάλυψε την πατάτα από την αρχή. Or something.
επίσης και σε τσόνη και κατεσάρ
αχαχαχαχα και στο λήμμα και στο σχόλιο
...και βέβαια, «οι δύσκολες πλένουν με έσσεξ»...
Σούπερ λήμμα και ορισμός. Ιδιαίτερα εξοικειωμένοι με τους όρους όσοι μπαίνουν στα chat που συχνάζουν ελληνοαμερικανοί.
Παίζουν και:
Άμπουλα (<ambulance)
Σαλαμπαμπίτζ (<son of a bitch)
Σαταφάκα ματαφάκα (<shut the fuck up motherfucker)
«Μάνα μου 'κάψαν το τρακτέρ...»
Επίσης και «έφαγα φλασιά». Από το flash - άστραψε η ορθή σκέψη σαν το φλας της φωτογραφικής (κάτι σαν την λάμπα του Κύρου Γρανάζη).
Όχι άλλο κάρβουνοοοοοοο
Αχχχ υπάρχουν και χειρότερα ακόμα, να ξεχνάει πχ το πορτοφόλι του ο ψωριάρης ο Κώστας. Τσίπιδες.