#1
dryhammer

in γράφω χιλιόμετρα

Υπάρχει ένα ειδικό όργανο γι' αυτά, το σταξίμετρο

#2
dryhammer

in γράφω χιλιόμετρα

Τζον Χολμς λεγόταν ο γίγας

#3
dryhammer

in γράδα

Το γράδο (grade) στη ναυτιλία, δεν χρησιμοποιείται για τις μοίρες ως προς την κατεύθυνση. Σαν όρο τον βρήκα μόνο στον Καββαδία και δεν τον άκουσα ποτέ στο βαπόρι. Γραδάρω τα νερά το εξηγώ ως εξής: Τον έστειλε ο πρώτος (μηχανικός) είτε να μετρήσει τη στάθμη του νερού στις διάφορες δεξαμενές έρματος (ballast tanks), γλυκού νερού ( fresh water tanks, drink water tanks, cook water tanks) είτε να μετρήσει την πυκνότητα του νερού όπου πλέει το βαπόρι με μια μορφή γράδου όπως τα πυκνόμετρα - η οποία εξαρτάται κυρίως από το πόσο αλμυρό είναι τό νερό και γι αυτό την ονομάζουν salinity = αλατότητα (!!) και το όργανο σαλινόμετρο. Έχουν και τα δύο νά κανουν με τον υπολογισμό του φορτίου που κουβαλάει το βαπόρι, με την ποσότητα καυσίμου που παρέλαβε κλπ σε συνάρτηση με το βύθισμα του πλοίου.

Οι αλκοολικοί βαθμοί ενός ποτού προσδιορίζονται με τον ίδιο τρόπο και δίνονται ως vol που σημαινει απευθείας τη περιεκτικότητα επι τοις εκατό κατ' όγκο (% v/v) σε οινόπνευμα, ή επί 2 το proof των αμερικάνων. Πρβλ vol 40 (=) proof 80. Tα γρμ/λιτρο είναι σωστά αλλά δεν είναι η τιμή των γράδων γιατι αυτά είναι απευθείας βαθμολογημένα σε οινοπνευματικούς βαθμούς ή σε γ/λ. πχ 40 vol = 40% alcohol = 40 ml alc. / 100 ml ποτού = 400 ml / 1000 ml = (400 X 0,8 -->) 320 g / l όπου 0,8 ειδ. βάρος οινοπνεύματος. Άρα 40 Χ 8 = 320 g / l

#4
dryhammer

in γομάρι

Και παντρεμένος γάιδαρος, κι ανύπαντρος γομάρι (παροιμία)

#5
dryhammer

in γνήσιο ιμιτασιόν

Υπάρχουν και ιμιτασιόν καλύτερα από τα γνήσια. Αφού οι εταιρίες δεν κατασκευάζουν όλα τα εξαρτήματα, αλλά κάποια τα αγοράζουν από πιο εξειδικευμένους, πολλές φορές αυτοί πουλάνε τό ίδιο εξάρτημα με τη φίρμα τους ή καποιοι από αυτούς αντίστοιχο αλλά χωρίς τα προβλήματα του γνήσιου. Σε πολλα ανταλλακτικα το κόστος το ανεβάζει το λογότυπο, αλλά έχω βρει και ιμιτασιόν ακριβώτερα από το γνήσιο.

#6
dryhammer

in σαμπάνι

Συνεκδοχικά, λένε σαμπάνι και το δίχτυ από σκοινιά στου οποίου τις τέσσερις γωνιές προσαρμόζουν σαμπάνια για τη μεταφορά (με ανύψωση) φορτίων. Επίσης συχνά ονομάζουν και σαμπάνια τους μεγάλους εκείνους σάκους από λινάτσα με δύο ή τέσσερα χεράκια από πανω για να μπορούν να μεταφερθούν με γερανο (συνήθως περιέχουν άμμο για οικοδομές). Αν μπορεί καποιος (ποιός άλλος;;) να βρεί μήδια για την εικονογράφηση...

Μακάρι να βρώ χρόνο, να γράψω ορισμούς, γιατί τώρα ό,τι γράφω είναι στα κλεφτά και από τη δουλεια και από το σπίτι. Εν τω μεταξύ έχω κάποιες εικόνες και σχέδια, αλλά τα έχω σε βιβλία και θέλουν σκανάρισμα κλπ.κλπ. Πάντως ευχαριστώ για το κουράγιο.

#7
dryhammer

in σαμπάνι

Επειδή διετέλεσα (και) ναυτικός, πριν 17 χρόνια, σαμπάνι είναι το αντικείμενο στο μήδι 2, δηλ. συρματόσχοινο με θηλιές στις άκρες για την ανύψωση διαφόρων φορτίων. Το συρματόσχοινο γενικά δεν είναι σαμπάνι πχ μήδι 1. Το σαμπάνι της εικόνας είναι βιομηχανικό όπως φαίνεται από το κομμάτι του μέταλλου που κλείνει τη θηλιά. Τον καιρό της μπαρούτης είχε κάτι λοστρομάρες που έκαναν τη θηλιά στο χέρι πλέκοντας τα έμπολα του συρματόσκοινου με το υπόλοιπο κομματι, τη λέγόμενη (όπως και για τα σκοινιά) «γάσα». Τα εργοστασιακά προτιμήθηκαν (και) διότι έχουν προδιαγραφή ως προς το μέγιστο φορτίο. Στα αγγλικά λέγεται όντως wire rope sling.
Tα περι επικινδυνότητας, αντοχής κλπ του ορισμού είναι σωστα. Υπήρχε παλιά και η έκφραση «του ήρθε σαμπανια» με την έννοια «του ήρθε κεραμίδα»
Οι ιμάντες αποκαλούνται «φασκιές» και ο γάντζος « μπαστέκα»

#8
dryhammer

in γκαλοπατζής

Όπως είπε και ο Αρχιμήδης «Μή μου κουνάς τα στρόγγυλα»

#9
dryhammer

in γιορτόπιασμα

Οπότε, του Ευαγγελισμού και μόνο, το «γαμώ την Παναγία μου» έχει νόημα.

#10
dryhammer

in γίνομαι λουλάκι

Το λουλάκι, έχει την ιδιότητα να απορροφάει την υπεριώδη ακτινοβολία και να διασπάται σέ άχρωμο, πράγμα πού συμβαίνει και με άλλες μπλέ χρωστικές. Έτσι τα άσπρα ρούχα απλωμένα στον ήλιο δεν κιτρίνιζαν από την UV γιατί την απορροφούσε το λουλάκι. Κάπως έτσι δουλεύουν και τα αντηλιακά. Το τζήν ύφασμα λεγόταν indigo denim και από κει και οι Χαρδαβελιές. (Ο οποίος συνήθως ντυνόταν με συνδυασμό σακάκι επώνυμο - τζήν παντελόνι)

#11
dryhammer

in Γιάννινο

Η Σέρρα;;

#12
dryhammer

in για τα νεφρά

Τό ξέρω για τό γαμήσι, όπου στην παθητική θέση ανακουφίζει τον πόνο στα νεφρά

#13
dryhammer

in για τ' αντέτ'

Υπάρχει και η έκφραση «ειναι το αντέτι του» από πρόσφυγες πάντα, για κάτι που είθισται να ταιριάζει σε κάτι άλλο πχ το αντέτι της φασολάδας είναι το αρμυρό (= παστό ψάρι)

#14
dryhammer

in γενικός δερβέναγας

Όταν λέγεται μάλιστα τονίζονται και οι δύο συλλαβες, πρόπαραλήγουσα και λήγουσα, ενώ λέγεται σαν μιά λέξη
γενικός δερβέναγάς λόγω μέτρου υποθέτω

#15
dryhammer

in γεμιστάκι

Την εποχή εκείνη, πριν από τα χαρτάκια δηλαδή, έπαιρναν από τα πακέτα «κασετίνες» και το χαρτί πού ήταν κολλημένο στήν πίσω πλευρά του χρυσόχαρτου με δύο διαμήκεις κολλησιές την λεγόμενη «στράντζα», για τσιγαρόχαρτο, κι έφτιαχναν ένα «μπουρί», το ποίο κολλούσε καλά με γάλα ζαχαρούχο και βέβαια ρήμαζε και τό λαιμό και τη γεύση του τσιγάρου αλλά ...«στην αναβροχιά καλή 'ναι κι η γριά...»

#17
dryhammer

in γαμώ + αντικείμενο

Επίσης, για να καταγραφεί καί μόνο, όταν γύρω στό '71-'72, συντήθηκε στο δρόμο μια πασίγνωστη στη Χίο (και τώρα αείμνηστη) οδηγός τρίκυκλου «φορτοταξι» MAZDA, η Μαλβίνα, με τον τότε (χουντικό) νομάρχη, όπου έπρεπε να του παραχωρηθει προτεραιότητα (κατ άλλους της έκλεισε τό δρόμο) εκείνη του απηύθηνε το αμίμητο «... γαμώ τα στεφανοχάρτια σου...». Έχει και happy end γιατί ενώ όλοι περίμεναν τα χειρότερα (ντάλα χούντα γαρ), εκείνος έβαλε τα γέλια...

#18
dryhammer

in γαμώ τα βάρδουλα

Βάρδουλα (η) είναι και η μεγάλη βάνα πχ παροχής νερού από αντλία άλλως και πομώνα. Έχει χέρι τύπου τιμονάκι και για τις πιό μεγάλες χρησιμοποιείται «γαντζόκλειδο» σχήματος F. Από κεί και το «άνοιξαν τα κωλοβάρδουλα» για δικαιολόγηση κωλοφαρδίας

#19
dryhammer

in γαμώ + αντικείμενο

Ως επιτατικό προστίθεται και το μέσα: γαμώ τήν ψυχή μου μέσα..., το Χριστό σου μέσα... κοκ
'Exω επίσης ακούσει, το καθένα από ένα άτομο, αλλα κατ' εξακολούθηση από τό ίδιο ... το βυζί της κότας (που το θυμάμαι όποτε ψωνίσω στήθος κοτόπουλο) και ...τα κουταλοπήρουνα του μυστικού δείπνου (όπου έτρωγαν με τα χέρια βεβαίως, βεβαίως) μάλλον ενσωματώνοντας στη βρισιά το φόβο μή θίξουν κάτι ή κάποιον...

#20
dryhammer

in γάμπες λαμπόγυαλο

Σαν το μαρκούτσι τ΄αργιλέ ειν΄η γαμπίτσα σου καλέ...

#21
dryhammer

in βουταρία

Παιδάκια του λέγαμε «μουρνταρία» και το ετυμολογώ από το μουντέρνω, καθως όλοι μουντέρναμε ποιός θα μαζέψει τα πιό πολλά

#22
dryhammer

in βουλίζω

Και σε άλλα νησιά υπάρχει το βουλάω - βουλώ με την ίδια σημασία. πχ. Ο τοίχος βούλησε (= γκρεμίστηκε, αλλά όχι κατέρρευσε). Τό βουλημένο σπίτι στη γωνιά είναι επικίνδυνο. Να το βουλήσουνε καλά-καλά πρί σκοτωθεί κανένας.
Από το βουλιάζω;

#23
dryhammer

in βούλγαρος είσαι;

Η γιαγιά μου, όπως και άλλοι πρόσφυγες της ίδιας γενιάς, χρησιμοποιούσε τον όρο «βουργαροκέφαλος» με τη σημασία που δίνεται στο «βουλγάρικο = αγύριστο κεφάλι». Οι δε Αλβανοί μιλάνε επίσης για «βουλγάρικο κεφάλι».
Οπότε το Βουλγάρικο είναι υπερθετικός του Αρβανίτικου κεφαλιού;; Λέμε τώρα...

#24
dryhammer

in βερβελιά

Ιδίως οι κρίκοι του κομπολογιού της κατσίκας

#25
dryhammer

in βατραχάκια

Εγώ αυτά τα ξέρω «κουταλάκια»

#26
dryhammer

in βάρδα

Στη ναυτική ορολογία και απο κει και στα υπόλοιπα η βάρδια εχει το νόημα του: ειμαι στο πόστο μου, σε επιφυλακή, ώστε άν ή όταν συμβει κάτι να μπορώ να επέμβω, νά ειδοποιήσω, να διορθώσω, να ρυθμίσω ανάλογα τη θέση και την περίσταση. Όταν «κάνω βαρδια» αυτό δεν κάνω σε οποιαδήποτε δουλειά;
Βαρδάρω= κάνω ελιγμό αποφυγής
Βαρδιόλα= η θέση στα άκρο του «φτερού» στη γέφυρα του πλοίου (οπτήρας στο ΠΝ;)
πρβλ «Βαρδιάνος στα σπόρκα» του Παπαδιαμάντη

#27
dryhammer

in βάζω δάχτυλο

Επίσης και η extended version για απόλυτη αδιαφορία-απαρέσκεια-απέχθεια για τα τεκταινόμενα ή περιγραφόμενα «δέ γαμιέται... βάζω δάχτυλο!» που την άκουσα γύρω στο '80

#28
dryhammer

in βαβούλες

Μια και «βαβούλι» είναι και γενικά το μπουμπούκι (μήπως υπάρχει ετυμολογική συγγέννεια;), βαβούλι στα χιώτικα είναι και το κλαδί το γεμάτο κόμπους από «μάτια» « έτοιμα να σκάσουν» που επειδή είναι και πιό ελαστικό (άνοιξη γαρ), είναι καλύτερο για ξυλοδαρμό και σαφώς πιό χοντρό από τη βίτσα.
- Θά πάρω κάνα βαβούλι και θα σε περιλάβω...

#29
dryhammer

in αχταρμάς

Αχταρμά, σε ορισμένα μαγειριά της Σαλονίκης, στα μεσο-80ς, έλεγαν την τυροκαφτερή

#30
dryhammer

in αχειλοπουτούρης

Υπάρχει ένα χιώτικο παραμύθι η «αχιλοπουτουρού» που είναι η χιώτικη παραλλαγή της γνωστής σταχτοπούτας, απο την αχιλιά (ή αχηλιά) = στάχτη, αλισίβα και το πουτί.