Ουσία άχρωμος, πλην, όμως, έχουσα χαρακτηριστική οσμή.

Ανακαλύφθηκε ταυτόχρονα από τέσσερα (4) άτομα το 1987, λίγο πριν ο Αργύρης (καλά, ντε, δε σε είπαμε και καμπούρη) βαρέσει τις βολές που έστειλαν άπειρους πιτσιρικάδες να σπάνε ταμπλό και να κακοποιούν στεφάνια στις μπασκέτες των σχολείων.

Εκλύεται όταν επίκειται σημαντικό γεγονός, καλό ή κακό, και συνήθως γίνεται αντιληπτή κοντά στο θέατρο του γεγονότος και μόνο από τους άμεσα ενδιαφερόμενους. Πληροφορίες θέλουν την ομάδα BAN να διαθέτει ανιχνευτές τιρινίνης που διασκορπίζει ανά την επικράτεια.

  1. (Το ανέκδοτο)
    Ο Καμπούρης βρίσκεται στη βολή, τέσσερα δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη. Ο Γιαννάκης του χτυπάει τον κώλο και του λέει:
    - Μαλάκα Αργύρη, μου μυρίζει τιρινίνι.
    - Ξεσκότα μας ρε μαλάκα Γιαννάκη να βάλω καμία βολή να πούμε!
    Ίδια ιστορία και ο Φασούλας:
    - Μαλάκα Αργύρη, μου μυρίζει τιρινίνι.
    - Ξεσκότα μας κ συ ρε μπας και πάρουμε καμιά κούπα εδώ μέσα...
    Βαράει την πρώτη βολή, μέσα. Ιαχές εξέδρας κτλ.
    Παίρνει την μπάλα για τη δεύτερη βολή, τον πλησιάζει ο Γκάλης:
    - Μαλάκα Αργύρη, μου μυρίζει τιρινίνι.
    - Τι πάθατε όλοι σήμερα να πούμε, δε μπορώ να συγκεντρωθώ...
    Βάζει και τη δεύτερη βολή και ακούγεται απ' το υπερπέραν και το επέκεινα η μελωδία του Final Countdown:
    - Τιρινίνιιιι τιρινίνινιιι τιρινίνιιιι τιρινίνινίνινιιιιι!

  2. (καθηγητής μαθηματικών 1ης λυκείου, με το καλημέρα)
    - Βγάλτε μια κόλλα χαρτί να γράψετε πρόχειρο.
    (αλάνι μαθητής, χαμηλόφωνα)
    - Μου μυρίζει τιρινίνι.

  3. - Βλέπεις το γκομενάκι απέναντι πώς σε κοζάρει;
    - Μου μυρίζει τιρινίνι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αταβιστική πρώτη λέξη προέρχεται από το φάγωμα του δεν είναι. Για να προφερθεί σωστά η φράση πρέπει να έχουμε όλη την καλή διάθεση να αρθρώσουμε, αλλά να το καταπνίγουμε ακριβώς πριν το σύμπλεγμα του δέλτα με τα τόσο ρωμαλέα φωνήεντα δει φως της μέρας. Το όλον συμπράγκαλον με τα παραφερνάλια τονίζεται στο πρώτο νυ.

Η απόστροφος θέλει να αποδώσει αυτό ακριβώς το μπαστάρδεμα του νυ με αυτά που υπό κανονικές συνθήκες θα προηγούνταν και θα έπονταν. Λογικά θα είναι και η πρώτη καταγεγραμμένη λέξη παγκοσμίως με δύο σύμφωνα και με τρεις αποστρόφους, οπότε καβλώνουμε και με την πάρτη μας.

Νοηματικά διαχωρίζεται από το πλήρες δεν είναι κακό, καθώς τείνει να σημαίνει ότι πρόκειται περί μάλλον καλού πράγματος, ιδίως όταν συμπληρωθεί σε δεύτερο χρόνο από το 'ν'ν' καθόλου κακό..., όπου το καθόλου προφέρεται έως και καμπανιστά.

- Τι σου λέει το γκομενάκι απέναντι;
- 'Ν'ν' κακό...

Renault NN (από Vrastaman, 20/05/09)

βλ. και πα μαλ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται και στα πάτρια εδάφη για να προσδιορίσει κάποιον ο οποίος ξέρει καλά την πόλη του, τα σωστά μέρη, ξέρει, εν γένει, να κυκλοφορήσει.

- Πστ, άσε, θα σας πάω στα καλύτερα.
- Τσου ρε λοκάλι!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει πού και πού, σπανίως αλλά επαναλαμβανόμενα. Αρκετά παγιοποιημένη χρήση (νομίζω δλδ γιατί δεν κατάφερα να βρω παράδειγμα στο νέτι καθότι η αναζήτησις δύσκολος), αλλά ο Τριαντά που κοίταξα δεν την έχει. Περισσότερο λήμμα της καθομιλουμένης, παρά αργκό.

  1. - Καλές οι πίτσες και τα μπέργκερ, αλλά τρώγε και καμιά σαλάτα μέσα-μέσα, καλό θα σου κάνει.

  2. - Νταξ, κάνω κάνα τσιγαράκι μέσα-μέσα, αλλά καπνιστή δε με λες κι όλας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εις μνήμην του απελθόντος νεοναζή (εσωτερικό αστείο του σάιτ αυτό, όσοι δεν το καταλάβουν δε χάνουν και τίποτα), ας ανεβάσουμε και τον χαρακτηρισμό που αποδίδουν οι χρυσαυγίτες σε όσους τοποθετούνται πολιτικά αριστερότερα της νέας δημοκρατίας.
Κάνει αστείο συνδυασμό με τον χαρακτηρισμό βρωμοποδαράς, που πάει γάντι στους φαντάρους που φοράνε όλη μέρα τα άρβυλα, και συνεπώς δεν βρίσκεται μακρυά και από τους στρατόκαβλους χρυσαυγίτες.
Για το βρωμοποδαράς, βλέπε τα σχόλια εδώ και το άσμα του άσιμου.

παράδειγμα από εδώ, δεν είμαστε και τέτοιοι για να γράφουμε δικά μας...
...Την ίδια στιγμή, μια χούφτα «αλληλέγγυοι» άπλυτοι βγήκαν στο αστυνομικό τμήμα Λευκού Πύργου και αφέθηκαν ανενόχλητοι να σπάνε...

(από Khan, 22/11/13)(από Khan, 28/01/14)

Βλέπε και θολοκουλτουριάρης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαίνει υποχρεωτικά στο τέλος της πρότασης και αντικαθιστά το γιατί όχι. Είναι γνωστό ότι η απουσία λόγου για να μην κάνεις κάτι συνιστά πολλές φορές λόγο τέλεσης πράξεως σπουδαίας και τελείας. Ε, αφού τσάμπα είναι γιατί όχι δηλαδής;

Δέον όπως έπεται άλλων εκφράσεων ωχαδερφισμού, τύπου έλα μωρ' τώρα, νταξ μωρέ και άλλα τέτοια όμορφα.

Επίσης, απαντάται και ως απόκριση σε ευχαριστίες, δηλούσα σε αυτήν την περίπτωση ότι νταξ, δεν έκανα και τίποτα το σοβαρό.

Έχω την εντύπωση ότι οι άλλες μορφές της λέξης, δηλαδή το τζαμπέ-τσαμπέ δεν απαντούν σε αυτήν την περίπτωση.

Ασσίστ ο χάρης πάτσης και υιός, από παράδειγμα εδώ.

(νομίζω το προτιμάς από το πάτσης-γουρούνι-δολοφόνος, ε;:Ρ)

  1. - Να σε γαμήσω, ή την κουρτίνα τρία;
    - Την κουρτίνα τρία.
    - Ε, κάτσε να σε γαμήσω πρώτα, τσάμπα είναι.

  2. - Πάμε για μια μπύρα;
    - Και δεν πάμε; Τσάμπα είναι.

  3. - Στω, ρε συ, πάλι καλά που με ξελάσπωσες.
    - Νταξ μωρέ, τσάμπα είναι.

Να το πάρω το παπούτσι; Πάρτο, τσάμπα είναι. Χα. Χα. Χα. (από Galadriel, 03/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που αδιαφορεί για τις συνέπειες των πράξεών του, και δη για αυτές που γυρίζουν στον ίδιο. Προέρχεται προφανώς από τους βομβιστές αυτοκτονίας.

Κατ' επέκτασιν, ο ασυλλόγιστος, ο σταρχίδιατου, αυτός που κάνει κάτι επειδή εντάξει, και όχι γιατί το ευνοούν οι συνθήκες.

  1. - Πω, ρε πούστη, χάζευα και πέρασα την Πατησίων ταλιμπάν. Πώς και δεν με μάζεψε κάνας ταρίφας...

  2. Με την έννοια του στ@@του:
    - Κατέβηκα ταλιμπάν Μαθηματικά Ι και πήρα πουλαδέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται αντί επιφωνήματος προς έγκριση πράξεως ανδρείας. Συνοδεύεται από γκριμάτσα σκληρού τύπου, βλέπε εξώφυλλα μπλακ μέταλ δίσκων, και το αντίστοιχο νεύμα -ελαφρά και κοφτή κίνηση της κεφαλής προς τα κάτω.

Στο ουδέτερο, πάλι εν είδει επιφωνήματος, με προφορά ένρινη και παρατεταμένο το -ο-, εξαπολύεται όταν ανακοινώνεται γεγονός το οποίο δεν έχει, και θα θέλαμε να έχει, σχέση με εμάς, παρ' όλ' αυτά έχουμε το θράσος να αντιδρούμε χαιρέκακα καθώς «μακριά απ'τον κώλο μας, κι όπου θέλει ας είναι».

  1. - Θα πάρω κι άλλη μπύρα.
    - Σκληρός.

  2. - Άσε ρε φίλε. Στην εξεταστική που θέλω να πάρω το γαμήδι το πτυχίο, μου σκάνε τρία μαθήματα την ίδια μέρα.
    - Σκληρόοοο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είχα τάξει σε μια φίλη μου ιταλίδα με γνώσεις αρχαιοελληνικής και παράλογη διάθεση εκμάθησης της νεοελληνικής να της δώσω πλήρη κατάλογο με τις λέξεις που σημαίνουν πέος και χρησιμοποιούνται στην νεοελληνική, επειδή σχεδόν κάθε φορά που με ρώταγε τι σήμαινε η λέξη που μόλις είπα, η απάντηση ήταν «bite», που σημαίνει πούτσα στα γαλλικά.
Είναι πράγματι άξιον περιέργειας πόσες λέξεις υπάρχουν και το γεγονός ότι κάποιες φορές μπαίνει μία στην πρόταση, ενώ δεν μπορεί να μπει κάποια άλλη:
Πήραμε την πούτσα, ας πούμε δεν λέγεται, ενώ πήραμε το πουλί ή το μπούλο λέγεται, ενώ πάλι δεν λέγεται πήραμε το πουλάκι. Προσπάθησα εις μάτην να την πείσω ότι το πουλί και ο πούλος είναι ριζικά διαφορετικές λέξεις. Παίρνω το πουλί σημαίνει τρώω ήττα, ενώ παίρνω τον πούλο ή το μπούλο σημαίνει τρώω ήττα ή φεύγω από κάπου. Δεν μπορώ να σε γράψω στο πουλί μου, αλλά στην πούτσα ή το μπούτσο μου, παρ'όλ'αυτά, ο τύπος είναι ένα μπούτσο αρχιτέκτονας και όχι μια πούτσα αρχιτέκτονας.

Για την πληρότητα του σάιτ, πιστεύω, λοιπόν, ότι ένας συγκεντρωτικός κατάλογος επιβάλλεται και κάνω την αρχή καταθέτοντας μια συλλογή λέξεων και λημμάτων.
Ας συμπληρώσει με σχόλια όποιος βρει έλλειψη, αλλά για λόγους αναζήτησης στο σάιτ και ματαιοδοξίας θα ιδιοποιηθώ στο λήμμα τις προσθήκες, άντε να βάλω και μια ευχαριστία από κάτω.

από τα τρία το μακρύτερο, αρχιδολεβιές / λεβίδι, αφρικανικό μονόχορδο, βίλλα (Κύπρος), καυλί / καβλί, καραγουδούμπα, καραπιστόλα, κατάρτι / κίονας / μαδέρι / ματσούκι / παλαμάρι / παλαμοστέλιαρο / σουδαύλι (Λευκάδα) / στειλιάρι, τζένιο / φουρνόξυλο, κλαρίνο / φαγκότο, κρέας / κρεατόβεργα, μαλαπέρδα, μαλαστούπα, ματζαφλάρι, μονορώγα, μόριο, μουνοτρύπανο, μπαργαλάτσος / παργαλάτσος, μπέκος, μπιμπί / πιπί / λιλί / ζιζί, Νικολάκης, παπάρι, πελεούνος, πέος / πέοντας / πέουλας / ο πέος, πουλί / πούλος / πουλάκι / πουλαδέρι / αμελί πουλέν / πουλόφωνο, πούτσος / πούτσα / τσαπού / καραπουτσακλάρα / e-πούτσος / λούτσος / φούτσος / πόντσος / τσόνι, πράμα, σαμιαμίδι / σαύρα, σούλος / σούλα, σπαρδαλούπακας, στελίφι (Κύπρος), τσουτσού / τσουτσούνι / τσουτσούνα / τσούτσα / τσουτσουμπρούτσου, φίδι, φύση, ψωλή / ψώλος,

Αλλά βλέπε και:
είσαι / είναι για τον Αχιλλέα, Αλογίσια, καραπουτσαριό.

Ε, έπρεπε... (από Pirate Jenny, 25/02/10)(από jesus, 18/11/10)

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζένια, τζοχανταραίοι.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πούττος, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάντηση φορσέ σε σεξιστικό παραλήρημα ερωτικώς απογοητευθέντος αρσενικού που καταλήγει σε λέξεις τύπου καργιόλες, ψώλες, χανιώλες και άλλα ομοιοκαταληκτούντα.

Η απόκριση πρέπει να είναι άμεσος και στακάτη, ειδεμή διακυβεύεται η ανδρική φιλία, ίσως δε και το μέλλον του σεξουαλικού προσανατολισμού του κλαψομουνιάζοντος.

Έχει γίνει επαρκής, νομίζω, ανάλυση στο σάιτ για το μουνί και τις επιπτώσεις του στην παγκόσμια οικονομία, τις επιστήμες και τη μαγειρική, οπότε θα επικεντρωθώ στην φυσική υψηλών ενεργειών.

Η αντίληψη ότι όλες οι γυναίκες είναι καργιόλες/ψώλες ή ό,τι αποδίδεται στον Θωμά τον Ακινάτη, νά τη πετιέται, και έκτοτε έχει ριζώσει στην λαϊκή τέχνη, στα εκκοκκιστήρια, στα θερινά τα σινεμά, με αποτέλεσμα την τυποποίηση του ως άνω διαλόγου.

- Με παράτησε η σκρόφα για το φραγκάτο το φλώρο με τη μερκεντέ και τα λεφτά του μπαμπά. Μπουχουχού... Καργιόλες!
- Όλες.
- Ψώλες.
- Ε, δεν θα το κάνουμε κι άθλημα, έτσι κι αλλιώς τρίμπαζο του κερατά ήτανε, όλοι σε δουλεύανε.
- Καλά λες. Τον γαύρο τι να τον παίξω;
- Βάζελο.

Κάπου στα 2,5 λεπτά αρχίζει αλλά το τραγούδι είναι απλά απίστευτο οπότε αξίζει να το ακούσετε όλο. (από knasos, 05/02/10)Όλοι (από Khan, 11/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified