Η λέξη σημαίνει κύριος, και χρησιμοποιείται με την ίδια ακριβώς έννοια επειδή ομοιάζει ηχητικά.

Συνώνυμο: κυριλέ

Ο Κύριλλος ήταν μοναχός που μαζί με τον αδερφό του Μεθόδιο διέδωσαν τον χριστιανισμό στους Σλάβους και δημιούργησαν την σλαβική γραφή.

- Η Μαρία με έφτυσε, αλλά εγώ στάθηκα Κύριλλος.

- Άσ' τα σήμερα ντύθηκα αναγκαστικά Κύριλλος... Ο αδερφός μου παντρεύεται, γι' αυτό φόρεσα κοστούμι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαρχιώτης gay (καλιαρντά).

- Ήρθε κι η βλαχοντάνα να μας φάει το γλυκάκι μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή της μάρκας αυτοκινήτων Μercedes.

- Θυμάσαι τον Νικολάκη που ήμασταν συμμαθητές; Τον πέτυχα προχθές να σωφάρει Μερσέντα μαύρη με φιμέ τζαμιλίκι! Ανέλαβε τη σουβλακερί του πατέρα του και τα κονόμησε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που προέρχεται από την ομώνυμη στήλη της εφημερίδας Athens Voice της Μυρτώς Κοντοβά. Πρόσφατα έγινε και τηλεοπτική σειρά.

Εννοεί άγνωστους ανθρώπους, όμορφους και με στυλ, για τους οποίους θα έγραφε κάποιος στην στήλη «Σε είδα»...

Πω πω δες ένα πιπίνι, σκέτο «σε είδα»...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τους 2 πρώτους μήνες της εκπαίδευσης τους οι Δόκιμοι Αξιωματικοί, ονομάζονται «Αλφάδες». Πρόκειται για την σκληρότερη φάση γιατί αφενός έχουν πολύ σκληρή εκπαίδευση και κάνουν όλες τις υπηρεσίες, αφετέρου έχουν του δόκιμους της προηγούμενης σειράς (τους «Βητάδες») να τους κάνουν καψόνια και σπάσιμο νεύρων.

Όνειρο του κάθε Αλφά είναι να περάσουν οι 2 μήνες και να γίνουν Βητάδες, οπότε θα χαλαρώσουν και θα πάρουν υπό την κηδεμονία τους τον «γιόκα» τους για να τον τρέχουν. Συνήθως ο «πατέρας» Βητάς και ο «γιος» Αλφάς κοιμούνται στο ίδιο διώροφο κρεβάτι.

- Άντε να γίνουμε Βητάδες να ηρεμήσουμε λιγάκι, έπηξα σαν Αλφάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση υποτιμητική, που συμπληρώνει συνήθως μιαν άλλη φράση.

Λογαριασμοί, δάνεια, έξοδα και το μουνί της Χάιδως.

(από dimitriosl, 15/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για τα ψαγμένα άτομα, είτε σε επίπεδο έρευνας αγοράς είτε σε επίπεδο εσωτερικής αναζήτησης.

  1. - Τόσο φτηνά το κονόμησες το κινητό; Μες στην ψαγμενιά είσαι πάλι!

  2. - Άσε την ψαγμενιά κατά μέρος και κοίτα να βρεις μια κοπέλα να ταιριάζετε...

Στο 10.32. (από Khan, 21/04/14)

Δες και ψαγμένος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση υποτιμητική που απευθύνεται σε πρόσωπο που μόλις εισέρχεται στον χώρο που βρίσκεται ο ομιλών.

Σε μερικές περιπτώσεις αναφέρεται στην αργοπορία εκείνου που έρχεται...

- Καλησπέρα μάγκες!
- Καλώς τ' αρχίδια μας τα δυο. Τι ώρα είναι αυτή που ήρθες ρε;

Βλέπε και καυλώστονα!.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιώτης, στα καλιαρντά (εκ του αγγλικού soldier).

- Έχω νταλκά μ' έναν σολντά!

Συνώνυμα: σολντάτης, γη ελληνική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για άνδρες, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  • Χρησιμοποιούν την γυναικεία έκφραση «θα τα πούμε, φιλάκια» κάθε φορά που κλείνουν το τηλέφωνο.
  • Συνοδεύουν τις γυναίκες μέχρι το σπίτι τους μετά την έξοδο, για να φιληθούν (και τίποτα άλλο), όπως στις ελληνικές ταινίες.
  • Ασπάζονται διαρκώς στα μάγουλα όποιον ή όποια συναντήσουν (όπως κάνουν οι γυναίκες).

Σταμάτα ρε φιλάκια να μου γλείφεις τα μάγουλα κάθε φορά που με βλέπεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified