Οι βρισιές, οι βωμολοχίες, τα μπινελίκια. Η Γαλλική γλώσσα πάντα ήταν η γλώσσα των σαλονιών. Έτσι τα «γαλλικά» δικαιωματικά είναι η γλώσσα των αλωνιών...

- Ακούς εκεί να με πει μουνόπανο το αρχίδι...
- Μετά τη μαλακία που έκανες να περάσεις με κόκκινο, δικαιολογημένα άρχισε τα γαλλικά Τάκη μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσαρλατάνος, ο επαγγελματικά άχρηστος, ο ανίδεος. Προηγείται συχνά της λέξης ιατρός.

- Δεν αισθάνομαι καλά, θα πάω να με εξετάσει ο γιατρός του 1ου ορόφου.
- Είσαι τρελός. Εγώ σε αυτόν δεν θα πήγαινα ούτε την πεθερά μου. Είναι μεγάλος σχιντζής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ομαδικό σεξουαλικό όργιο στο οποίο πολλά άτομα μαζεύονται ταυτόχρονα σε έναν χώρο και επιδίδονται στο αγαπημένο τους άθλημα. Αρχικά, επειδή οι συμμετέχοντες προκειμένου να χαλαρώσουν έπιναν πολλά ούζα, ονομαζόταν συνθηματικά πάρτι με ούζα και για χάρη ευφωνίας έγινε παρτούζα.

- Γυναίκα μπορείς να μου πεις πώς είναι δυνατόν το παιδί μας να είναι κατάμαυρο ενώ και οι δύο μας είμαστε κατάξανθοι;
- Κοίτα να δεις, έπειτα από την περσινή παρτούζα να είσαι ευχαριστημένος που δεν γαβγίζει κιόλας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλα πάνε στραβά , πάμε από το κακό στο χειρότερο, μας πάει πίπα-κώλο.

Έκφραση που υποδηλώνει ότι μια σειρά γεγονότων που έχουν σχέση με εμάς πηγαίνουν πολύ άσχημα και μάλιστα τόσο άσχημα όσο δεν γίνεται. Συνήθως για αυτή την 'αναποδιά' ευθύνεται κάποιο συγκεκριμένο άτομο με το οποίο συνήθως πάλι έχουμε σχέση προϊστάμενου-υφιστάμενου (φυσικά δεν είμαστε εμείς ο προϊστάμενος).

Η έκφραση αυτή ακούγεται συχνά σε στρατώνες αλλά και σε πολλές φιλελεύθερες εταιρείες.

- Δεν αντέχω άλλο ρε στραβάδι. Ο νέος διοικητής μας πηγαίνει γαμιώντας και μάλιστα χωρίς λόγο...
- Τι χωρίς λόγο βρε ηλίθιε , ξέχασες τι έκανες;
- Που να φανταστώ ρε μαλάκα ότι το τεκνό που μας την έπεσε ήταν η γυναίκα του;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκατηγορία της γενικότερης έννοιας μουνοβοσκός. Είναι ο άντρας που είναι περιτριγυρισμένος από πολλές γυναίκες αλλά τελικά μένει μόνο στα λόγια και ποτέ δεν προχωράει στα έργα. Έτσι, είναι ο καλύτερος φίλος των γυναικών και ο καλύτερος σύντροφος για τις δύσκολες ημέρες (όπως και οι σερβιέτες). Εκείνο που τον ξεχωρίζει από το μουνοβοσκό είναι η ποιότητα του εμπορεύματος η οποία ως επί το πλείστον είναι για τα μπάζα. Οπότε κατά μια άποψη καλύτερα που μένει μόνο στα λόγια.

- Κοίτα τον μαλάκα, μιλάμε για μεγάλο μπαζοβοσκό. Πάλι λιώμα είναι και κυνηγάει όποιες βρει αλλά μένει πάντα με το πουλί στο χέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει τις εύκολες γκόμενες που οδηγούνται εύκολα στο κρεββάτι κάποιου επίδοξου γαμιά και που είναι πάντα διαθέσιμες για αχαλίνωτο sex. Κατά μια πηγή η έκφραση αυτή προέρχεται από την αρχαία Ελλάδα όπου διάφορες ιέρειες του σεξ αποκαλούσαν χαϊδεύτηκα το αντρικό μόριο κόνικλο (= κουνέλι) και με τις γεμάτες επιδεξιότητα κινήσεις του αιδοίου τους ήταν σαν να το έπνιγαν (όποιος κατάλαβε , κατάλαβε). Βέβαια η εκδοχή αυτή αμφισβητείται από πολλούς και γιαυτό παρακαλώ όποιος γνωρίζει κάτι συγκεκριμένο να το καταθέσει

- Τι λες, το πνίγει το κουνέλι η Τασία;
- Τι να σου πω ρε φίλε, την κόβω λίγο σεμνή.
- Αυτές φίλε μου είναι οι μεγαλύτερες καριόλες, να ξέρεις...

. (από MXΣ, 22/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνθηματικό που αναφέρεται στην πράξη της ομαδικού πιπώματος μια παρέας νέων από μία ομάδα κορασίδων. Στο παιχνίδι λαμβάνουν μέρος τουλάχιστον 4 άτομα από κάθε ομάδα. Τα αγοράκια κάθονται στη σειρά με το πουλάκι έξω και περνάνε με τη σειρά τα κοριτσάκια και τα περιποιούνται. Όποιο αγοράκι λερωθεί πρώτο αποβάλλεται. Νικητής είναι αυτός που θα λεκιαστεί τελευταίος. Από την ομάδα των κορασίδων νικήτρια αναδεικνύεται αυτή που θα λεκιάσει τα περισσότερα αγοράκια. Το ζευγάρι των νικητών κερδίζει δωρεάν προφυλακτικά για 1 μήνα και μισό μπουκάλι βότκα.

Τι λέτε, φωνάζουμε τα κορίτσια για καμία πίπα-γύρο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που είναι γκέι και σαδομαζοχιστής ταυτόχρονα.

- Τά 'μαθες, ο Γιώργος είναι γκεϊστάπο!!!
- Έλα ρε από πότε;
- Από τότε που τον γάμησα κανονικά και μετά τον γάμησα και στο ξύλο.
- Εμ τα ήθελε ο κώλος του.

(από Khan, 08/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περάσαμε γαμάτα, φανταστικά, καταπληκτικά, τόσο ωραία, σα να μας παίρνανε πίπες όλο το βράδυ οι καλύτερες γκόμενες. Χρησιμοποιείται σε συζητήσεις μεταξύ αντρών για να δώσουν έμφαση στο πόσο καλά πέρασαν.

Όταν η λέξη βέβαια πίπα χρησιμοποιείται στον πληθυντικό, τότε το νόημα είναι ακριβώς το αντίθετο.

- Χθες που λες βγήκα με τη Barbara και την Ιωάννα και περάσαμε πίπα...
- Εγώ πάλι βγήκα με το Γιώργο και το Μήτσο και περάσαμε... πίπες...

Πίπα περάσαμε με τον Αντρέα (από Khan, 21/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι αντίστοιχο της έκφρασης «σηκώθηκαν τα πόδια να χτυπήσουν το κεφάλι».

- Αφεντικό δε μπορώ να το κάνω αυτό που μου ζητάς, είναι πολύ βαριά τα κιβώτια, να τα μεταφέρεις εσύ.
- Τι λες ρε κωλόπαιδο; Πας καλά; Σηκώθηκαν τα αγγούρια να γαμήσουν το μανάβη; Τσακίσου κουβάλα τα, μη σου κόψω τον κώλο.

Aυτά τα αγγούρια όμως, μπορεί να γαμήσουν τον ψαρά... (από MXΣ, 06/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified