Όπως φαίνεται κι εδώ, ο Δαλάι Λάμα είναι ηγέτης του Λαμαϊσμού (Θιβετιανού Βουδισμού) και αντιπροσωπεύει τη ζωντανή ενσάρκωση μιας μορφής του Βούδα (της μορφής του ελέους).

Ο όρος για τον οποίο συζητάμε εδώ, προέρχεται από παράφραση του ονόματος του Δαλάϊ Λάμα. Ποιον θα μπορούσαμε να αποκαλούμε έτσι;

Θα μπορούσαμε να αποκαλούμε ειρωνικά κάποιον ψωλοπερήφανο, που την έχει δει... και καλά πεφωτισμένος γκουρού, Μέγας Μαγίστρος και Δαλάι λάμα του έρωτα.

Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε έτσι σε κάποιον που έχει μεγάλη ιδέα για τις σεξουαλικές επιδόσεις του, που λέει πως τον έχει βουκεφάλα, που λέει πως έχει την... επαναληπτική καραμπίνα, που λέει πως έχει τον... πηδάριθμο, που λέει πως έχει ρίξει τις καλύτερες (γιατί έχει τη... μεθοδολογία), που λέει πως μπορεί να κάνει κάποιον χυλοπιτολήπτη, Δον Ζουάν, κλπ.

Για κάποιον που θεωρεί πως είναι και ο κρότος, ενώ μπορεί, να είναι ο... πρωταθλητής στη χυλόπιτα, κι όσα κι αν λέει να 'ναι ένα παιχνίδι φαντασίας και ματαιοδοξίας.

Πέτρος:
- Μου 'λεγε ο Κώστας για τις ερωτικές του κατακτήσεις. Φοβερός ε; Άπαιχτος, ε;
Βασίλης (με ειρωνική διάθεση):
- Ετς! Ο Γαμάι λάμα αυτοπροσώπως. Ρε εσύ, μην ακούς παπαρδέλες. Ψώνιο είναι το άτομο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν μιλάμε για κυβερνήτη αεροσκάφους, αλλά για τους ιπτάμενους εναέριους κυβερνήτες του μικροσκοπικού σώματός τους (μύγα, κουνούπι, σκνίπα, σφήγκα, λοιπά μέλη του εντομολογικού κόσμου), που χωρίς σύνδεση με πύργο ελέγχου, ραντάρ, gps και τα ρέστα, κινούνται βάσει ενστίκτου και αισθητηρίου ανίχνευσης, χωρίς συγκεκριμένο προορισμό και προσγειώνονται απρόσκλητα, οπουδήποτε φανταστείς (δεν ψάχνουν για αεροδιάδρομους προσγειώσεως).

Άλλοτε αυτά τα καμικάζι, κάνουν ανασκαφές, λες και θέλουν να ανακαλύψουν τον θησαυρό του Σολομώντα. Άλλοτε σε υποβάλουν σε υποχρεωτική αιμοληψία (βλ. κουνουπακιστάν), σε ένα πρότζεκττριών σταδίων: Πετάνε-Τσιμπάνε-Φεύγουν. Άλλοτε το παίζουν οϋκάδες, βουτώντας στην πορτοκαλάδα σου, στο ποτό σου, κλπ. Γενικά, μπορούν να βρεθούν παντού.

- Χθες, βγάλαμε στη βεράντα μια πιατέλα με καρπούζι και σε δευτερόλεπτα, είχαν προσγειωθεί πιλότοι.
- Μα για πιατέλα μιλάμε, ή για αεροδρόμιο;

βλ και στούκας, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη νταγλαράς, ή νταγκλαράς, ετυμολογείται από την τούρκικη λέξη dοgli (ορεσείβιος), που προέρχεται από την επίσης τούρκικη λέξη dag (βουνό).

Η λέξη dag (βουνό), παραπέμπει σε πολύ ψηλό και άχαρο άνθρωπο (ταβανόσκουπα), ενώ η λέξη dogli (ορεσίβιος), παραπέμπει σε κάποιον που, ενώ μπορεί να ζει στην πόλη, εντούτοις άγεται και φέρεται λες και ζει στα βουνά, σαν ορεσίβιος (φέρεται άγαρμπα, άκομψα, ατσούμπαλα, δεν έχει λεπτούς τρόπους, κλπ).

Εκφέροντας λοιπόν τον όρο, αναφερόμαστε σε έναν πολύ ψηλό και άχαρο άνθρωπο, σε έναν κρεμανταλά.

Ο όρος, έχει αντίστοιχη σημασία με τη λέξη μαγκλαράς.

Τα σπεκια στον φίλο Hank που το ανέβασε στο Δ.Π. αλλά και στον φίλο baznr, που μου το είχε προτείνει τις προάλλες, εδώ.

  1. Νά 'ναι καλά όπου και να βρίσκεται ο νταγλαράς που έβαλε πλάτη ανάμεσα στο μπάτσο και την είσοδο της πολυκατοικίας. Προλάβαμε να χωθούμε μέσα και γλυτώσαμε.
    Δες

  2. Νταγλαράς, δύο μέτρα, εκατό κιλά και με δέκα νταν, να διαλύω τα αυτοκίνητα και να ρίχνω και δυο γερές σε όποιον μου ζητάει τα ρέστα.
    Δες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση εκφέρεται όταν διαπιστώσουμε πως κάποιος γνωρίζει... πολλές εναλλακτικές διαδρομές, προκειμένου να μεταβεί αποτελεσματικά από πολλούς διαφορετικούς προορισμούς σε πολλούς διαφορετικούς προορισμούς.

Τι εννοούμε όταν μιλάμε για αποτελεσματικότητα;

Εννοούμε πως αυτός είναι ικανός να συνυπολογίζει σε dt, παραμέτρους που αφορούν: - γρήγορη πρόσβαση
- σύντομη πρόσβαση
- γνώση εμποδίων (δύσκολες ώρες πρόσβασης, εκτέλεση έργων, κλπ)
- αλλαγή δρομολογίου σε οποιοδήποτε σημείο της διαδρομής εξαιτίας αστάθμητων παραμέτρων, με συνυπολογισμό των παραπάνω παραμέτρων (π.χ: ταχύτερη, συντομότερη πρόσβαση), στο νέο σχεδιασμό, κλπ.

Όταν διαπιστώνουμε τα παραπάνω, εκπλησσόμαστε για τις σούπερ δυνατότητές του σ΄αυτόν τον τομέα. Μας δίνει την εντύπωση πως έχει ενσωματωμένο gps (δες, δες) στο μυαλό του.

Και εκφέροντας την ατάκα, εκφράζουμε θαυμασμό μας για αυτές του τις δυνατότητες.

Διάλογος υπαλλήλων:
- Χθες, ήταν να πάω με τον Πέτρο σε έναν πελάτη. Μόλις φύγαμε από κει μας πήρε ο προϊστάμενος στο τηλέφωνο για να μας ζητήσει να πάμε και σε άλλον. Αυτό το έκανε τέσσερις πέντε φορές. Εν τω μεταξύ, ο ένας απ΄τον άλλο απείχε έτη φωτός. Μη στα πολυλογώ. Ο Πέτρος, ήξερε σε κάθε περίπτωση τον συντομότερο δρόμο, ήξερε ποιο δρόμο να αποφύγει, τι εμπόδια θα συναντήσει, τα πάντα. Για πότε κάναμε όλες αυτές τις διαδρομές ούτε που κατάλαβα. - Μα καλά,... gps έχει στο κεφάλι του;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καφέ της Χαράς, είναι μια παλιά σειρά του Αντ-1 που προβλήθηκε στο διάστημα 2003-2006. Βασικοί πρωταγωνιστές, η Ρένια Λουιζίδου (στο ρόλο της Χαράς) κι ο Χάρης Ρώμας, στο ρόλο του συντηρητικού δημάρχου ενός παραδοσιακού χωριού της ορεινής Αρκαδίας.

Στη σειρά, η Χαρά υποδυόταν μιά μοντέρνα κοπέλα που άνοιξε ένα πολύ προχώκαφέ, για τα δεδομένα του χωριού αυτού. Το καφέ της Χαράς. Απ' εδώ ξεκινάει ο σλανγκισμός.

Όταν λέμε «πάμε για καφέ», συνήθως τουκανίζουμε, αφού ο καφές είναι συνήθως το δευτερεύον στοιχείο της υπόθεσης. Λες π.χ., πως πας για καφέ, ενώ στην ουσία θες να κάνεις μια σοβαρή επαγγελματική κουβέντα, να ψήσεις μια γκόμενα, να κάτσεις για να κοζάρεις κόσμο, να πας για απλό κουτσομπολιό και ένα σωρό άλλα πράγματα.

Εδώ όμως δεν τουκανίζουμε. Εδώ σλανγκίζουμε. Όταν μιλάμε εδώ, για καφέ της Χαράς, μιλάμε... για φραπέ από flocafe. (χωρίς να δίνουμε στόχο στους περίεργους).

Μιλάμε για έναν προχώ καφέ, για έναν καφέ που δίνει μοναδική χαρά στους θαμώνες, οδηγώντας τους σε πρωτοποριακές ερωτικές απολαύσεις. Για έναν καφέ που δεν φτιάχνεται με μηχάνημα, αλλά με το χέρι, ή με το πόδι (με το πόδι... φτιάχνεται δουλειά του ποδιού, δεν γίνεται), αλλά και με το μεράκι μιας έμπειρης μαστόρισσας.

- Πάμε Σαββατόβραδο για καφέ;
- Πάλι καφέ;
- Πάμε τότε, για φραπουτσίνο στο... καφέ της Χαράς;
- Μέσα. Αλλά σε ποιο απ' τα πολλά της αλυσίδας;

Είναι κεφάτος γυρίζει απ τον "Καφέ της Χαράς!" (από Vrastaman, 04/05/09)(από GATZMAN, 04/05/09)καφε α λα σκάρλετ ο χάρα   (από GATZMAN, 18/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προκύπτει εκ των όρων, Φάληρο και Λυρική Σκηνή (Εθνική Λυρική Σκήνη. Δες και εδώ).

Εξετάζουμε δυο βασικές περιπτώσεις:

  1. Σε αυτή την περίπτωση αναφερόμαστε χιουμοριστικά στη Λυρική Σκηνή, έχοντας χιουμοριστικό τόνο στη φωνή μας (βλ. παρ. 1).

  2. Η λέξη, Φάληρο, παραπέμπει στη λέξη φαλιρίζω, που σημαίνει: χρεοκοπώ, πτωχεύω. Η εκφορά του όρου στις ακόλουθες υποπεριπτώσεις εκφέρεται σε συνδυασμό, με κατάλληλο απαξιωτικό μορφασμό, συμβάλλοντας σε κοροϊδευτικό αποτέλεσμα. Διακρίνουμε δυο υποπεριπτώσεις:

α) Μπορούμε να αναφερθούμε κοροϊδευτικά στα μουσικά ακούσματα της Λυρικής Σκηνής (όπερα), στην περίπτωση που δεν τη βρίσκουμε με τη μουσική αυτή (βλ. παρ. 2).

β) Θεωρώντας τη μουσική που παίζεται στη Λυρική σκηνή μουσική υψηλού επιπέδου και, κατ' επέκταση, τους τραγουδιστές που εμφανίζονται εκεί τραγουδιστές κλάσης, η εκφορά του όρου παραπέμπει έμμεσα σε κάποιον υποτιθέμενο τραγουδιστή, που έχει μουσικό ταλέντο gtp προδιαγραφών, αφού τραγουδάει και καλά στη Φαληρική σκηνή (μουσικός χώρος gtp προδιαγραφών).

Πολλές φορές μιλάμε για ψώνια που νομίζουν πως έχουν το... μουσικό ταλέντο.

Βλ. Γαργάρα με ξυλόπροκες, Στη σκάλα του Ωρωπού τραγουδάει;

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 3.

  1. - Πάμε Φαληρική σκηνή το Σάββατο;

  2. - Εγώ έχω γαλουχηθεί από τα μικράτα μου με αργκό και τουμπερλέκι και έπεται πως θεωρώ εντελώς ξενερουά, τη μουσική που παίζεται στη Φαληρική σκηνή.

  3. - O Καρύδης είναι τραγουδιστής της πλάκας.
    - Πού τραγουδάει;
    - Ε που θες μωρέ να τραγουδάει; Σε καμιά Φαληρική σκηνή, θα παίζει ο έρμος.

(από GATZMAN, 03/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μιλάμε για φοροτεχνικό, μιλάμε για επαγγελματία που προσφέρει υπηρεσίες στους φορολογούμενους, σχετικές με τις φορολογικές τους υποθέσεις, αλλά και για δημόσιο υπάλληλο που είναι αρμόδιος για τον έλεγχο των φορολογικών δηλώσεων και τον καθορισμό του αντίστοιχου φόρου.

Όλα καλά. Μόνο που εδώ, δεν παίζει το παραπάνω job description.

Το πρόσωπο για το οποίο μιλάμε εδώ, μπορεί να μην ξέρει γρί από οικονομικά. Πώς γίνεται;

Γίνεται... Γιατί εδώ... μιλάμε για τη μαστόρα γυναίκα που ξέρει απ' έξω κι ανακατωτά τα τερτίπια του ανδρικού μορίου, ώστε με διάφορες μαλάξεις και advanced τεχνικές, να μπορεί να απελευθερώσει τον μέγιστο κεφαλικό φόρο κατά τη συνουσία.

Δεν πάει να' ναι ο άλλος εξαντλημένος από την κούραση της μέρας, ή από τις συνεχόμενες επαναλήψεις στο γήπεδο. Ας είναι. Ε και;

Εκεί που τελειώνουν οι άλλες, αυτή ξέρει τον τρόπο και γι άλλες πίστες. Έχει πάντα κι άλλα βέλη στη φαρέτρα για να παρατείνει, την ερωτική απόλαυση.

H κοπελιά δεν είναι τυχαία. Έχει διδακτορικό στο κάμα σούτρα, στο γάμα σούφρα, στο γάμαμουτρα, στο μασάζ στα Γιάννενα, κλπ.

Είναι η... ορθοπεϊκός. Πιάνει ένα απλό μόριο και το κάνει βουκεφάλα, έτοιμο για τη μάχη στα Γαυγάμηλα. Πιάνει ένα παλιοντούφεκο και το κάνει επαναληπτική καραμπίνα. Κι όλα αυτά σεdt.

- Άσ' τα... Πήγα χθες σε ένα μπαρ να πιω ένα ποτάκι και συνάντησα ένα θεοκόμματο, μα τι θεοκόμματο. Πιάσαμε το μπίρι μπιρι. Μετά πήγαμε σπίτι της. Μιλάμε για φοβερή φοροτεχνικό. Άσ' τα... Ρίξαμε τις... επαναλήψεις. Ούτε κι εγώ πίστευα, τι φλοκοπόταμο έκρυβα μέσα μου ... Γνώρισα καλύτερα τον εαυτό μου... χε χε χε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπάλα (στρογγυλή, λόγω σχήματος) και θεά (και καλά), λόγω τού ότι, πολλές από τις δραστηριότητες που σχετίζονται μ' αυτήν, έλκουν μετά μανίας ευρείες μάζες του πληθυσμού που εκδηλώνουν για αυτές ακραία συναισθήματα, συναισθήματα που αρμόζουν σε μια οντότητα, με θεία υπόσταση (π.χ: υπερβολική λατρεία και εκτίμηση, πάθιασμα, ιερό φανατισμό για την ομάδα τους, κλπ).

Κάποιες από τις αναφερόμενες δραστηριότητες είναι:

- μανιώδης παρακολούθηση ματς (στην τηλεόραση, στο γήπεδο, κλπ).

- αθλητική ενημέρωση για σχετικά θέματα (διάβασμα εφημερίδων, παρακολούθηση ενημερωτικών εκπομπών στην τηλεόραση, στο ράδιο, κλπ). Να μη χαθεί οξεία.

- παθιασμένη συζήτηση μεταξύ οπαδών για θέματα που αφορούν αθλητικά ματς, σχολιασμός φάσεων, κλπ.

- ένθερμη συμμετοχή σε αθλητικά ματς (σε γειτονιές, σε γήπεδα, κλπ), με στόχο την ατομική και την ομαδική διάκριση.

  1. Μπορεί, βέβαια, να μην είναι ένθερμη οπαδός κάποιας ομάδας, ωστόσο δεν κρύβει ότι τη μαγεύει η στρογγυλή θεά.
    Δες

  2. Γέροι, νέοι, παιδιά, εσχάτως κι εκατομμύρια γυναίκες, κι όμως θα καταφέρουν να βυθιστούν για 30 ημέρες στη μαγεία της στρογγυλής θεάς, αίροντας συνειδητά κάθε χυδαία εμπορευματοποίηση, πιστοί στη φυσική ομαδικότητα και λαϊκότητα του ποδοσφαίρου.
    Δες

  3. - Αύριο είναι το ντέρμπι των αιωνίων.
    -Κατάλαβα. Την ώρα του ματς, θα νεκρώσουν τα πάντα. Η προσοχή του πλήθους θα στραφεί στις κινήσεις της στρογγυλής θεάς.

(από GATZMAN, 03/05/09)(από GATZMAN, 03/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται, από τη λέξη Λούξεμπουργκ (Λουξεμβούργο) και παραπέμπει στο ομώνυμο δουκάτο, που έχει ως αρχηγό, τον Μέγα Δούκα Ερρίκο του Λουξεμβούργου. (που είναι δε, ο τελευταίος μέγας δούκας, στον κόσμο).

Αλλά... αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.

Αναφερόμαστε εδώ, στο δουκάτο μιας αντρικής οικογένειας, αλλά και στον αρχιδούκα του (δούκα των αρχιδιών), τον Λούτσεμπουργκ (λούτσος... στο πιο αριστοκρατικό).

Ο Λούτσεμπουργκ έχει ως υπηκόους δυο όρχεις και διατηρεί τον τίτλο του ανώτατου άρχοντος, των σλανγκικών κάτω χωρών.

Ο αρχιδούκας, δεν θα μπορούσε να μην είναι τζέντλεμαν. Και εννοείται, πως όταν βλέπει κυρία σηκώνεται. Το σαβούρα βίβρ στο αίμα του. Ας μην... το κρύψωμεν άλλωστε.

Κι όταν κάποια τον φέρει στα ντουζένια του, τότε αυτός, ξεχνάει την ευγενική του καταγωγή και είναι σε ετοιμότητα για να κάνει λούτσα, άνευ διασπερματεύσεως, αυτήν που κατόρθωσε να ανυψώσει καταλλήλως το ανήθικον του κατόχου του.

Η χρήση του όρου γίνεται, είτε για να προσδώσουμε χιούμορ στο λόγο μας, είτε στα πλαίσια πειράγματος.

- Η Εριέτα, είναι γόνος αριστοκρατικής οικογένειας. Μην πας και μιλάς για λούτσους μπροστά της, όπως έκανες την προηγούμενη φορά. Θα σε παρεξηγήσει.
- Ε τότε θα το πιάσω στο πιο αριστοκρατικό.
- Μπράβο!
- Δε θα ξαναμιλήσω μπροστά της για [λούτσο].
- Μπράβο!
- Θα μιλήσω για τον αρχιδούκα του Λούτσεμπουργκ, τον Λούτσεμπουργκ... χε χε χε - Γκρρρ!
- χε χε χε...

(από GATZMAN, 02/05/09)O Ερρίκος σε αναμνηστικό νόμισμα του 2004 (από GATZMAN, 02/05/09)Η πόλη του Λουξεμβούργου (από GATZMAN, 02/05/09)Με σλανγκική ματιά φαίνονται, το πέος κι οι όρχεις  (από GATZMAN, 02/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος χθεσινό αυγό, ή μ' άλλα λόγια, το σημερινό πουλάκι, που βγήκε χθες από το αυγό του, αναφέρεται απαξιωτικά για κάποιον:

- νεαρό στην ηλικία που, κατά την αντίληψη κάποιου μεγαλύτερου του που εκφέρει την ατάκα, μιλάει, ντύνεται και φέρεται ανάρμοστα για την ηλικία του.

Αυτός που το λέει μπορεί να 'ναι πολύ συντηρητικός άνθρωπος που δεν έχει συμφιλιωθεί με την εποχή του και έχει μείνει σε νόρμες και συνήθειες που έπαιζαν παλιότερα, αρκετά μεγαλύτερος από τον άλλον (δυσκολία κατανόησης λόγω ηλικιακού gap) (βλ. παρ. 1)

- νεότερο, σε ένα κοινωνικό σύνολο ατόμων (εργασιακό χώρο, σύλλογο, κλπ), από αυτόν που εκφέρει τον όρο, όταν κατά τη γνώμη του, ο άλλος δείχνει το... θράσος και έχει την... άνεση στο χώρο. Ωστόσο, ο νεότερος στο σύνολο αυτό, μπορεί να είναι μεγαλύτερος στην ηλικία από αυτόν που εκφέρει την ατάκα και μπορεί να έχει την... εμπειρία. Εντούτοις δεν αποκλείεται αυτός, να είναι και στον κόσμο του.

Αυτός που εκφέρει τον όρο, μπορεί να αποκαλεί τον άλλο, ξεψάρωτο, να του καταλογίζει αυθάδεια, κλπ. Ωστόσο δεν αποκλείεται να τον ζηλεύει όταν τον βλέπει να τεκμηριώνει αυτά που λέει και να τυγχάνει αποδοχής από τους υπόλοιπους. Πολλές φορές πάλι, αυτός που εκφέρει τον όρο μπορεί να ήταν ψαράςκατά την είσοδο του σ' αυτό το σύνολο και να μην ανέχεται ανθρώπους με ελευθερία γνώμης. Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 2.

1) Κοίτα πώς ντύθηκε το χθεσινό αυγό. Όλα έξω τα πέταξε.

2) Κοίτα ρε... Έχει τρεις μήνες στη δουλειά το χθεσινό αυγό και το παίζει μέντορας.

(από nick, 30/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified