Ελληνική μετάφραση: τα φώτα είναι αναμμένα, αλλά κανείς δεν είναι σπίτι!
Χρησιμοποιείται για ανθρώπους μηδενικού ΙQ, φυτά...

Το λήμμα μιλάει από μόνο του..=Ρ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως χρησιμοποιείται για να εκφράσει την άγνοιά μας ως προς κάποιο θέμα. Επίσης χρησιμοποιείται με ειρωνική διάθεση για να δείξουμε ότι δεν μας ενδιαφέρει η συζήτηση ή ότι τη θεωρούμε ασήμαντη ή ενοχλητική.

  1. - Ρε συ Θρασύβουλε, ο Θρύλος είναι ξανά πρωταθλητής!
    - Α ναι ε; Και στη Γερμανία βρέχει!

  2. - Σήμερα δεν ήρθε ο Πάκης στη δουλειά...
    - Ε σιγά, στη Γερμανία βρέχει...

(από nick, 24/03/09)(από EvoOz, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει απ' το loser (χαμένος) και το user (χρήστης).
Χρησιμοποιείται για κάποιον ανίκανο...

- Καλά ρε αυτός ο Ρούλης, πόσο πιο luser πια;
- Γιατί τ λες αυτό;
- Χθες έπιασε μια α' εθνικής, και αντί να τν ρίξει αμέσως, άρχισε ν τσ μιλάει για τη συλλογή του με τ γραμματόσημα!!
- LOL =]

Χρήστης Ελ. (από Galadriel, 07/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο «αρραβωνιαστικός» ο οποίος θα έκανε ακόμα και αέρα στην μνηστή του!

σημ. 1η: αναμνηστήρας : ο εν λόγω «αρραβωνιαστικός» όταν πάρει πόδι...

σημ. 2η: αχαμνηστήρας : o εν λόγω πρώην «αρραβωνιαστικός» όταν ξεκινάει τρελή δίαιτα για να ξαναρέσει στη δικιά του...

- Ο Μάκης κατάντησε ανεμνηστήρας... ό,τι θέλει τον κάνει η δικιά του...

Aπό εδώ στο lexilogia.gr

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος αρρωσταίνει μυστηριωδώς όταν φυλακίζεται ή πρόκειται να φυλακιστεί...

- Τι έγινε τελικά με το Μητσάρα;
- Άσε! Έπαθε φυλακίτιδα και την γλύτωσε μέχρι νεοτέρας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαταραχή που πλήττει τους εργαζόμενους σε πολλές εταιρίες / υπηρεσίες / τράπεζες του λεκανοπεδίου (και όχι μόνο) κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Κύριο σύμπτωμα είναι η εμμονή να διατηρούν -μέσω κλιματισμού- τη θερμοκρασία του χώρου στους 17 βαθμούς (ενώ έξω έχει 33) με αποτέλεσμα να τουρτουρίζουν...

και...

Ψυχραναγκάζω: τακτική αφεντικών, προϊσταμένων, διευθυντών κ.λπ. να μετατρέπουν τους χώρους εργασίας του λεκανοπεδίου σε σιβηρικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, παρά τις διαμαρτυρίες των εργαζομένων.

-Μα κύριε Σταλινίσκο μου, 17 βαθμούς; Θ' αρπάξουμε καμιά πούντα!
-Πας καλά, Κακομοιρίδη; Εδώ σκάει ο τζίτζικας!

(από nick, 05/04/09)

Aπό εδώ στο lexilogia.gr

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εμμονή, η τρέλα προς την τελειότητα, την οποία πολλοί βρίσκουν στο νυστέρι του πλαστικού χειρουργού... Δυστυχώς τώρα τελευταία το φαινόμενο αυτό παρατηρείται πολύ πιο συχνά απ' ό,τι παλιότερα...

- Ρε μαλάκα, την είδες τη Λιλιαν; Πώς έγινε έτσι; Τι στο διάολο έκανε στη μάπα της;;
- Ε, φαίνεται έχει αγαμίες και την έπιασε νυστερία..

(από nick, 25/03/09)(από EvoOz, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χώρος στον οποίο διέρχονται άντρες και γυναίκες με εμφάνιση κάτω του μετρίου...

- Θυμάσαι ρε το μπαράκι που ερχόμαστε και τα πίναμε μικροί;
- Ναι ρε μαλάκα... τώρα έχει γίνει πατσαρέλα όμως... χειρότερα από ποτέ!

Aπό εδώ στο lexilogia.gr

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δηλητήριο το οποίο καταδικάζονται να πάρουν όσοι παρακολουθούν το δελτίο του Star με αναρίθμητα χαζορεπορτάζ από τη Μύκονο ...

- Πάμε σήμερα κάτω;
- Βαριέμαι ρε μαλάκα..
- Και τι θα κάνεις μεσα ρε;
- Μάλλον θα κάτσω στην τηλεόραση, όλο και κάτι θα 'χει..
- Δες star!
- Ναι, γάματα... θα πάρω μια γερή δόση μυκώνειο, μου φαίνεται!

(από Vrastaman, 26/03/09)

Aπό εδώ στο lexilogia.gr

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τις λέξεις ταίρι και έργο.
Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τον «άσχημο» σύντροφο κάποιου εμφανίσιμου προσώπου...

- Κοίτα με ποια έμπλεξε ο Σούλης!!...
- Ναι ρε μαλάκα, σκέτο ταιρατούργημα είναι...

(για διευκρινήσεις βλ. φώτος)

(από EvoOz, 25/03/09)(από EvoOz, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified