Συγκρατιέμαι, δεν παρασύρομαι σε απολαύσεις κάθε είδους.

  1. Θα 'θελα να σου τα χώσω στο επόμενο κομμάτι
    να σου σκάσω μια σφαλιάρα να σου γύριζε το μάτι
    να μου λένε κάνε κράτει και εγώ να μην κρατιέμαι
    να 'χεις κόλλημα μαζί μου και εγώ μ' άλλες να γαμιέμαι
    να κάναμε το βράδυ με τη φίλη σου παρτούζα
    να σου έραβα τα χείλη όπως κάνει η Yakuza

(από στίχους των UKSQUAD - ποιών;!)

  1. - Η Ελένη σε όλη την διάρκεια της εγκυμοσύνης τρώει τα πάντα, κάνε κράτει κορίτσι μου, σε λίγο θα φας και τα παγάκια!!

(από περιγραφή βίντεο με τη Μεναγάκη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάπως απαρχαιώμενος τρόπος να δηλωθεί κορεσμός από κάποιο έδεσμα - με έμφαση στο λάδι.
Πλέον χρησιμοποιείται κυρίως από έμπειρα γκαρσόνια ταβέρνας που προσπαθούν να σπρώξουν κάποιο επιπλέον πιάτο σε πελάτη που κάνει κράτει.

- Να βάλω αδελφέ και μια αγγουροντομάτα να λιγδώσει τ' άντερο, να σε πιάσει να 'ούμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δύο μπαχαλοπάνκς αράζουν στην πλατεία (μία είναι η πλατεία). Σε κάποια φάση και μετά από σιωπή και πολλά περιπτερόμπυρα ο ένας προτείνει
- Ρε... πάμε να σπάσουμε;
- Ναι ρε, αλλά πού;
- (μετά από σκέψη κλασμάτων δευτερολέπτου, γνωστή και ως ξάφνιασμα) Ρε ξεκόλλα με τις θεωρίες...

Ημιαυτονομημένη η κατάληξη από το παραπάνω ανέκδοτο, ως φράση, λέγεται προς κάποιον ο οποίος σε πολιτικές και κινηματικές καταστάσεις «παρασύρεται» από την ένταση της στιγμής καθώς τον πνίγει το δίκιο και εμφορείται από ιερή αγανάκτηση κλπ και προκρίνει «άμεση δράση» (όχι απαραίτητα βίαιη) αναντίστοιχη προς τις συνθήκες... Συνήθως για να τη βγει από αριστερά προς τους θεωρητικολόγους...
Λέγεται όμως και γενικά για απονεοημένα συλλογικά εγχειρήματα κάθε είδους

(α)
- Παιδιά, αυτό το καπέλωμα από τους κνίτες δεν πρέπει να μείνει αναπάντητο... Προτείνω να βγούμε αμέσως και να τους πατήσουμε όλες τις αφίσες και αύριο πρωί μικροφωνική και φυλλάδια...
- Ναι, ναι, ξεκόλλα με τις θεωρίες... Σπύρο, πρώτον είναι 3 το πρωί και δεύτερον, η όλη φάση η δική μας έχει βαλτώσει... άλλα πρέπει να συζητήσουμε...

(β)
- Πω πω, κοίτα ρε τα μουνάκια στη μπάρα... τι το συζητάμ , πάμε να τους μιλήσουμε ρε κότες!
- Ναι ναι, ξεκόλλα με τις θεωρίες... Ρώτα με κι εμένα που τους μίλησα χθες, πρόκειται περί παγόμουνων φίλε... Στο είπα: δύσκολα θα γαμήσουμε εδώ πέρα που ήρθαμε (εμείς τα φτωχαδάκια)...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δουλειά που γίνεται διεκπεραιωτικά, στα γρήγορα, πρόχειρα, εκμεταλλευτικά και χωρίς ενοχές για όλα αυτά...

Πολύ ξεπέτα το report φίλε, φαίνεται, ξεπέτα έχει κάνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυθολογικό Βακχικό πλάσμα.

Μπαίνω μέσα στο σαλόνι και τι βλέπω; Το τέρας με τα τέσσερα πόδια και τις δύο πλάτες, ο συγκάτοικος και η Στέλλα, η από κάτω... τρόμαξα φίλε, αγριεμένο ήτανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τσαμπουκάς, μανούρα, χειροδικία και λογομαχία.

  2. Ψυχοφθόρα και κοπιαστική κατάσταση προκαλούμενη από κατά συρροή σπασαρχίδες.

  3. (μεταφορικά) Συνουσία με πολύ μπαλαμούτι εκατέρωθεν, το τέρας με τα τέσσερα πόδια και τις δυο πλάτες.

  1. - Τι έγινε κι είσαι έτσι ρε Αντώνη;
    - Άσε, μου 'κανε πάλι ένα μανικουλέ ο γείτονας για το πάρκινγκ, στο τέλος θα σκοτωθούμε, θα με θυμηθείς.

  2. - Τι μανικουλές κι αυτή η απογραφή ρε φίλε να πούμε, κάθε τέλος του μήνα.

  3. - Πω πω φίλε με κοιτάει κι αυτή, θα γίνει μανικουλές σου λέω, το αιστάνομαι!

Βλ. και σχετικό με το (2) λήμμα μανίκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Μαύρος Γάτος ήταν γνωστό μπαρ της πόλης των Χανίων στα late 80's που έκλεισε και ξεχάστηκε κάπου στα μέσα του '90. Συνέχισε όμως να ζει μέσα από δημοφιλείς στα λυκειόπαιδα ραδιοφωνικές φάρσες, οι παραγωγοί των οποίων έκαναν στον αέρα τηλεφωνικό μανικουλέ σε ανυποψιάστους φίλους ακροατών κατά παραγγελία των τελευταίων. Όταν άναβαν τα αίματα και άρχιζε το βρισίδι, οι παραγωγοί έκλειναν ραντεβού για «να τσι παίξουνε» στο Μαύρο Γάτο. Ο ακροατής μπριζωμένος έψαχνε να βρεί το μπαρ....

Έμεινε ως χαβαλεδιάρικη και εκτονωτική αποστροφή σε ψευτοτσαμπουκάδες μεταξύ φίλων, χρησιμοποιείται πού και πού ακόμη και τώρα από όσους ήταν έφηβοι στα 90's.

- Ωραία φίλε η αδερφή σου... δεν το 'ξερα πως έχεις αδερφή...
- Έχω αδερφή, αλλά δεν είναι για τα μούτρα σου...
- Τι παραξηγιέσαι μωρέ... στο Μαύρο Γάτο και φέρε και την παρέα σου...

(από Kiwibox, 16/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση μειωμένης εγκεφαλικής λειτουργίας, ντάγκλας, μετά από κατανάλωση ικανής ποσότητας σουβλακοειδών. Μπορεί να εμφανιστεί και έντονη εφίδρωση, αίσθημα ματαιότητας και ενοχής.

- Πω πω αποσουβλάκωση, πού να χωνέψεις τέτοια ώρα...
- Ναι ρε πστ!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στάση σε βρώμικο για εφοδιασμό με πιτόγυρους. Ακολουθεί αποσουβλάκωση.

- Θα το δούμε το ματσάκι τελικά ρε;
- Ναι, πάμε για πιτ στοπ πρώτα και αράζουμε σπίτι μου, τι λες;
- Αμέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μισό του μισού της εξής μαντινάδας:

Στη σηκωμένη τ’ αλλουνού ποτέ να μην καθίζεις
γιατί μαθαίνει ο κώλος σου και δε ξεσυνηθίζεις.

Λέγεται στην Κρήτη προς όσους έχουν το κακό χούι να εκμεταλλεύονται την σύντομη απουσία σου για να κάτσουν στην καρέκλα σου ή στην καλή θέση που έχεις προλάβει σε μέρη και περιστάσεις όπου οι καρέκλες ή οι καλές θέσεις σπανίζουν.

Ρε Μάνο, βολευτήκαμε βλέπω δίπλα στο παράθυρο... έλα, έλα, όπως έκατσες, στη σηκωμένη τ' αλλουνού...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified