Χαρακτηριστικός τρόπος εκφοράς του «συγγνώμη» με τονισμένο το ΓΓ, ή το ΓΚΝ τέλος πάντων. Λόγω των παραπάνω, το συΓΚ-ΚΝώμη προφέρεται εν τέλει ως δύο λέξεις, με μια στιγμιαία παύση μεταξύ «συγκ» και «κνώμη». Πιο εύκολα περιγράφεται ως το συγγνώμη και καλά λεχθέν από διανοητικά «καθυστερημένο» άτομο.

Χρησιμοποιείται:

α. όταν όντως έχουμε κάνει κάποια αγαρμποσύνη, ή όταν έχουμε πει πατάτα, και θέλουμε να ελαφρύνουμε την κατάσταση (αν ελαφρύνεται).

και πιο συχνά

β. όταν ο συνομιλητής μας θεωρεί ότι έχουμε κάνει τα παραπάνω, εμείς όμως όχι, και θέλουμε να γελοιοποιήσουμε το ζόρι που τραβάει με την κατάσταση. Δεν τρέχει και τίποτα δηλαδή. Αν αυτός επιμένει, είναι πιθανό να μας ενημερώσει ότι, όπως κι αν το προφέρεις, το συγγνώμη ισούται με μισό χέσιμο.

Φανερώνει σε κάθε περίπτωση κάποια δόση καφρίλας και - φευ! - ανωριμότητας....

[ευπρόσδεκτα media με εκφορά]

  1. Ρε συ, δε σου πα να μην κράζεις τις ανορεξικές μπροστά στη Μαρία, γιατί κι αυτή το 'χει ψιλοπεράσει...
    - Ώπα, δεν το ξερα... καλά συΓΚ-ΝΩΜΗ!

  2. Ρε μαλάκα, τράβα καζανάκι να πούμε.
    - ΣυγΚ-ΚΝώμη!
    - Τι συΓΚ-ΚΝώμη μωρέ, μας έχεσες καλά καλά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ζωντόβολο ή ζωντανό στη δυτική Κρήτη. Γενικά ο βλάκας. Αρχαία λέξη. Λέγεται στις πόλεις από σβούρους και πετσιά.

  1. - Που λερώθηκες ρε;
    - Πήγε ο Μανώλης να πιεί από τη μπύρα μου και μ' έκανε πουτάνα!...
    - Έ, το έχνος!

  2. βλ. στο media 03.57

(από xalikoutis, 11/09/08)

Βλ. και σχετικό λήμμα ζουλάπι, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«-άς, -άς;» = συνθηματικός εφηβικός τρόπος να ρωτήσεις το διπλανό σου αν το διερχόμενο γκομενάκι θα το γαμούσες (τη γαμάς, τη γαμάς;).
απαντιέται ή με «-ούλα!» (μόνο με σακούλα στο κεφάλι για γκόμενες-γαρίδες
ή «-αζώτα!» (της αλλάζω τα φώτα).
Απαρχαιωμένο μάλλον.

- άς, -άς;
- άσε μας ρε μαλάκα..
- άς ρε; (σκουντάει)
...
- εεε... -ούλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτεινόμενο αρκτικόλεξο για τους ΑΓΑνακτισμένους ΠΟλίτες: τους συνοικιακούς σπασαρχίδες που μονίμως διαμαρτύρονται ενάντια σε α. «παλιόπαιδα» που τα σπάνε χωρίς λόγο
β. μετανάστες στη γειτονιά τους που βρωμάνε
γ. μπουρδέλα στη γειτονιά τους που έχουν αρρώστιες και δίνουν στα παιδιά λάθος πρότυπα και το έιτζ ίσως δ. κέντρα απεξάρτησης στη γειτονιά τους που διαδίδουν τα ναρκωτικά
ε. ψυχιατρικούς ξενώνες που μεταδίδουν τη σχιζοφρένεια στ. την κατάπτωση των ηθών γενικότερα, τα σκουλαρίκια και όσους παίζουν μουσική μετά τις 11 το βράδυ

Κάνουν δηλώσεις στα κανάλια ζητώντας περισσότερη αστυνόμευση. Σεβάσμιοι ενορίτες και χειροφιλητές του κάθε παπαρούπα, συχνά κλακαδόροι μπραβοδημάρχων. Αφόρητοι ακόμα κι όταν δε δουλεύουν για την ασφάλεια (όπως τότε που υπήρχε τάξη).

Ο δήμαρχος έχει τσιμεντάρει τα πάντα και ο κόσμος ασχολείται με τους ξένους που αράζουνε στην πλατεία. Βγήκε και ένας μαλάκας ΑΓΑ.ΠΟ. στο TeleKolopetinitsa και τα έχωνε...

S.A.G.A.P.O. Ες Έι Τζι Έι Πι Όου (από Hank, 21/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταλαιπωρημένη η γαλλική φράση à propos (που έχει περάσει και στα αγγλικά). Σημαίνει επί τη ευκαιρία ή ειρήσθω εν παρόδω, ή btw... στα ελληνικά υπάρχει από παλιά και ο ηλεκΤριανταφυλλίδης το αναφέρει με την παραπάνω έννοια.

Το α προπό όμως χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον ως εξής: α ΠΡΟ.ΠΟ., δλδ. «όπως το ΠΡΟ.ΠΟ.», δλδ. (για τους μη επιστήμονες του παιχνιδιού) στην Τύχη, με μαντεψιά.

Η φράση απαρχαιώθηκε όταν βγήκε το λόττο (κι έπειτα το τζόκερ) όπου ο παράγων κωλοφαρδία είναι πολύ πιο καθοριστικός. Το ωραίο με τη φράση είναι ότι όσοι/ες τη χρησιμοποιούσαν/χρησιμοποιούν λάθος είχαν την εντύπωση ότι ήταν/είναι σωστοί, άρα πρόκειται και για γαλλικούρα πρώτης γράμμης.

(Μαγκιώρος καθηγητής παλαιάς κοπής σε φροντιστήριο) - Ρε παιδιά, ρε παιδιά...εγώ σας άκουσα να 'ούμε κι έβαλα ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, πώς-τις-λένε, για να μην κουράζεται το χεράκι σας να' ούμε, να μην έχετε να γράφετε κατεβατά να 'ούμε, κι εσείς πήγατε και μου απαντήσατε α ΠΡΟ.ΠΟ., αέρα πατέρα. Έχασα πάσα ιδέα, να μην ξαναεπαναληφθεί να 'ούμε..

α ΠΡΟ.ΠΟ. ένα μύδι! (από Hank, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ήσυχος, μικροκαμωμένος, λακωνικός και διακριτικός πούστης, ο οποίος, από δειλία ή από ηθική, τέλος πάντων, πολλές πουστιές δεν κάνει.

Ίσως βγήκε επειδή θυμίζει ηχητικά το πισπιρίγκος αλλά πλέον η ηχητική συγγένεια με το στριγκ και τα παράγωγά του είναι καταλυτική.

- Ο Στέλιος καλό παιδί ρε φίλε, αλλά πολύ ήσυχος, ξεχνάς ότι υπάρχει....
- Ε, πουστρίγκος είναι...
- Ναι, ε;
- Αλλά καλό παιδί, όντως...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατεργάρης, μπαγαπόντης, σκανταλιάρης. Απευθύνεται σε πιτσιρίκια.

- Α ρε πισπιρίγκο, πάλι τα γατιά πετροβολούσες και δεν πλησιάζουνε στην αυλή;

Got a better definition? Add it!

Published

Η ανθρωπομορφική και βαθιά ποιητική αυτή φράση προέρχεται από κόμικ (του Λέανδρου νομίζω), όπου γραμμένη πάνω σε προειδοποιητικές πινακίδες εδήλωνε την παρουσία μονίμως τσαμπουκαλεμένου, φασαριόζικου, απρόβλεπτου και κατά γενική ομολογία ηλίθιου σκύλου, ικανού για το χειρότερο και σίγουρα όχι για το καλύτερο. Επίσης παρέπεμπε σε κλίμα έντονης ιδιοκτησιακής φόρτισης για την όλη περιοχή, μαζί με τα κάγκελα, τις κάμερες κλπ.

Δυστυχώς, όμως, δε θα τη βρείτε γραμμένη εκτός κόμικ, καθώς οι κυνοκτήτες προτιμούν είτε το άχρωμο και άοσμο «προσοχή σκύλος» είτε τα «εδώ φυλάω εγώ» και λοιπά ξενόφερτα στο στυλ «άι (δε ντογκ) αμ ιν τσάρτζ χία» κλπ κλπ.

Η φράση, λοιπόν, χρησιμοποιείται μάλλον, μόνον στον προφορικό λόγο, και είναι ιδιαίτερα χρηστική μεταξύ πιτσαράδων, φυλλαδιοβόλων αλλά και σε παρέες αμέριμνων ψυχογεωγράφων περιπατητών....

  1. «Ρε συ, 3 πίτσες Βενιζέλου & Σπάρτης, μονοκατοικία, τις πήγες;... Όχι; Έφυγες, σφαίρα! Και προσοχή, ο σκύλος είναι μαλάκας...»

  2. Αντί άλλου παραδείγματος, παραπέμπω εδώ, λινκ που καταδεικνύει ότι «δείξε μου το σκύλο σου (μαλάκας) να σου πω τι είσαι»*. Θαυμάστε την επιχειρηματολογία (ειδικά περι «παιδακίου» και «Αλβανού tresspasser»).

  • Για να μην παρεξηγηθώ, δε φταίει ποτέ ο σκύλος αν είναι μαλάκας...

(από xalikoutis, 10/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

... Επίρρημα... ο γνωστός αρχαιοελληνικός τρόπος γραφής και ανάγνωσης (βουστροφηδόν), με αλλαγή της κατεύθυνσης ανά στίχο, κατά την τροχιά του βοός στο χωράφι... έγινε στα νεοελληνικά η τροχιά που διανύει το πουστρόνι προκειμένου να πάει από το α στο β: τροχιά λοξή και κουνιστή, με πολλά τσαλίμια και κωλοαναστροφές .
Ε; Ζόρικος όποιος (λαός) το έβγαλε αυτό.

η τελευταία στροφή από ποιηματάρα με άγνωστες λέξεις -οδοντιάτρου (;)- από εδώ.

αναζητούμε τη μισκοτίνη
την άλλη πλευρά της ζωής
να θρονιαστούμε
μα όλα τα όνειρα τελειώνουν
σε πολυθρόνα οδοντιατρική
οδεύοντας πουστροφηδόν
στην έσχατη
τη μάχη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια λέξη για τον πούστη, ή μάλλον για αυτόν για τον οποίο υποψιαζόμαστε ότι μπορεί και να το πνίγει το λαγουδάκι (κλπ). Είναι πιο διακριτική και ιδιότροπη ειδικά τώρα που φράσεις όπως το πνίγω το λαγουδάκι έχουν γίνει πασίγνωστες.

- Ρε συ, αυτός ο Χαράλαμπος πρέπει να 'χει γαμήσει τη μισή Αθήνα, είναι ο κερατάς πολύ στην τρίχα... και τον κοιτάνε οι γκόμενες σα μπακλαβά...
- Μπααααα...
- Τι μπαααα;
- Ύποπτος μου φαίνεται... την κουνάει την αχλάδα...
- Τι λες;
- Ναι σου λέω...

(από xalikoutis, 09/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified