Άλλη μια λέξη για τον πούστη, ή μάλλον για αυτόν για τον οποίο υποψιαζόμαστε ότι μπορεί και να το πνίγει το λαγουδάκι (κλπ). Είναι πιο διακριτική και ιδιότροπη ειδικά τώρα που φράσεις όπως το πνίγω το λαγουδάκι έχουν γίνει πασίγνωστες.

- Ρε συ, αυτός ο Χαράλαμπος πρέπει να 'χει γαμήσει τη μισή Αθήνα, είναι ο κερατάς πολύ στην τρίχα... και τον κοιτάνε οι γκόμενες σα μπακλαβά...
- Μπααααα...
- Τι μπαααα;
- Ύποπτος μου φαίνεται... την κουνάει την αχλάδα...
- Τι λες;
- Ναι σου λέω...

(από xalikoutis, 09/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαμπαδίστικη, μαμαδίστικη γείωση προς όποιον ισχυρίζεται ότι αυτό το οποίο θέλει να αγοράσει ή αγόρασε αξίζει τα όχι και λίγα λεφτά που κάνει.

Έχει να κάνει με το γνωστό φαινόμενο που παρατηρείται όταν ξεπαραδιάζεσαι για να πληρώσεις κάτι, και το οποίο αν τελικά είναι όντως καλό, αυτό σου φαίνεται παράξενο και σε ανακουφίζει ταυτόχρονα, γιατί γενικά κυκλοφορεί πολύ υπερτιμημένη σκαρταδούρα στον άτιμο ντουνιά ναούμ'.

  1. - Άντε, πάμε, είναι πολύ καλό το έργο...
    - Καλά είναι και τα 15 ευρώ...

  2. - Μαμά, το μεταπτυχιακό τελικά είναι πολύ καλό...
    - Καλά είναι και τα 15 χιλιάρικα που θα μας φύγουνε... Κάτσε και διάβασε μην έρθει εκεί που είσαι και σε διαβάσει ο πατέρας σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αριστερίστικη αυτοπαθής σημασία: σημαίνει ενημερώνομαι σχετικά με τη γραμμή του κόμματος (ή του «σχήματος») και αρχίζω να την υποστηρίζω.

Οι αριστεριστές το λένε και γουστάρουν, γιατί με τις συμπαραδηλώσεις προς την fitness γράμμωση αλλά και την γραμμή της κόκας, προσδίδει μια αίσθηση σφρίγους και ευφορίας στη διαδικασία που είναι, βασικά, η πειθάρχηση στο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό.

Ο άρτι γραμμωθείς αριστεριστής, αυτός που έχει μόλις γυρίσει από το «σχήμα» εφοδιασμένος με επιχειρήματα αλλά κυρίως με αναπτερωμένη συναισθηματικά τη μαχητικότητα να αμυνθεί της γραμμής, μπορεί να εμφανίσει τα εξής συμπτώματα: α) υπομανία: πόσο γαμάτοι είμαστε, πόσο τέλειοι που υπάρχουμε, που δεν έχουμε γίνει ακόμη σταλίνες, αλλά και που δε γίναμε αναρχοάπλυτοι χωρίς γραμμή β) αποπροσωποποίηση: την τάση να του φαίνονται παράξενα και ψεύτικα, με θολό περίγραμμα και φευγαλέα ύπαρξη συλλήβδην τα πρόσωπα που ασκούν κριτική στην συνέπεια και την αλήθεια του σχήματος όπως αυτή εκφράζεται στη γραμμή του γ) τριχοτιλλομανία, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης συντρόφων αδικαιολογήτως και διαλυτικώς απόντων από το μετερίζι της συνέλευσης του σχήματος.

Ευτυχώς η επίδραση περνάει γρήγορα. Δυστυχώς η γραμμή εθίζει.

- Ρε σύ, διάβασες στη λίστα...
- Έλα, όχι... ναι, τι...;
- Ναι, τι τι; Τι μαλάκιες...
- Πήγα χθες σχήμα και γραμμώθηκα φίλε, δεν μπορώ να ακούω πουθενάδες τώρα πρωϊνιάτικα...
- Καλά, καλά... έλα αύριο να σε τεντώσω λιγάκι στο τάβλι...
- Είσαι οριακά εντός γραμμής, σύντροφε, δε σε βλέπω καλά...

Got a better definition? Add it!

Published

Κατεργάρης, μπαγαπόντης, σκανταλιάρης. Απευθύνεται σε πιτσιρίκια.

- Α ρε πισπιρίγκο, πάλι τα γατιά πετροβολούσες και δεν πλησιάζουνε στην αυλή;

Got a better definition? Add it!

Published

Αργκό των αναρχικών. Βασικά η φράση είναι κυριολεκτική και προκύπτει από το γεγονός ότι στις συγκεντρώσεις, πορείες, συνελεύσεις κλπ, το σχετικό ξήλωμα για το μάζεμα χρημάτων (για αφίσες, δικηγόρους συλληφθέντων κλπ) γίνεται μέσα σε ένα κράνος που περνάει γύρω γύρω στους / στις παρευρισκόμενους /-ες.
Το κράνος συνήθως είναι για διάφορους λόγους ό,τι πιο πρόχειρο υπάρχει σε δοχείο στις εν λόγω συναθροίσεις, μετά τα κουτάκια μπύρας, που όμως δεν προσφέρονται. Λειτουργεί σαν κινητό παγκάρι (ευαρεστηθείτε να τσοντάρετε παρακαλώ...).

- Ποιος μαζεύει τα λεφτά ρε συ;
- Θα περάσει κράνος είπανε...
- Καλά, εγώ τηγκανά... δώσε και για μένα...
- Α ρε κουνάβι τζαπατίστα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για βρισιά από τη Δ.Κρήτη. Το κερατάς εδώ δεν έχει την έννοια του ρούντολφ, αλλά του καθάρματος, του παλιάνθρωπου κλπ.

Αυτό που είναι το περίεργο φυσικά είναι αυτό το «μπίνι» (το γράφω με την πιο απλή ορθογραφία) το οποίο δεν έχω ακούσει σε καμία άλλη περίπτωση, να συνοδεύει κανένα άλλο όνομα. Προφανώς είναι επιτατικό, και αναρωτιέμαι αν μπορεί το ντιπ που στην Κρήτη λέγεται «ντίπι» να έχει παραφθαρεί τόσο.

Αν κανείς γνωρίζει, εικάζει...

- Θα τονε δέσεις μωρέ συ το σκύλο, γ-ή θα μου κυνηγά τσι θυγατέρες να τσι δαγκάσει κιαμιάν ώρα...;
- Στ' αρχίδια μου οι κόρες σου...
- Μωρέ μπίνι κερατά, έβγα όξω να δεις ποιος έχει αρχίδια και ποιος δεν έχει....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαλάρωσε, η κατάσταση είναι αντερ κοντρολ. Από το ισπανικό tranquila.

- Ρε, δεν πιστεύω να αυτοσχεδιάζεις, το θέλω το μηχάνημα ολόκληρο...άστο, θα το πάω στον pc-ίατρο.
- Τρανκίλα! Τό' χω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή είναι transgender, καθώς εκφέρεται μάλλον πιο συχνά από straight άντρες, οι οποίοι λόγω του ωραίου και εύηχού της, τη χρησιμοποιούν, παρόλο που δημιουργεί εντυπώσεις ότι έχουν μαστιγώσει όχι μόνο το δελφίνι, αλλά και τη φάλαινα φυσητήρα και το γιγάντιο σαλάχι μπελούγκα, σε σημείο ο τρέχων συνομιλητής τους να τους φαίνεται μια ταπεινή κουτσομούρα. Το μέγεθος δηλαδή του μορίου του συνομιλητή δεν εντυπωσιάζει τον χρήστη της φράσης, το ίδιο ισχύει και για αυτό που ο συνομιλητής ισχυρίζεται, κάνει, επικαλείται, και για το οποίο επαίρεται.

Παραπλήσια Νοήματα: μια νύχτα δική μου ολοκληρη η ζωή σου, όταν εσύ πήγαινες εγώ ερχόμουνα, όταν εσύ ερχόσουνα, εγώ ξαναπήγαινα, τσάκω πίκω μπιρμπιλίκο, τι να μας πεις κι εσύ απτη ζωή σου κλπ, ποιος σε γαμεί εσένα;.
Καλιαρντό, τουλάχιστον ως νόημα...

Κλασική περίπτωση χρήσης η ομώνυμη ταινία με Τσάκωνα, βλ. εδώ [αλλάζοντας στο url το ελληνικό ερωτηματικό με λατινικό].

μεσοβέζικο μήντιο από την ταινία του παραδέιγματος (από xalikoutis, 10/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση «σ' αγαπώ, σ' εκτιμώ, αλλά»....εκφέρεται με δυο τρόπους,.

1. Σ' αγαπώ, σ' εκτιμώ, αλλά...+ πρόταση Φράση που εισάγει πρόταση, με την οποία δηλώνουμε στο συνομιλητή αδιαπραγμάτευτα για μας όρια, πρόσωπα και πράγματα, παρά τα καλά μας αισθήματα προς αυτόν. Βαρετή και μανιαμούνικη.

2. Σ' αγαπώ, σ' εχτιμώ, αλλά. Αλλά! (δεν εισάγει πρόταση, και το «εκτιμώ» προφέρεται με «χ»). Αν δεν ακολουθεί πρόταση, και το «αλλά» επαναλαμβάνεται, σημαίνει ότι αυτό που έκανε ο πραλαλήσας είναι ασυγχώρητα μεγάλη μαλακία ή ότι είπε πατάτα από τις λίγες.

Παράδειγμα για το 1

-Corny, σ αγαπώ, σ εκτιμώ αλλά δεν περπατάει το πράγμα έτσι....Ο κόμπος έφτασε στο χτένι...Ή εγώ ή αυτός στο ξαναλέω. Δεν μπορείς να με κρεμάσεις πάλι....

-Γιατί;;;!!!! Πότε σε κρέμασα ξανά;;;

(από κάτι σαν φόρουμ)

Παράδειγμα για το 2

- Τι πράμα; Με την Κική; Τι έκανες με την Κική;
- Νόμιζα ότι δε θα σε πείραζε ρε Πεισίστρατε...
- Άκου να σου πω, Γανυμήδη, σ΄αγαπώ, σ΄εχτιμώ, αλλά. Αλλά!
- Τι μ'αγαπάς ρε μαλ...
- Ε γαμώ το Θεο σου, αφού στο χω πει ρε μαλάκα, δε μ' αρέσουνε τα beverly hills! Τι πας και κάνεις να 'ούμ...
-Πφφφ, αντί να πεις «με την ευχή μου» με χώνεις, μαλάκα οπισθοδρομικέ....

Got a better definition? Add it!

Published

Το νόημα της παραπάνω φράσης είναι πολυσχιδές, καθώς ακριβώς ανακλά τον πλούτο που έχει η ελληνική γλώσσα συγκεντρώσει γύρω από την ομιλία και τον έναρθρο λόγο. Η φράση λοιπόν προκύπτει από την αντιπαράθεση:

α. της ομιλίας ως λόγου, δηλαδή όχι μόνο ως του πρωταρχικού μέσου ορθού σκέπτεσθαι του νοήμονος ανθρώπου, αλλά και ως βάσης ενός κώδικα ηθικής που βασιζόταν στην άμεση διανθρώπινη συναλλαγή (βλ. και λογοτιμήτης)

β. με το πέρδεσθαι ως λόγου του κώλου, που χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει την τελείως αποστερημένη από νόημα ομιλία, εξ ου και την ομιλία η οποία δεν δεσμεύει τον άλλο (βλ. παραπλήσιο νόημα στο μιλάνε όλοι, μιλάνε και οι κώλοι, όπου ακριβώς το να μιλάει κάποιος απαξιωμένος όπως ο κώλος, καθιστά και αυτό που λέει απαξιωμένο, δηλαδή κουβέντα του του κώλου, καθώς και το μαγκιά, κλανιά και κώλο φινιστρίνι, όπου η κλανιά είναι ίδιον του πορδήθεν μάγκα).

Ο ερωτών «μιλάμε ή κλάνουμε;» μπορεί να εγκαλεί κάποιον είτε για έλλειψη σοβαρότητας έναντι σοβαρού αντικειμένου συζήτησης, ή για την προκλητική ανευθυνότητά του στην τήρηση συμφωνιών. Η φράση στη δεύτερη και πιο σοβαρή περίπτωση ουσιαστικά δοκιμάζει τη σχέση και το κατά πόσο αυτή μπορεί να βασίζεται στην εμπιστοσύνη.

- Γεια σου ρε Νικόλα αρχηγ....
- έκλασες;
- Α ρε μαλάκα, πάω για καφέ, θα' ρθείς;
- Μπααα, έχω δουλειάάά....
- Να σου πω ρε συ, έδωσες τα λεφτά του Χαρίδημου;
- Όχι, αύριο.
- Καλά ρε μαλάκα, μιλάμε ή κλάνουμε;
- Με πληγώνεις με αυτό που λες...

Αυτός που μιλάει δεν κλάνει, κι αυτός που κλάνει δεν μιλά. Δώστε βάση στο νόημα. (από Galadriel, 04/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified