Ηρεμώ, έρχομαι στα ίσα μου.

Δεν μπορώ άλλο με την δουλειά, πρέπει να πάρω άδεια να πάω διακοπές να στανιάρω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φεύγω, την κάνω. Από το παίρνω τον πούλο.

Εγώ την πουλεύω, γιατί είχα πει στην Τόνια πως θα πάω να δω τους γονείς μου και αν με δει εδώ, θα γκρινιάζει μέχρι αύριο.

(από Khan, 12/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ψέμα, η υπερβολή.

Πάλι παπατζιλίκια μου έλεγε ο Νίκος χτες για την γκόμενα του, που είναι και καλά μοντέλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φεύγω, αποχωρώ, την κάνω αλλά αρκετά πιο μάγκικα.

-Μάγκες βαρέθηκα εδώ. Την κανά και τα λέμε μετά.

την (Μελίνα) Κανά (από Jonas, 05/02/09)

βλ. και τιγκανά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι βλακείες, οι ασυναρτησίες ή και τα ψέματα.

- Και που λες, τους έδειρα και τους 4 συγχρόνως!
- Τι πίπες είναι αυτές που λες πάλι!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει αστεία, έχει πλάκα. Προκύπτει από το «αστεί(ο) + (εστι)άτορας». Λέγεται συνήθως ειρωνικά για κάποιον όταν δεν μας άρεσε το αστείο του.

Ο Γιάννης, μεγάλος αστειάτορας, τι να σου πω; Πιο πολύ γελάγαμε με τα μούτρα του παρά με τα αστεία του να φανταστείς.

http://www.tzimakos.gr/paroxes.php (από xalikoutis, 02/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ωραία, καλή φάση. Προέρχεται από την στρατιωτική αργκό αλλά πλέον έχει διαδοθεί και χρησιμοποιείται και στην καθομιλουμένη.

- Πώς περάσατε χτες το βράδυ στο πάρτυ;
- Τζάμι!!

"Έχω αλοιφή να σου δώσω, θα γίνει τζάμι" (από Galadriel, 01/12/09)

Βλ. και τζιτζί, τζιτζιλόνι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ηρωίνη ή αλλιώς πρέζα ή άσπρη.

Βλ. και ζαμπόν.

Ρε φιλαράκι, ξέρεις που θα βρούμε λίγη ζουζού να γίνουμε;

(από σφυρίζων, 22/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικά λέγεται έτσι ο οπαδός και παίχτης του Παναθηναϊκού από τους οπαδούς του Ολυμπιακού. Χρησιμοποιείται αντί για το «κότες», δηλαδή ότι φοβάται και τρέχει γρήγορα να φύγει.

Τι να μας πουν ρε και οι λαγοί, πέρυσι στη λεωφόρο μέχρι την Κηφισίας του κυνηγάγαμε.

κόκκινος, πράσινος, κίτρινος αλλά με μουστάρδα άλλο πράμα! (από BuBis, 28/09/09)

Βλ. επίσης τσο και λο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσουρέκια: τα πρησμένα αρχίδια. Όταν κάποιος σε εκνευρίζει ή σε ταλαιπωρεί με αυτά που κάνει ή με αυτά που λέει.

Θα μου πεις επιτέλους τι σου είπε για μένα; Άντε τσουρέκια μου τά 'κανες τόση ώρα που σε παρακαλάω.

(από xalikoutis, 30/10/08)(από dryhammer, 16/05/14)

Σχετικά: κρεμμυδασκέλες, μπαλόνια, νταούλια, αερόστατα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified