Ο ορισμός που συνήθως χρησιμοποιείται για να καταδείξει καταστάσεις αμφίβολου αισθητικής και ομοιογένειας.
Με άλλα λόγια αντικατοπτρίζει ένα αλαλούμ αντικρουόμενων πραγμάτων που δεν δένουν μεταξύ τους κ αποδίδουν ένα αποτέλεσμα που στην τελική είναι για γέλια όπως και ο καραγκιόζης πίσω από τον μπερντέ!

- Πήγα προχτές στο καινούριο σπίτι του Μιχάλη ωραίο μεγάλο άλλα από διακόσμηση το γάμησε το καημένο,καραγκιόζ μπερντέ το έκανε ο κάγκουρας!

- Άσε, τά 'χω πάρει!
- Γιατί ρε;
- Πήγα στο σπίτι κι η γυναίκα μου έβαψε το σαλόνι τρία διαφορετικά χρώματα! Άμα το δεις θα καταλάβεις, καραγκιόζ μπερντέ εντελώς!

- Που κολλάει η αεροτομή στο Yugo ρε το μαλάκα; Καραγκιόζ μπερντέ το κάνε το καημένο το αμαξάκι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χαρακτηρισμός που έγκειται στο να παρουσιάσουμε την έντονη τριχοφυΐα (συνήθως γυναικών) στην γεννητική τους περιοχή!

  1. Πήγα να την γλείψω κι έφαγα την τρίχα της αρκούδας, δάσος η γκόμενα!

  2. - Το 'χει ξυρισμένο ρε μαλάκα;
    - Τι ξυρισμένο ρε; η γκόμενα μιλάμε είχε δάσος, χρειάστηκα πυξίδα για να βρω τρύπα!

(από Galadriel, 23/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι εθισμένος με την ταχύτητα και πηγαίνει συνεχώς τέζα.
Είναι ο συνήθης τύπος κατόχου πεζώ ραλί και συχνάζει στα λιμανάκια κλπ.

- Ρε δεν πάμε στα λιμανάκια να χαζέψουμε κανέναν γκαβλόγκαζο να περάσει η ώρα;
- Φύγαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του χέζω.

Όταν βρισκόμαστε στην υπάρχουσα κατάσταση παραπέμπει στην ελαφριά διέγερση της προστατικής περιοχής με αποτέλεσμα να εκφράζουμε φόβους σεξουαλικής ικανοποιήσης.
Δηλαδή, με άλλα λόγια, υποτίθεται ότι εκφράζουμε την φοβία μας μήπως κ μας αρέσει η πίσω πόρτα!

- Ρε συ αργείς στην τουαλέτα;
- Λιγάκι... γιατί τώρα είμαι ευάλωτος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερήλικας παππούς, αυτός που δεν μπορεί να πάρει τα πόδια του, ο κατάκοπος!

- Αυτός ρε συ κρατιέται καλά, είναι γύρω στα 65. - Τι 65 ρε μαλάκα, αυτός είναι με το ένα πόδι στον τάφο, σκέτο ραμολιμέντο ο άνθρωπος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλείται κωδικοποιημένα η ολική αποτρίχωση των γυναικών στην ''ευαίσθητή'' τους περιοχή!

- Χθες, μαλάκα, το γκομενάκι που ''πήρα'' όλα τα λεφτά. Το είχε όλο Μπραζίλιαν. Σκέτη γκ..λα σου μιλάω!

νομίζω δεν είναι η ολική αποτρίχωση  (από xalikoutis, 11/11/08)Κόντρα στην φύση? (από Vrastaman, 11/11/08)(από σφυρίζων, 29/10/14)

Βλέπε και παρκέ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε οτιδήποτε ως μια υπερθετικού βαθμού γαμάτη κατάσταση σχολιάζοντας από έναν καλό τραγουδιστή μέχρι ένα αυτοκίνητο.

  1. Ρε μαλάκα τι φωνή (τραγουδιστή), τα σπάει μιλάμε!

  2. - Τι λέει το εργαλείο (αμάξι); - Απλά τα σπάει!

  3. Τι γκομενάρα! Τα σπάει η τύπισσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified