1. Απάντηση σε χιλιοειπωμένα πράγματα που στην πραγματικότητα δεν έχουν βάση. Επιχειρήματα που δεν δύνανται να σταθούν σε κοινή λογική.

  2. Απάντηση σε ενδεχόμενη απειλή.

- Πώς οδηγάς έτσι ρε μπάρμπα;
- Εγώ πώς οδηγώ ρε... 40 χρόνια στο τιμόνι... Άντε να μην φωνάξω το 100 και σου πάρουν και την άδεια.
- Αυτά μας τα 'πανε πολλοί, μας τα 'πε κι ένας Γάλλος... Αν δεν γαμήθηκες μικρός, θα γαμηθείς μεγάλος

4.15 (από Khan, 06/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εν αντιθέσει με το ανθρώπινο βασίλειο που εις την ερωτική πράξη το θηλυκό είναι αυτό που φωνασκεί, στο βασίλειο των ζώων και ειδικά στις γάτες αυτό που κάνει την φασαρία είναι το αρσενικό!!! Ίσως έτερος επιστήμων από την κοινότητά μας να μας το εξηγήσει και επιστημονικά. (άραγε γιατί; Πόνος, ηδονή... πάρτα μωρή αδήλωτη;;;) Και πηδάει και ζητάει και τα ρέστα.

-Τι δεν πήρες ακόμη τα εισιτήρια για τον αγώνα; Γαμώ την Παναχαϊκή μου! γαμώ το μουνί της Εύας, μαλακισμένο μουνάρχιδο
- Ρε αλτσχάιμερ, εσύ δεν είπες πει ότι θα περάσεις να τα πάρεις; Εσύ φταις! Αλλά έτσι είναι, γάτος γαμεί γάτος σκούζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απευθύνεται σε ωραία έγκυο γυναίκα που συνεχίζει να έχει την σεξουαλικότητα της παρά την προχωρημένη εγκυμοσύνη της.

- Τι ωραίο μουνί είναι αυτό απέναντι ρε Σταύρο...
- Έγκυος είναι ρε μαλάκα....
- Γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές!

(από Hank, 15/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο έχων την επιμονή εις το να κάνει πιστευτές προς τους άλλους τις όποιες τυχόν απόψεις του, ανεξαρτήτως της ορθότητας τους. Ενίοτε μάλιστα μη αφορούσες καν τους άλλους.

  2. Ο πολύ παραγωγικός άντρας (γαμιάς) που τίποτε δεν αφήνει αγάμητο έστω και αν πρόκειται στο μέλλον η άλλη να κυοφορήσει με τις όποιες νομικές συνέπειες / επιπτώσεις.

  1. - Άσε μας ρε Νικόλα, μας τα έχεις τα έχεις πρήξει εδώ και μια ώρα με την Σούλα και τι σου είπε και τι της είπες... γκαστρώνεις γαϊδούρα στον ανήφορο ρε μαλάκα, δεν με αφορά το θέμα σου.

  2. Εγώ ρε μαλάκες δεν γαμώ... Εγώ έχω κάτι σηκωμάρες τώρα που γκαστρώνω και γαϊδούρα στον ανήφορο.

Βλ. και σχετικό λήμμα γαμάω γαϊδάρα στον ανήφορο, γαμάω γάιδαρο στην ανηφόρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Δηλώνει την σκληρή, αναπάντεχη, απροσδόκητη, και άνευ υπολογισμού επιπρόσθετη εργασία. Επίσης αναφωνείται σε οικονομικά βάρη και οικονομικές αβαρίες.

  2. Ενίοτε και ως ευχή σε φίλο για την νέα κατάκτηση.

Αν και προϋπήρχαν 4500 λήμματα, η τόσο συνηθισμένη αυτή έκφραση δεν υπήρχε μέχρι τούδε!!! Ίσως γιατί έπαψε να είναι πλέον ύβρις. Ανήκει στο λεξιλόγιο όλων μας ως φυσιολογική ρήση.

1α.
- 'Εφυγαν όλοι και με άφησαν να κάνω απογραφή μόνος μου. Άντε και καλά γαμήσια γαμώ το κερατό μου...

1β.
- Όχι ρε πούστη, μπάτσος. Πέρασα με κόκκινο 700 ευρώ & 7 πόντοι. Καλά γαμήσια τώρα...

  1. - Γιωργάκη πού την βρήκες αυτήν την ψωλαρπάχτρα; Καλά γαμήσια ρε πούστη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κρατικός ένστολος έχων την αστυνομικήν εποπτείαν και φύλαξιν -ασφάλεια- των λιμένων και δια την εύρυθμη κυκλοφορία προς και εντός των λιμένων. Η αρμοδιότητά τους είναι ως εκεί που φθάνει το χειμέριον κύμα.
Συνήθως άι κιου ραδικιού, εμφάνιση Ράμπο σε μπλε χρώμα, πούτσες μπλε. Ο αντίστοιχος της ξηράς μπάτσος. Δεν γνωρίζουν ούτε τον πιο απλό ναυτικό κόμπο. Ή την ναυτικήν ορολογία των ανέμων (π.χ. αντί τραμουντάνα αναφέρουν ψωλόκρυο).

-Προχώρα μαλάκα θα χάσουμε το βαπόρι.
-Πού να πάω ρε, ο Λιμενόμπατσος χαμουρεύει την καριόλα τη Σουηδέζα... στ' αρχίδια του για την κίνηση.

Βλέπε και νερόμπατσος και μπουρμπουληθρόμπατσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε έκφυλη εμφανισιακά γυναίκα που βγάζει με το λουράκι το σκύλο της και καλά βόλτα, με τα καυτά της μίνια, τις πορνοδιαστροφικές μπότες και τα καυλοδιαστροφικά μπιζού της. Με βλέμμα που ψάχνει...

- Τι ράτσα είναι το σκυλάκι αυτής απέναντι;
- Το σκυλάκι κοιτάς ρε μαλάκα ή το ντόπερμαν - μουνί που το σέρνει; Λύστε το σκύλο... δέστε την κυρία και να μου κάνει όλα όσα ξέρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μη φας και έχουμε γλαρόσουπα και μπούτι από ελικόπτερο.

- Μωρό μου Λένα, ήταν ένα στιγμιαίο λάθος αυτή η απιστία. Θα με συγχωρέσεις;
Λένα:
- Μη φας και έχουμε γλαρόσουπα και μπούτι από ελικόπτερο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με τίποτε δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή μια κατάσταση ή μια σειρά ζητούμενων πραγμάτων.

-θα φωνάξουμε και την φίλη σου για τρίο το βράδυ;
-Μη φας και έχουμε γλαρόσουπα και μπούτι απο ελικόπτερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη μουνί+αρχίδι = μουνάρχιδο.
Συμπεριφέρεται ανάξια και ύπουλη προς τους συνανθρώπους του και την παρέα του.

- Τάκη μου έφαγε την γκόμενα ο Γιώργης.
- Σου το είχα πει, ρε μαλάκα, είναι μεγάλο μουνάρχιδο εσύ επέμενες να τον κάνουμε παρέα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified