Ελληνοποίηση του ονόματος του γνωστού ποδοσφαιριστή Omari Tetradze (πρώην του ΠΑΟΚ αλλά και της Ρόμα) για να δηλώσει τετράδα.
- Ποιοι θα είστε το βράδυ;
- Τετράντζε, εγώ ο Κώστας και οι γυναίκες.
Ελληνοποίηση του ονόματος του γνωστού ποδοσφαιριστή Omari Tetradze (πρώην του ΠΑΟΚ αλλά και της Ρόμα) για να δηλώσει τετράδα.
- Ποιοι θα είστε το βράδυ;
- Τετράντζε, εγώ ο Κώστας και οι γυναίκες.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση για να δηλώσει ότι αυτά που ειπώθηκαν ήταν αρλούμπες ή και ανακριβή. Περιέχει και μια δόση ειρωνείας προς αυτόν που έκανε τη δήλωση.
Έχει ειπωθεί και σε γερμανιστί «άρεν, μάρεν, κουκουνάρεν».
Άμεσα παράγωγα είναι τα εξής:
κουκουνάρια, κουκουνάρεν, κουκουβάουνες (για μεγαλύτερη έμφαση) ή και πολύ απλά κούκου (για να δηλώσει μια άρνηση).
- Άκουσα οτι ο Ολυμπιακός θα πάρει τον Ρονάλντο.
- Άρες, μάρες, κουκουνάρες.
- Ο Γιάννης θα πάρει Porsche, το έμαθες;
- Χαχαχαχα, κουκουβάουνεν ρε, αυτός δεν έχει δεκάρα!
- Ρε, το βράδυ λέμε για Ρέμο. Είσαι ψήνακης;
- Κούκου, έχω διάβασμα.
Σχετικά: τρία πουλάκια κάθονται, ωραία φέτα, καλά, πιάσε μια Amstel, του Κίτσου η μάνα κάθονταν, από την πόρτα σου περνώ..., οτινανισμός, ο,τινανισμός, πούτσο κλαίγανε, τον, άρτσι μπούρτσι και λουλάς, καλά κρασιά!
Got a better definition? Add it!
Για να ονοματίσεις κάποιον που θεωρείς ότι είναι ΣΑ Μαλάκας.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που θέλει επειγόντως να ενεργηθεί, να πάει τουαλέτα, να κάνει το χοντρό του (βλ. κάνω το χοντρό μου)
- Ουφ, αυτό το βρώμικο με πείραξε. Είμαι λίγο χεζμπολάχ τώρα.
Got a better definition? Add it!
Παίρνω την κατάσταση στα χέρια μου.
Κάνω αυτά για τα οποία είμαι γνωστός, αυτα που περιμένει ο κόσμος να κάνω.
(Δίνοντας ένα 50ρικο στον μετρ):
- Κάνε τα δικά σου (συνοδευόμενο με κλείσιμο ματιού).
(Για φίλη που ανέβηκε να χορέψει στο τραπέζι):
- Η Βίκυ κάνει τα δικά της πάλι.
Got a better definition? Add it!
Αναφέρεται απο «δυνατούς» πότες, για τους οποίους οτιδήποτε πέραν του ουίσκυ, βότκα είναι απλά, νερό με γεύση.
- Τι πίνεις μωρό μου;
- Μαλιμπού μπανάνα.
- Κατάλαβα... νερό με γεύση.
Got a better definition? Add it!
Συνηθίζεται για να περιγράψει κακόφημα μέρη, μέρη όπου συχνάζει ο υπόκοσμος, πορνεία, στριπτιτζάδικα κτλ.
Επίσης για να δηλώσει ότι η ποιότητα ενός κέντρου διασκέδασης είναι πολύ χαμηλή.
- Για πού είσαι σήμερα;
- Έχει μπάτσελορ ένας φίλος και... καταλαβαίνεις...
- Κατάλαβα, θα κυλιστείτε στη λάσπη.
- Πάμε Σιρόκο το βράδυ;
- Όχι ρε, αυτό είναι σκέτη λάσπη.
Got a better definition? Add it!
Από το αγγλικό Ape (πίθηκος). Κάποιος ο οποίος κάνει σαν πίθηκος συνήθως μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
(κοιτώντας δυο φίλους πάνω στον καναπέ ενός κλαμπ)
- Έιπς...
Got a better definition? Add it!
Απο το κασέρι.
Αναφέρεται σε μίζα από την οποία θα φάει πολύς κόσμος.
- Ο Γιάννης ανέλαβε να φτιάξει τη γέφυρα στο χωριό.
- Ε, ρε πόσοι θα φάνε από αυτήν την κασερόπιττα.
(αναφερόμενοι σε υπουργούς)
- Έλα μωρέ, όλοι από την ίδια κασερόπιττα τρώνε.
Got a better definition? Add it!