1. Από το στρατό ως προσφώνηση ενός φαντάρου (ανεξαρτήτου ύψους).

  2. Η γκόμενα, ο δεσμός εν γένει.

- Πού 'σαι ψηλέ;
- Εδώ μωρέ, μαλακίες...

- Το βράδυ θα σκάσεις με την ψηλή;
- Μάλλον ναι.

ή εναλλακτικά

- Το βράδυ θα είσαι ψηλός;
- Μάλλον ναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι εξαιρετικά ανήσυχος. Θέλω επειγόντως κάτι να γίνει. Πάω γυρεύοντας.

  1. Τώρα τι θες; Ψάχνεσαι να τις φας;

  2. Ψάχνομαι για σχέση. Βαρέθηκα να είμαι χαν σόλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακυρώνω, κανσελάρω. Συνήθως το ρίχνω. Σε σάιτ με ιδιωματισμούς, το χρησιμοποιείς για να θάψεις ένα λήμμα.

Μ’ ένα Χι
με διαγράφεις.
Μ’ ένα Χι
τα πάντα γκρεμίζεις.
Τη ζωή μου ολόκληρη σ' ένα λεπτό ακυρώνεις
μ' ένα Χι, μ’ ενα Χι.
(Νίκος Καρβέλας)

- Τελικά τι έγινε με τη Μαρία; Την έριξες;
- Μπα, μου έριξε χι.

(από notheitis, 27/11/08)...στην προκειμένη περίπωση (από Vrastaman, 27/11/08)

Βλ. και χιώνω, χιονίζω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που θέλει επειγόντως να ενεργηθεί, να πάει τουαλέτα, να κάνει το χοντρό του (βλ. κάνω το χοντρό μου)

- Ουφ, αυτό το βρώμικο με πείραξε. Είμαι λίγο χεζμπολάχ τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να εκφράσει ένα καταστροφικό ξενύχτι με ισχυρές δόσεις αλκοόλ. (βλ. γίνομαι κώλος)

Εκεί που μέσα στα κωλοτρυπίδια σου δε θυμάσαι τίποτα απολύτως σχετικά με το τι και πώς έγινε.

Και χανγκάιβερ να είσαι, πάλι δε πρόκειται να βρεις τρόπο να συνέλθεις.

Έχει ειπωθεί και με ταυτόχρονη κίνηση των δαχτύλων στα πλήκτρα Ctrl+Alt+Delete για να προσδώσει γλαφυρότητα.

- Ρε χτες φορμάτ σου λεω! Ήπια μια κάβα και με κουβαλάγανε. Ελπίζω να μην έγινα τελείως ρόμπα.

(από notheitis, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό από την εποχή του Κουτσαβάκη.

Ο υιός της παλάμης είναι προϊόν της παλάμης και ουχί συνουσίας.

Μια έκφραση στολίδι, με ρίζες στη δημοτική γλώσσα.

Μήτσος: - Ρε Σπίνο, ρε Σπίνο έλα εδώ
Σπίνος: - Τι συμβαίνει;
Μήτσος: - Με άγγιξε ο καμικάζι;
Σπίνος: - Έτσι αντελήβην
Μήτσος: - Έχεις δίκιο... γιατί αυτό αντελήβην ομοίως. Με άγγιξε ο υιός της παλάμης; Φτου!
Σπίνος: - Ιεροσυλία, αδελφάκι... τουτέστιν πάει να πει ότι η σημερινή νεολαία μας έχει γραμμένους στα παλιά της καρμπυλατέρ...
(Μήτσος ο Ρεζίλης, 1980)

αμαν! (από MXΣ, 07/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευπροσάρμοστος απαξιωτικός χαρακτηρισμός που μπορεί να σημαίνει βλάχος, χαζός, ηλίθιος, άσχετος κτλ.

δες και τυρόβλαχος.

  1. - Ααα, εδώ ήταν τελικά;
    - Τύρο...

  2. (Τηλεφωνική συνομιλία)
    - Έλα ρε...
    - Έλα τύρο, τι λέει;

Tyra Banks - η εξαίρεση! (από Vrastaman, 26/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά φορτικός άνθρωπος.

Αυτός που προσπαθεί να μας κουμαντάρει χωρίς να δικαιούται.

Μας σπάει τις καρύδες μόνο και μόνο για να περάσει το δικό του.

— Λοιπόν, Γιάννη εσύ θα παίξεις πίσω δεξιά, Νίκο εσύ εξτρέμ, εγώ φορ και ο Πέτρος τέρμα.
— Σιγά ρε μεγάλε, τι σε βάλαμε; Τσολιά στ' αρχίδια μας;;

(από notheitis, 16/05/10)(από MXΣ, 17/05/10)

βλ. και κεχαγιάς στ' αρχίδια μου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ηλεκτροσυγκολλητής, στο Πέραμα. Από το εργαλείο συγκόλλησης που χρησιμοποιούν (τσιμπίδα συγκόλλησης).

Μάστορα, πες στο Φανούρη τον τσιμπίδα τα ανεβατά να τα κάνει πιο καλά, σαν κουτσουλιές είναι, σκέτο μουνί καλλιγραφία....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μεταγραφή παίκτη ποδοσφαίρου, ο οποίος έρχεται για να «σπάσει τα τσιμέντα», κοινώς μια πολύ ακριβή και ηχηρή μεταγραφή που μαζεύει όλο τον κόσμο στο γήπεδο.

Συνήθως αυτός ο παίκτης είναι εντεκαδάτος, δηλαδή παίζει κατευθείαν στην αρχική εντεκάδα.

  1. Ρε, πάρτε το χαμπάρι, η ομάδα θέλει δυο τσιμεντάτες μεταγράφες για να στρώσει.

  2. Ο πρόεδρος θα φέρει τσιμεντάτη παιχτούρα το καλοκαίρι.

Δες και -άτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified