Έκφραση που υποδηλώνει τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Εκτός από κατάσταση μπορεί να αναφέρεται και σε πρόσωπο, σε κάποιον δηλαδή που οφείλεις να τον πάρεις σοβαρά για τα προσόντα του.

Ενώ στο πλάκα κάνω, η έκφραση χρησιμοποιείται για να αναιρέσει ό,τι ειπώθηκε πριν, εδώ η έκφραση έρχεται να επιβεβαιώσει ό,τι έχει ειπωθεί.

  1. — Τι έγινε τελικά με τη Μαρία; Πως το πήρε το κέρατο;
    Μαλάκα δεν είχε(ς) πλάκα, έγινε Τέξας το πήρε βαρέως, μου πέταγε τασάκια...

  2. Ρε, αυτός ο Γιάννης τι λέει από μπιλιάρδο; Μου ζήτησε να παίξουμε πάγκο-στοίχημα.
    Μαλάκα μακριά, δεν έχει πλάκα το άτομο, θα σε ξεπετάξει μονοστέκι.
    Ηρέμησε, ποιός είναι;; ο γιός του Τζίμι Γουάϊτ;

No plaque (από Vrastaman, 21/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφού εξαντλήθηκε το θέμα πάτου στο αντίστοιχο λήμμα που θα μπορούσε να είναι και διατριβή με όνομα «Περί πάτων», έρχεται και η ατάκα εμπνευσμένη από τον Κώστα Τσάκωνα,

Χ (όσο πιο μεγάλο τόση μεγαλύτερη έμφαση) χρόνια βαρελάς, τέτοιο πάτο δεν ξανάδα.

Είναι η επιτομή της φιλοφρόνησης για τα οπίσθια μιας γυναίκας και την κρατάμε μόνο για εξαιρετικές περιπτώσεις.

Φυσικά δε λέγεται σε τετ-α-τετ περιπτύξεις τύπου πρώτο ραντεβού «α, by the way, τόσα χρόνια βαρελάς, τέτοιο πάτο δεν ξανάδα», οχι.

Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε φανάρια, πάρκα κλπ. όπου ο εν λόγω πάτος τυχαίνει να παρελαύνει και φυσικά φωναχτά για να το ακούσει όλος ο περίγυρος.

Δές και σαράντα χρόνια φούρναρης, όπου ο λημματοδότης έχει αγγίξει την έκφραση και από μια άλλη σκοπιά.

(σε παγκάκι που κάθονται δυο φίλοι και τα λένε, περνώντας ένας τέτοιος πάτος}

- Πώπω μανάρα μου, τι πατούρα είναι αυτή, να σε χαίρεται η μάνα σου κορίτσι μου
- ΈΕΕρρεε, τριάντα χρόοονια βαρελάς, τέτοιο πάτο δεν ξανάδα...(ακολουθεί σφύριγμα τσολιά στα Βλάχικα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι έχοντες και κατέχοντες αυτού του τόπου.

Λημματοδότες με τεράστια συνεισφορά στον τόπο, που χαίρουν θαυμασμό και εκτίμησης των απανταχού κατοίκων του Σλανγκιστάν.

Μερικά λαμπρά παραδείγματα:

Dirty Talking
ironick
GATZMAN
Vrastaman
Hank
.....

(σσ. κατά το μεγαλοκτηματίας)

- Ρε δεν αφήνετε τα περί κλίκας ναούμ'; Εδώ οι άνθρωποι είναι μεγαλολημματίες, έχουνε συνεισφέρει τα μάλα στον τόπο.
- Σσστοος, keep slanging...

Δες και -ατίας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος βετεράνος χρησιμοποιείται και για το ασθενές φύλο.

Βετεράνος γκόμενα, είναι εκείνη η γκόμενα που από το σχολείο ήταν η πιο όμορφη της τάξης. Επειδή ήταν πιο όμορφη πάντα την καλούσαν στα πάρτυ, στα ηβέντς, στα κλαμπ και γενικότερα ήταν πάντα ευπρόσδεκτη.

Μεγαλώνοντας, μετά το σχολείο, συνέχισε σε αυτό το τέμπο και σε όποια παρέα και αν έμπαινε έπαιρνε πάντα αυτό τον άχαρο ρόλο της πολυτελούς γλάστρας. Τώρα πια ντύνεται πιο κυριλέ, κάνει σωστό βάψιμο, φοράει prada και gucci, είναι μια σωστή Γλυφαδιώτισσα γκόμενα.

Μέσα σε αυτή την πορεία της, έχει τσαλακώσει άπειρα σφηνάκια, έχει ανέβει στο μπαρ / τραπέζι ν φορές, έχει κάνει master στο τσιφτετέλι / ζεϊμπέκικο / συρτάκι και μοιραία το κορμί της έχει γίνει σταυροδρόμι των λαών (αυτό υπάρχει;). Στη Μύκονο είναι φίρμα αλλά στην Πάρο δεν πάει πια γιατί είναι για μικρά.

Τώρα σήμερα πια, τριαντάρα plus, η μπογιά της έχει περάσει. Έχει βάλει κανα πεντόκιλο, δεν έχει παντρευτεί ακόμα γιατί δεν είχε χρόνο να το σκεφτεί και έχει κάποιες παρέες από τότε.

Όταν όμως θα βγει να το κάψει, σε αυτές τις λιγοστές συλλεκτικές εμφανίσεις που κάνει πλέον, καταλαβαίνεις ότι αυτή η γκόμενα είναι βετεράνος. Κατεβάζει το σφηνάκι χωρίς να το πιάσει με τα χέρια, σε παίζει με τα μάτια χωρίς να ψάχνει τίποτα από σένα, χορεύει καλύτερα από Τουρκάλα και γενικά με την όλη της συμπεριφορά σε κάνει να βρέχεις το βρακάκι σου.

- Ρε, ποια είναι αυτή η φίλη σου που έφερες σήμερα; Και γαμώ τα παιδιά, πολύ την πάω.
- Αυτή είναι η Εύη φίλε μου. Πού να την έβλεπες στα νιάτα της τι έκανε. Είναι πραγματικός βετεράνος. Όσα ξέρει ο κώλος αυτηνής δεν τα ξέρουμε όλοι εμείς μαζί...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά φορτικός άνθρωπος.

Αυτός που προσπαθεί να μας κουμαντάρει χωρίς να δικαιούται.

Μας σπάει τις καρύδες μόνο και μόνο για να περάσει το δικό του.

— Λοιπόν, Γιάννη εσύ θα παίξεις πίσω δεξιά, Νίκο εσύ εξτρέμ, εγώ φορ και ο Πέτρος τέρμα.
— Σιγά ρε μεγάλε, τι σε βάλαμε; Τσολιά στ' αρχίδια μας;;

(από notheitis, 16/05/10)(από MXΣ, 17/05/10)

βλ. και κεχαγιάς στ' αρχίδια μου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν, το αλκοόλ είναι ο χειρότερος εχθρός του συκωτιού.

Το συκώτι από τιτάνιο® είναι ένα ειδικά κατασκευασμένο συκώτι από το εξωτικό υλικό τιτάνιο (Ti), το οποίο χρησιμοποιείται στην κατασκευή διάφορων ελαφρών κραμάτων και ανοξείδωτων χαλύβων.

Η αντοχή του στη διάβρωση το καθιστά άχαστο στην υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Οπότε, οι πολύ δυνατοί πότες φημολογείται ότι είναι εξοπλισμένοι με αυτό το μαγικό συκώτι από τιτάνιο®.

- Ο Αλέξης ήπιε το Βόσπορο πάλι χτες, απορώ πώς την παλεύει και δεν πέφτει σαν τον Απόλλο κάθε φορά...
- Αφού έχει συκώτι από τιτάνιο ρε, είναι γερή συκωταριά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπήκε στη ζωή μας απο το Πάμε Στοίχημα όπου λέγεται για ένα παρολί που κατά την άποψη κάποιου αλογομούρη (τώρα πλέον παίζει στοίχημα, τα άλογα είναι πασέ) έχει τεράστιες πιθανότητες να κερδίσει.

Σήμερα, χρησιμοποιείται για να επισημάνει ότι μια κατάστα είναι πολύ καλή, τόσο που δεν πρέπει να την χάσεις. Γιατί όχι και μία γκόμενα πολύ καλή;

  1. Χτες σου είχε κλείσει τραπέζι ο Αλέκος στα πριβέ. Ήσουν άχαστος, έπρεπε να σκάσω ρε μαλάκα...
    — Είχες κόμπλα με την Λια και έφαγες παντόφλα... next time

  2. — Κοίτα το Μαράκι σήμερα πως είναι ντυμένο... σκέτη κάβλα...
    — Ναι, άχαστο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπήρξε μέθοδος τιμωρίας και εξευτέλισης στην Αγγλία/Β. Αμερική του 18ου/19ου αιώνα.

Σε μια τυπική φάση με πίσσα και πούπουλα, το άτομο ήταν γυμνό απο τη μέση και πάνω και μια ποσότητα καυτής πίσσας χυνόταν στο σώμα του ενώ ήταν ακινητοποιημένος.

Στη συνέχεια το θύμα σπρωχνόταν σε ένα σωρό από φτερά, έτσι ώστε να κολλήσουν τα φτερά στην πίσσα. Φυσικά ύστερα, το θύμα δεμένο έβγαινε σε κοινή θέα στην πόλη για να ταπεινωθεί πλήρως. Κάτι σαν λιντσάρισμα, νόμος 4000 κτλ.

Χαρακτηριστική τιμωρία που συναντάται κατά κόρον στα κόμιξ Λάκυ Λιούκ (ή Λούκυ Λουκ αν προτιμάτε).

Σήμερα χρησιμοποιείται ως έκφραση για να τονίσει τις καταστροφικές συνέπειες μιας πράξης.

- Ωχ, μαλάκες δεν έχω λεφτά, ποιος θα τα πληρώσει όλα αυτά;
- Ούτε εγώ έχω πάρει αρκετά, πάρε τον Κώστα να σκάσει με λεφτά ασάπ
- Καλά μας βλέπω να φεύγουμε με πίσσα και πούπουλα από δω...

- Ρίχνουμε ένα πιστόλι; Το αξίζουμε μετά από τόσα χρόνια.
- Ναι αλλά άμα μας πιάσουν...πίσσα και πούπουλα μετά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν έχεις τις απαραίτητες προϋποθέσεις, είσαι λίγος, άσ' το καλύτερα.

Χρησιμοποιείται μόνο με το «δεν», χωρίς αυτό δεν στέκει. Δηλαδή το: πας μακριά, απλά δεν υπάρχει.

- Θέλω να βγάλω τη Μαρία για φαΐ στο Καστελόριζο για να την εντυπωσιάσω αλλά έχω μόνο 50 ευρώ φτάνουν;
- Τι λες ρε μαλάκα; Δεν πας μακριά με 50 ευρώ, θες τουλάχιστον 150.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά κουρασμένος άνθρωπος, τόσο κουρασμένος και νυσταγμένος που μόλις βρει κρεβάτι θα πέσει όπως έπεσε ο Απόλλο στο Ρόκυ 4 μετά από τις μπουνιές του Ρώσου (βλ. βίντεο).

Επειδή θέλουμε να πιστεύουμε ότι ο Απόλλο στη εν λόγω σκηνή έπεσε για κάποιο σκοπό και άρα σαν ήρωας, Απόλλο μπορεί να είναι και αυτός που παπαρ' ότι όλες οι πιθανότητες να πετύχει το σκοπό του είναι κατά του, συνεχίζει και το παλεύει μέχρι που τελικά χάνει και αυτός ηρωικά όπως ο Απόλλο.

  1. - Το βράδυ είμαστε για πολλά ε; Σε θέλω δυνατό...
    - Μπα δεν το 'χω ρε, είμαι Απόλλο, θέλω να ψοφήσω.

  2. - Κοίτα τον πούστη τον Άρη πως χώνεται σαν την αρκούδα σε όλες τις γκόμενες.
    - Ναι αλλά στο τέλος... Απόλλο.

(από notheitis, 14/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified