Το αργώ εκνευριστικά. Ταλαιπωρώ εαυτόν και αλλήλους.
Συνεχίζω να μιλάω και να αναλύω χωρίς να υπάρχει λόγος.
Το γυρίζω χωρίς να το σφυρίζω.
Απλά, ο κουράσωφ.
- ... και με τα πολλά της λέω, πάμε σ' εκείνο το ταβερνάκι που έχει μπριζόλα στα κάρβουνα;
- Πια κάρβουνα ρε μαλάκα, το κούρασες, έπρεπε να τη φας τη γκόμενα επί τόπου ρε.
- Την κούρασε τη μπάλα πάλι ο Τζιοβάνι.