Προΐσταμαι ομάδας θηλυκών σε κατ' οίκον περιορισμό αποτρέποντας την όποια σκέψη για έξοδο.

-Που είναι ο Μανωλάκης;
-Ήρθαν κάτι ξαδέρφες του από το χωριό κι έμεινε να σπίτι να φυλάξει λιβαδομούνι..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπάφος κορωνίδα της κατηγορίας που οι χασίστες και φουντικοί ονομάζουν «διφυλλάκια».

Αποτελείται από 2 τσιγαρόχαρτα, το ένα κάθετα κολλημένο στην άκρη του άλλου δίνοντας την εικόνα του Τ (και όχι του σταυρού που θα ήταν και λάθος κατασκευαστικά) και με την δέουσα (δις) βεβαίως... γόμωση.

- Φτιάσε ένα ταφάκι ρε για καπάκι...
- Ωραία ιδέα... και δεν το φτιάχνεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των υστέρων (λίγο έως πολύ) χαρακτηρισμός λέξης, ή και σύντομης φράσης, που απεύθυνε σε συνομιλητή ή συνδαιτυμόνα του κάποιος, με σκοπό να του «την πει».

— Του είπε να πάει να γαμηθεί, έτσι «ξερά», η Μάριον του τυπά και την έκανε...
— Μπράβο είπωμα το Μαρίδι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μιλώ πολύ, λέγοντας ανοησίες, ψεύδη, αρχιδιές, μαλακίες... γενικότερα.

Πολλές φορές ο κουραστικός, για τα ώτα αλλά και έτερα όργανα των ακροατών του, λόγος αναγκάζει, έναν ή περισσότερους από αυτούς, να κάνουν χρήση του ρήματος για λογαριασμό του με τη μορφή ερώτησης-διαπίστωσης στην ουσία...

-...εξαίρετος επιστήμων, μα πάνω από όλα άνθρωπος και όχι μόνον αυτό αλλά και... μπλα μπλα...
-Τι μας τσαμπουρνάς τώρα ρε φίλε... αυτός είναι για να τον κατουράν οι σκύλοι...

Τσαμπουνιάρης με τσαμπούνα (από poniroskylo, 21/01/09)Και αυτός τσαμπουνάει (από poniroskylo, 21/01/09)

Βλ. και τσαμπουνάω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «you tube». Από το αγγλικό «tube». Επίσης: σουλήνας, σωληνάριο, σουληνάρι(ο).

- Έφαγα όλο το βράδυ μέσα στο σωλήνα να χαζεύω βίντεα...

(από pavleas, 21/01/09)

Συνώνυμα: το εσύ-σωλήνα, το συσιφόνι, συσωλήνας, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν των ζωδιοκτηνοτροφικών περιπτώσεων, πρόκειται για μουσικό όργανο, κιθάρα και δη ηλεκτρική, που λάνσαρε η εταιρεία Gibson το 1961 δίνοντας της τον κωδικό SG, με σχήμα που δικαιολογεί να την αποκαλούν έτσι οι σχετικοί με το αντικείμενο στη χώρα μας, παράγεται ακόμη από τη «μαμά» εταιρεία καθώς και από άλλες του είδους σε διάφορες «βερσιόν»...

Οι φανατικοί των AC/DC έχουν –πιστεύω– μερίδιο ευθύνης...

- Ρε συ θα το πουλήσεις το ταυράκι;
- Ναι... Όταν θα βγάλει ο ήλιος κέρατα...

(από pavleas, 20/01/09)(από vikar, 23/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη (κώλος+βαλβίδα) μηχανολογικής προσέγγισης για τον πρωκτό, το γκρόβερ.

  1. - Θα πάρω τρεις καριόλες μαζί όταν τα κονομήσω και θα τις βάλω
    τη μια να μου παίρνει πίπα ,την άλλη να μου πιπιλάει τ' αρχίδια και την τρίτη να μου γλύφει το κωλοβαλβιδόνι...

  2. - Μου κάηκε το κωλοβαλβιδόνι με τα καυτερά που φάγαμε χτες...

(από pavleas, 20/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ευρισκόμενος σε κατάσταση κλασμεντέν.

- Πάρε ρε συ τηλέφωνο το Μήτσο να φέρει κάναν ψιλάκο...
- Σώθηκες... αυτός τέτοια ώρα θα είναι ολόχεστος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση δηλωτική αρνήσεως παράλογων ή και εύλογων ακόμη απαιτήσεων με έναν ή πολλούς αποδέκτες.

Συχνά συνοδεύεται από χαρακτηριστική κίνηση (άρπαχτον) η οποία έχει νόημα ταυτόσημο.

- Θα μου δώσεις το αμάξι να κάνω κάτι δουλειές; (αύριο)
- Πάρε τα αρχίδια μου! (από σήμερα)

(από Vrastaman, 13/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχολιασμός αποτυχημένης ενέργειας / προσπάθειας ή αμέλειας οικείου προσώπου με σαφές σεξουαλικό υπονοούμενο, ταυτόσημος του δημοφιλέστατου ''παρ' τ' αρχίδια μου'' (συνήθως άμεσος και με δόση κακεντρέχειας), συνοδευόμενος από ενδεικτική κίνηση του ενός ή και των δύο χεριών προς τα γεννητικά όργανα του ομιλούντος.

- Δώσε μου ρε 1000 € και θα στα δώσω τέλος του μήνα... Τα έχωσα στη Svetlana για τον ανάπηρο θείο της που 'χει στο Kievo η δόλια...
- Άρπαχ' τον!

(από pavleas, 14/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified