ΝΟΣ, αλβανικό, σκατά, τόγκα, φτηνόπραμα, αροξόλ.
Το φτηνό χόρτο από Αλβανία που πάντα σε φτιάχνει σκατά και νιώθεις σαν κατσαρίδα που έφαγε τέζα αλλά τι να κάνουμε που δεν είχες φράγκα.
- ΓΚΟΥΧ ΓΚΟΥΧ! πώωω πάλι τσίφσα...; Καλά σκάσ' το.
ΝΟΣ, αλβανικό, σκατά, τόγκα, φτηνόπραμα, αροξόλ.
Το φτηνό χόρτο από Αλβανία που πάντα σε φτιάχνει σκατά και νιώθεις σαν κατσαρίδα που έφαγε τέζα αλλά τι να κάνουμε που δεν είχες φράγκα.
- ΓΚΟΥΧ ΓΚΟΥΧ! πώωω πάλι τσίφσα...; Καλά σκάσ' το.
βλ. και νόζι, Τίρανα Χέιζ (Tirana haze), albanian haze
Got a better definition? Add it!
Κοκό σανέλ ή αλλιώς κοκαΐνα, την πίνουν πλούσιοι, φτωχοί, celebrities, πιτσιρικάδες, gay, ΟΛΟΙ. Άλλοι φερμάρουν για να την βρουν, άλλοι πουλάνε, άλλοι στήνονται. Ακριβό, καλό και σκληρό ντρόγκι.
Got a better definition? Add it!
Γράφω κάτι στο status μου (twitter, facebook), ΑΛΛΑ το χρησιμοποιούμε καλύτερα για να δηλώσουμε ότι ξεφεύγουμε, ή για θαυμασμό, ή όπου μας κολλάει καλύτερα και είναι αστείο.
- Γιατί χορεύεις έτσι σαν τρελός φίλε Κωστάκη;
- Καλά μαλάκα άσε με, ΤΟΥΙΤΑΡΩ σου λέω!
- Πωωω! Λιάκο τσεκέραρε το μωρό με το σορτσάκι..
- Φςςςς Τουιτάρει σου λέω!
Got a better definition? Add it!
Cartoon των 90's. Χρησιμοποιείται ώς αντίστοιχη λέξη του χοντράδια όταν κάποιος ψάχνει ό,τι να 'ναι φάση με κοπέλα για να φύγουν απο κάτω οι flintstones να ξεβουλώσει η χοάνη.
- Μαλάκα, καλά που έκατσε η Σούλα κι έδιωξα τους flintstones γιατί είχα πρηστεί σου λέω...
Got a better definition? Add it!
Κλέβω, χρησιμοποιείται απο γηπεδικά ζάκια για ορολογία κλεψιάς μπουφάν αντίπαλης ομάδας και απο ζέους γενικώς με παπιά εποχής uplifting trance που έκλεβαν ασύστολα κινητά, μπουφάν και παπούτσια. Εποχή ΖΝ.
-Μαλάκα φερμάρανε τον Τάκη προχθές και τους ψάχνει απο πλατεία σε πλατεία με το Γκρέγκορι το Μοτοσίκ να τους σαπακιάσει.
Got a better definition? Add it!
Θεογκόμενα, μανουλομάνουλο, μωράκλα, εργαλείο, όλα αυτά σε ένα άλογο κούρσας ΑΑ γκανιάν.
- Πω ρε φίλε άραγκον για μια μπύρα ακόμη και ελπίζω να έφερες καπότες... Απέναντι σκάνε δυο γκανιάν τρελά! Λίρα εκατό σου λέω!
Got a better definition? Add it!
Αθίγγανοι πωλητές ναρκωτικών στα Λιόσια χρησιμοποιούν την άνωθεν λέξη διά να σιγουρευτούν ότι το θύμα δεν έφαγε τόνγκα με το χόρτο που του πούλησαν. Περιγράφουν την πούδρα από το χασίς, το καλύτερο κομμάτι.
ΕΥΓΕΝΙΟΣ: -Σου δίνω gameboy colour. Πόσο παίρνω;
ΓΥΦΤΟΣ: -Σου γεμίζω τη σακούλα και έφυγες.
Μετά από πέντε λεπτά ο γύφτος σηκώνει την σακούλα και αναφωνεί:
-ΠΑΣΠΑΛΑ ΠΑΣΠΑΛΑ ΣΟΥ ΔΙΝΩ ΠΙΤΣΙΡΙΚΑ!
Το θύμα αποχωρεί χαρούμενο απο το τσαντήρι με τη σακούλα γεμάτη τρίμματα.
Got a better definition? Add it!
Το εύφλεκτο μείγμα, που ανακάλυψε ο Καλλίνικος τον 7ο μ.Χ. αιώνα, άγνωστα παραμένουν τα υλικά με τα οποία το έφτιαχνε. Οι ιστορικοί λένε ότι το υγρό πυρ έκαιγε επίμονα και δεν έσβηνε με νερό, παρά μόνο με ούρα ή άμμο.
Για την διαπροσωπική σχέση των φύλων μεταξύ τους χρησιμοποιείται και ως αντίστοιχο του Χοντράδια ή Flintstones δηλαδή συμπυκνωμένο υγρό που έχει πήξει απο την ανύπαρκτη σεξουαλική επαφή.
Αλκιβιάδης: Φίλε μου ένα θα σου πω. Έβγαλα με μίσος παντού το υγρό πυρ δια μέσου της εκτίναξης πάντα. H κοπέλα δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο, έγκαυμα πρώτου βαθμού της προκάλεσα! Σαν γέννα ήταν.
*Αλκιβιάδης = πρώην αμπελοφιλόσοφος, παρέα του Μάκη του Γίγαντα.
Got a better definition? Add it!
Έχω να κάνω σεξ... δεν θυμάμαι απο πότε... Άρα πρέπει να μηδενίσω το κοντέρ, το μετρητή του αγάμητου /-ης που μετράει μέρες απραξίας γεμάτες νεύρα.
- Μηδένισες επιτέλους ρε ψηλέ; Δε σε άντεχα άλλο, τα έβλεπες όλα λίρα εκατό.
Got a better definition? Add it!
Ο τύπος που κάνει μπαμπεσιές, έχει γυναικεία αντίδραση και φέρεται κατινίστικα όταν κάποια του ρίξει πίττα, ή δεν του κάτσει, ή ενίοτε τον χωρίσει. Επίσης λέει διάφορα γι' αυτήν πίσω από την πλάτη της χωρίς να έχουν γίνει ποτέ, για παράδειγμα ότι του έκατσε απο την πρώτη μέρα ενώ η αλήθεια είναι οτι του είπε απλά ένα αδιάφορο «γεια σου»!
- Ρε Ζωή, πολύ ξεπλεναράς ο πρώην σου, αδερφάκι μου! Κάθεται και αραδιάζει πώς το κάνατε και τι ώρες σε όλους... Απαπαπ τον ξεπλένη, καλά έκανες και τον σούταρες...
Got a better definition? Add it!