Παιχνιδιάρης, πονηρούλης, καυλιάρης άντρας, μπερμπάντης, κομπλεντέρ τύπος. Με το τσαχπινιάρης είσαι όλα αυτά μαζί. Άρχοντας άμα στο πούν ψηλέ και μην ρωτάς πολλά.

Τι τσαχπινιάρης είναι ρε παιδιά αυτός ο Eυγένιος, όπου πάει αγαπάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπάζο, η γκόμενα χόμπιτ που δεν βλέπεται για κανένα λόγο, δεν πάει μαζί της ούτε ο Κουασιμόδος.

- ...και μου δίνει msn, στελνεί ολόσωμη photo και τι να δώ ρε μλκ; Μια φιλτρομπαζούκα με τρίχες! Άσ' τα να πάνε και νόμιζα οτι θα μηδενίσω το κοντέρ να φύγουν επιτέλους οι flintstones!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω να κάνω σεξ... δεν θυμάμαι απο πότε... Άρα πρέπει να μηδενίσω το κοντέρ, το μετρητή του αγάμητου /-ης που μετράει μέρες απραξίας γεμάτες νεύρα.

- Μηδένισες επιτέλους ρε ψηλέ; Δε σε άντεχα άλλο, τα έβλεπες όλα λίρα εκατό.

(από xalikoutis, 18/10/08)(από salina, 15/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Cartoon των 90's. Χρησιμοποιείται ώς αντίστοιχη λέξη του χοντράδια όταν κάποιος ψάχνει ό,τι να 'ναι φάση με κοπέλα για να φύγουν απο κάτω οι flintstones να ξεβουλώσει η χοάνη.

- Μαλάκα, καλά που έκατσε η Σούλα κι έδιωξα τους flintstones γιατί είχα πρηστεί σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σαν μονάδα μέτρησης απόστασης σε κόντρες με αμάξια.

-3 κολόνες μπροστά το Μ3 ψηλέ, τι να μας πείς κι εσύ με το saxorallo.

Βλ. και καρότσα.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ψεύτης. Όταν μιλάει σε μια παρέα, τραβάει την προσοχή, γιατί κανείς δεν πιστεύει τα φίδια που πουλάει.

Λέγεται και φιδέμπορας από ηλικίες άνω των 30.

- Και που λέτε την είχα στα 4... Και δίπλα πέφτουν οι δίδυμοι πύργοι... Ναι ρε φίλε ενώ κάνουμε σεξ! Και σκάει πετώντας απο τον πάνω όροφο ο διευθυντής, που παρεμπιπτόντως ήταν άντρας της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που κάνει μπαμπεσιές, έχει γυναικεία αντίδραση και φέρεται κατινίστικα όταν κάποια του ρίξει πίττα, ή δεν του κάτσει, ή ενίοτε τον χωρίσει. Επίσης λέει διάφορα γι' αυτήν πίσω από την πλάτη της χωρίς να έχουν γίνει ποτέ, για παράδειγμα ότι του έκατσε απο την πρώτη μέρα ενώ η αλήθεια είναι οτι του είπε απλά ένα αδιάφορο «γεια σου»!

- Ρε Ζωή, πολύ ξεπλεναράς ο πρώην σου, αδερφάκι μου! Κάθεται και αραδιάζει πώς το κάνατε και τι ώρες σε όλους... Απαπαπ τον ξεπλένη, καλά έκανες και τον σούταρες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως μετά το κώλιασμα έρχεται το κόλιαντρο.

Κόλιαντρο γίνεσαι όταν μετά απο πολλά τσιγάρα ξεπερνάς πρός το υπερβολικό το αρχικό κώλιασμα του τσιγάρου που σε έπιασε φυσιολογικά και συνεχίζεις πίνοντας και φτάνεις στο υπέρτατο σημείο που δεν καταλαβαίνεις τίποτα.

Επιθεωρητής κόλιαντρο είναι ο παλληκαράς στην παρέα σου που όταν δεν καταλαβαίνει κανείς πού είναι τα χαρτάκια και τα βλέπετε για βαρκούλες, σκάει απο το πουθενά σα να μην ήπιε όσο εσείς και συνεχίζει να στρίβει και να μην την ακούει με τπτ... Τυχερός; Μπα...

Μαλάκα κόλιαντρα γίναμε πάλι, άντε να δούμε ποιος θα κάνει τον επιθεωρητή αυτήν τη φορά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοκό σανέλ ή αλλιώς κοκαΐνα, την πίνουν πλούσιοι, φτωχοί, celebrities, πιτσιρικάδες, gay, ΟΛΟΙ. Άλλοι φερμάρουν για να την βρουν, άλλοι πουλάνε, άλλοι στήνονται. Ακριβό, καλό και σκληρό ντρόγκι.

-Κολλητέ θα φύγουμε για παραλιακή; Άντε βαρέθηκα!
-Άραγκον ψηλέ, σπάμε τη φρίμπα μας, πίνουμε ενα γιούφ και το ουισκάκι μας και φεύγουμε αλεμάο...

(από Khan, 08/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλέβω, χρησιμοποιείται απο γηπεδικά ζάκια για ορολογία κλεψιάς μπουφάν αντίπαλης ομάδας και απο ζέους γενικώς με παπιά εποχής uplifting trance που έκλεβαν ασύστολα κινητά, μπουφάν και παπούτσια. Εποχή ΖΝ.

-Μαλάκα φερμάρανε τον Τάκη προχθές και τους ψάχνει απο πλατεία σε πλατεία με το Γκρέγκορι το Μοτοσίκ να τους σαπακιάσει.

Got a better definition? Add it!

Published