Νέουρας, ποντικαράς, στραβάδι ή στραβόγιαννο στο Πολεμικό Ναυτικό με ΕΣΣΟ μετά την Α 06.
Πλωτάρχης Witherspoon: - Τι σειρά είσαι νέος;
Νέοπας: - Ευπειθώς Α07.
ΠW: - Πρόσεχε μην πατήσεις την ουρά σου, ποντικαρά.
Νέουρας, ποντικαράς, στραβάδι ή στραβόγιαννο στο Πολεμικό Ναυτικό με ΕΣΣΟ μετά την Α 06.
Πλωτάρχης Witherspoon: - Τι σειρά είσαι νέος;
Νέοπας: - Ευπειθώς Α07.
ΠW: - Πρόσεχε μην πατήσεις την ουρά σου, ποντικαρά.
Συνώνυμα: ποντίκι, νιάτο, Νεοκλής, Στραβόγιαννος, κωλόψαρο, σκουίζ, ψαροκασέλα, στραβάδι, γκαβάδι, γκάβακας, γκάου-μπίου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ειδική διάταξη με την οποία μπορεί κανείς να αυξήσει την απόδοσή του.
- Είδες τον καινούριο γκόμενο της Λούλας;
- Ναι, έχει ειδικό μοντούλ στον αυχένα.
(και εννοεί χαίτη)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Παρατεταμένη χαίτη, σχεδόν σαν του Μάικλ Νάιτ.
Την διαθέτουν πολλά είδη υπάνθρωπου όπως Μπανιάνοι (Ινδοί), Τούρκοι, Αλβανοί και Πακιστάνια.
Την χρησιμοποιούν για να βγάλουν γκόμενα.
- Κουρέψου ρε έχεις αρχίσει να αφήνεις ψευτο-Μάλετ...
- Άντε γαμήσου, ρε...
Λέξεις για τη χαίτη: (μαλλί-)λασπωτήρας, μάλετ, μουλέτι, χαιτικό, δες και χαιταίος
Σε άλλες γλώσσες: mullet (αγγλικά), nuque longue (γαλλικά), Vokuhila (γερμανικά), svenskerhår (δανέζικα), czeski piłkarz (πολωνικά), hockeyfrilla (σουηδικά), takatukka (φινλανδικά)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Καραγκιόζης που σκάει με πουκαμισάκι και φλώρικο παπουτσάκι, να γαμήσει.
- Ωραίο μαγαζί αυτό...
- Ναι, αλλά τι τον έφερες τον τάκουνα μαζί ρε Σούζυ;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέξη μπαλαντέρ που χρησιμοποιείται για διασκέδαση, χωρίς λόγο.
- Γειά σου Ρούλη.
- Γειά σου Ιωσηφίνα.
- Τι κάνεις;
- Καλά.
- Τηλεκαμινάδα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έκφραση που χρησιμοποιείται ευρέως για να υποδηλώσει διαφωνία η ακόμη και απέχθεια με κάποια κατάσταση ή ενέργεια.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δεν θέλει ιδιαίτερη φιλοσοφία για να καταλάβει κανείς τι σημαίνει. Είναι μια πολύ αεράτη -σχεδόν καλοκαιρινή- εκδοχή του μαλάκα.
- Κοίτα την καινούρια μου μοτοσυκλέτα.
- Πω πω μαλένγχξ...
(Ισοδύναμο με το να έλεγε: «Πω ρε μαλάκα μου, γαμάει η μηχανή. Και ταξιδιάρικη και μουράτη.. . Αλήθεια μου τη δίνεις να την πάω μία βόλτα; Θα βγάλεις και μουνί με αυτήν, θα δείς». Ναι, αλλά το καλοκαίρι με το 45άρι βαριέσαι να λες όλες αυτές τις παπαριές)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τυπάκι που όταν τον βλέπεις, νομίζεις ότι δεν υπάρχει πουθενά. Γνωστός και ως σφίγγος (παράφραση του στρίγγος -αντρας που μοιάζει με στρινγκάκι).
Έσκασε και ο δαραβίγγας...
Got a better definition? Add it!
Published
Η πιο ακριβής φράση για να περιγράψεις μια κατάσταση που είναι για τον μπούτσο, και να μην σε πετάξουν έξω.
Μαλάκω1: Μυλαίδη, αυτό το fondue είναι πολύ chic,.. βρίσκετε;
Μαλάκω2: Ναι, ενω η γυράτζα είναι πολύ μπανάλ...
Μπατε σκύλοι αλέστε...
Got a better definition? Add it!
Published
Με σαφείς παραπομπές στην γαλλική λογοτεχνία και ιδιαίτερα στο ρομαντισμό (les aveugles sont voyants - les meubles de Parthenon), αυτή η έκφραση είναι πολύ ξεχωριστή. Χρησιμοποιείται για να αποδώσει κανείς εις την νεοελληνικήν την ατμόσφαιρα που ωθεί κάποιον στο σατύριασμα.
- Καλά είδες τον Θοδωρή; Με τα μουνιά από τη μία και τις γκόμενες από την άλλη, είχε σατυριάσει. Γι' αυτό ντύθηκε μπρίκι.
- Καλά, και οι τυφλοί είδαν.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified