Πες ότι τρακάρεις και το δεξί μπροστινό φτερό γίνεται φυσαρμόνικα. Το πας στο φαναρτζή και σου λέει «Μην ανησυχείς, με χίλια πεντακόσια ευρώ θα στο κάνω καινούργιο». Εννοεί ότι δεν θα φαίνεται ούτε γρατζουνιά και θα είναι σαν καινούργιο.

Ειρωνικά, όμως, όταν πούμε ότι κάποιος έκανε κάτι καινούργιο εννοούμε ότι το χάλασε, το διέλυσε. Έτσι με ειρωνεία λέμε «μπράβο, το έκανες καινούργιο», ιδιαίτερα αν είχε γίνει μια ζημιά και, ένας και καλά μάστορας ανάλαβε να τη διορθώσει και το ρήμαξε τελείως.

Είχε ένα προβληματάκι το αυτοκινητάκι του παιδιού, δεν έκαναν καλή επαφή οι μπαταρίες, το πήρε να το δει ο προκομμένος ο Μίλτος και το έκανε καινούργιο. Βίασε το πορτάκι εκεί που μπαίνουν οι μπαταρίες, οι μπαταρίες τώρα δεν μπορούν να σταθούν, το αυτοκινητάκι δεν παίζει και το μωρό ακόμα κλαίει...

Έχω αλοιφή να σου δώσω, θα γίνει καινούριο.  (από Galadriel, 06/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ίδιο είναι. Το λέμε όταν συγκρίνουμε δυο πράγματα και δεν υπάρχει διαφορά - τότε λέμε «έρχεται μία η άλλη» ή «είναι μία η άλλη». Άγνωστο γιατί αλλά πάντοτε το λέμε «μία η άλλη», ποτέ «ένας ο άλλος» ή «ένα το άλλο».

- Αύριο που θα πάω τη Σούλα στο αεροδρόμιο, μήπως να πάω από Βάρη για πιο γρήγορα;
- Δεν έχει σημασία. Είναι πιο κοντά αλλά θα έχει περισσότερη κίνηση. Μία η άλλη έρχεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναγκάζομαι να υπομείνω μια δυσάρεστη κατάσταση ή έναν ενοχλητικό άνθρωπο. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί κάτι μου το επιβάλανε, είτε γιατί δεν το περίμενα και δεν μπόρεσα να το αποφύγω εγκαίρως. Είναι σαν να έχω φάει ένα χαστούκι στο πρόσωπο, δηλαδή στη μάπα.

  1. Δεν είναι πια να πηγαίνεις πουθενά. Τρως στη μάπα όλη την κίνηση, τα φορτηγά, τις ουρές στα διόδια και θέλεις τέσσερις ώρες να κάνεις εκατό χιλιόμετρα. Και γιατί; Για να φας στη μάπα μετά όλο το συνωστισμό στην παραλία.

  2. Άμα θα είναι κι αυτός, εγώ δεν έρχομαι. Τον έφαγα στη μάπα ολόκληρο το περασμένο Σαββατοκύριακο που τον κουβάλησε η Ράνια και δε χρωστάω τίποτα να ακούω πάλι τις βλακείες του.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάποιον που βασικά είναι του σκοινιού και του παλουκιού (κλέφτης, απατεώνας, νταβατζής), αλλά ορισμένοι έχουν την εντύπωση ότι είναι καθώς πρέπει και γλυκό αγόρι.

Λέγεται επίσης και «παιδί μπουμπούκι» και «παιδί για υιοθεσία».

- Άσε ρε, παιδί κουφέτο κι αυτός, τι να σου πω... μην τον βλέπεις έτσι που το παίζει κυριλέ κι επιχειρηματίας. Άκου με και μένα, χρωστάει σ' όποιον μιλάει Ελληνικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέμε ότι σε κάποιον είναι σαν να έβαλαν νέφτι στον κώλο άμα δεν μπορεί να σταθεί σ' ένα μέρος και γυρνάει σαν τη σβούρα. Το λέμε και άμα κάποιος τρέχει πολύ γρήγορα. Η έκφραση βγήκε γιατί το νέφτι τσούζει πολύ.

- Μόλις άκουσε ότι έρχεται ο Βρασίδας με δυο φουσκωτούς για να πάρει τα λεφτά, την έκανε με χίλια. Λες και του είχανε βάλει νέφτι στον κώλο.

Got a better definition? Add it!

Published