• Η μπιστολιά.
  • Το τουφέκι.
  • Το να κρεμάς κάποιον.
  • Να του παίζεις πουστιά.
  • Το να φεύγεις από ένα μαγαζί χωρίς να πληρώσεις.
  1. Του δάνεισα 50 ευρώ για να πληρώσει το νοίκι του, λέει, και αυτός μου 'κατσε την τάπα και εξαφανίστηκε.

  2. - Μαλάκα πήγαμε σε ένα ταβερνάκι προψές, φάγαμε του πούστη και στο τέλος τους κάτσαμε και τάπα.
    - Μια χαρά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φιτιλιά. Συναντάται επίσης στην Κρήτη. Συνοδεύεται κυρίως στην έκφραση «βάζω τσίτες», δηλαδή «βάζω φιτιλιές» σε κάποιον.

  1. Μου 'πε ότι είδε τη γκόμενά μου με τον πρώην και μου 'βαλε τσίτες μαλάκα. Κάτσε να έρθει και θα γίνει χαμός.

  2. Δεν σου βάζω τσίτες, αλλά νομίζω ότι ο Κώστας δεν σε πολυγουστάρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα κόκκαλα του ψαριού. Η φράση συναντάται κυρίως στην Κρήτη.

  1. Έλα να φας μπαρμπουνάκι που σ' το έχω καθαρίσει και δεν έχει ούτε μία τσιτούλα...

  2. Πω το κωλόψαρο, μας γάμησε στις τσίτες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χτυπάω την μπάλα κάτω και αυτή αναπηδάει. Τριπλάρω. Συναντάται κυρίως στην Κρήτη όπου οι μπασκετμπολίστες «μπιστάνε» τη μπάλα. Επίσης πριν από κάθε φιλικό αγώνα ποδοσφαίρου ακούγεται η φράση: «μπιστάει τρεις!», φράση που σημαίνει ότι η μπάλα θα αναπηδήσει 3 φορές χωρίς κανείς να την ακουμπήσει μέχρι την τρίτη αναπήδησή της.

Άλλος ορισμός είναι ότι θα σε πετάξω κάτω. Θα σε δείρω. Συνοδεύεται κυρίως από το πρόθεμα κωλό-, που κάνει την έκφραση ακόμα πιο σκληρή.

  1. - Ρε τον είδες τον ψηλάγκουρα; Πρώτα έκανε βήμα και μετά μπίστηξε τη μπάλα. Βήηηηματα ρεεε!

  2. - Λοιπόν παίδες έτοιμοι; Άντε δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλο. Λοιπόν ξεκινάμε! Μπιστάει τρείς..

  3. - Μαλάκα κάτσε ήρεμα γιατί θα σε μπιστήξω κάτω.
    - Θα μου κλάσεις..
    - Θα σε κωλομπιστήξω λέμε....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified