Είναι η σύγχρονη μορφή του γνωστού σαρδάμ ( εκ του παλαιού ελληνοαμερικανού κινηματογραφιστή Μαρδά, από τον αναγραμματισμό του ονόματος του οποίου προήλθε ο όρος σαρδάμ ) στην ηλεκτρονική της μορφή. Παρατηρείται άμεσα συνδεδεμένο με το καινοφανές τέρας, μακρινό απόγονο του Χομπσιανού Λεβιαθανούλη, τον Κορέκτορα τον αψευδή. Αυτός ο μάγιστρος της αλήθειας, η ηχώ των προγραμμένων στο φουμπου, και σε κάνει ρόμπα στο λεπτό. Θες να στείλεις στο μωρό που γνώρισες χτες ένα μήνυμα ευγενικό και γράφοντας χάρηκα σου πετάει ενα "χυνω" που είχες γράψει τον αύγουστο στο τσουλάκι που καυλάντιζες απ το viber επειδή η γκόμενα που γούσταρες δεν σε είχε ούτε για φτύσιμο σε παλιό καφενείο στην Τρούμπα.Γίνεσαι λοιπόν ξεφτίλας, σε προδίδει πως σεξοτσάτιαζες πριν και δεν είσαι ο σοβαρός γκόμενος που θα φορέσει παντελόνι μέχρι τον αστράγαλο και σκαρπίνι χωρίς κάλτσα με το πόδι μέσα να κολυμπάει στον ιδρώτα σα βάρκα σε λάδι. Το έχουμε πάθει όλοι. Κάποιες φορές το κάρμα συγχωρεί και μπορείς να τα μπαλώσεις. Κάποιες άλλες όμως σου ρίχνει κωλοδάχτυλο και σε φτύνει, όπως οι γέροι που λέγαμε πριν στον προσφυγικό Πειραιά το 'καναν με σιχασιά όταν αναφέρανε το βασιλιά στο μουχαμπέτι τους. Και στέλνεις το μήνυμα στο αφεντικό σου, στον φίλο του πατέρα σου που σου έστειλε μήνυμα να προωθήσεις έναν έρανο με χίλια likes δίνονται δώρο δέκα γρανίτες στα ορφανά απ τον άγνωστο πόλεμο.

Παράδειγμα εδώ Καυλα είσαι Γιώτα; ενώ ήθελες να γράψεις καλά είσαι Γιώτα; Γειά σου φίλε μου και να το διακόψει μια αβίαστη κουβέντα (το παραπάνω κείμενο βγήκε πατώντας την κεντρική επιλογή στο swiftkey πληκτρολόγιο επί11 φορές...)

Got a better definition? Add it!

Published

Τύπος ανθρώπου που βάζει like σε κάθε post στο facebook, από διαφήμιση ψαροταβέρνας μέχρι site υπέρ της ευθανασίας, ενίοτε με απώτερους σκοπούς, αν γίνεται στο προφίλ γκόμενας. Κάνει like σε κάθε τραγούδι που ποστάρει, από Ημισκούμπρια μέχρι Κάρμινα Μπουράνα και από Τερλέγκα έως στρουμφάκια.

Το παρωχημένο μοντέλο λαϊκισμού της «Αυριανής» των 80's συναντάται σήμερα ως like-ισμός με ακραία μορφή του τον επονείδιστο εις εμέ αυτο-like-ισμό, ο οποίος είναι η υπέρτατη μορφή βλακείας. Για να ποστάρεις κάτι ρε μάστορα σημαίνει ότι σου αρέσει. Τί το βάζεις το like; Είναι σαν αυτοϊκανοποίηση σε ντο ματζόρε συνοδεία κουαρτέτου από τρόμπες ποδηλάτου.

Ρε συ ο Μάκης γουστάρει την Ντιάνα!
— Έλα ρε, πού το ξέρεις;
— Όλη μέρα κάνει like στα ποσταρίσματά της! Έκανε μέχρι και σε γκρουπ απολέπισης δέρματος με σαγόνια καρχαρία!
— Like-ιστής παιδί μου... τί περιμένεις;

(από σφυρίζων, 01/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άδεια που παίρνει μια εν λοχεία ούσα μητέρα, όπως όλοι ξέρουμε, λέγεται άδεια λοχείας.

Σε περιπτώσεις που αυτό επαναληφθεί σύντομα, η άδεια παρατείνεται επί το περίπου διπλάσιο, καθιστούσα την ευτυχή μητέρα απούσα από την εργασία της για χρόνια.

Η προσαύξηση αυτή μπορεί να συναχθεί ως προαγωγή από την λοχεία σε λοχία και έπειτα σε επιλοχεία.

- Καλά που είναι η Μαίρη την απέλυσαν;Έχω χρόνια να την δω στο γραφείο.

- Γέννησε στο καπάκι 2 μπέιμπια και το τράβηξε λίγο παραπάνω με την άδεια.

- Αχα άδεια επιλοχίας δηλαδή

Κατερίνα Ξαπλωτή. (από Hank, 17/06/09)Και μια λεχώνα του Picasso. (από Hank, 17/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στραβισμός ή αλληθωρία στα τσιτσία ή βυζιά παρατηρείται σε δύο μορφές:

  • Στον κάθετο άξονα, που είναι και η γλαφυροτέρα μορφή. Στην περίπτωση αυτή η δύσμοιρη κάτοχος του βυζοσέτ έχει ανισομερώς κρεμαστά μεμέ. Έτσι το ένα παραμένει ημιθελκτικό ενώ το άλλο φλερτάρει επικίνδυνα με τον αφαλό.
  • Στον οριζόντιο άξονα. Στην μορφή αυτή μόλις επιτύχεις το γδύσιμο της αλληθωροβύζας συνήθως γκριματσώνεσαι σαν να δοκίμασες ληγμένο ζωντανό γιαούρτι. Ήτοι θωρείς 2 ρώγες η μία να βλέπει ανατολή και η άλλη δύση με αποτέλεσμα αντί για ανάπλαση ερωτικών εικόνων στον εγκέφαλο, ανακαλείς αποσπάσματα από βιντεοσαβούρες-ταινίες του 1980 με ψευτοαλλήθωρους που συνήθως είναι και κεκέδες. Η αλληθωροβύζα έχει συνήθως αχλαδάτα στήθη δυσανάλογα με το σώμα της σε κάθε οψιόν δυσαναλογίας.

- Μην πας για μπάνιο στην παραλία γυμνιστών «της γριάς το μνι» γιατί συχνάζουν κάτι αλληθωροβύζες Γερμανίδες 50άρες τύπου Angela MerKel και θα ξενερώσεις τελείως. Θα τον ψάχνεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός σε γυναίκα που, ενώ αντικειμενικά θεωρείται κόμματος, ρέγγα γάλακτος, βουτυρόμουνο, πεόλαυση, είτε λόγω μεγάλης αυτοπεποίθησης, είτε λόγω ευκολίας της γυναίκας αυτής στο να σκαρφαλώνει ψωλόφους, κοινώς είναι του χεριού μας, μπορούμε να την πασπατέψουμε χαλαρά.

Προέλευση αυτονόητη από το βατός + μουνί.

- Ακούγεται ότι αν και αιδοίαρος η Ζωρζέτ το πίνει το σαλέπι.
- Έλα ρε και φοβόμουν να της την πέσω μη φάω πίτα πίτα. Να ορμήσω δηλαδή!
- Ναι λέμεεεε. Βατόμουνο είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εσώρουχο ανδρικό παλαιάς κοπής και σχεδίου, πρωτίστως σλιπάκι υπόλευκο λόγω μακροχρόνιας χρήσης.

Το εν λόγω εσώρουχο έχει την εξής ιδιότητα: Είτε απορροφάει τις δυσάρεστες οσμές από διασπορά κλανοβολισμών είτε αντιστέκεται σθεναρά στην φθορά που αναπόδραστα προκαλεί ο πυροβολισμός από τόσο κοντινή απόσταση σε ένα ταπεινό βαμβακερό ύφασμα.

Το αλεξίκλανο βρακί, έπειτα από μαγευτικές νύχτες με φασολάδα και λοιπά πορδογενή φαγητα, παρουσιάζει φαινόμενα όσμωσης με το περιεχόμενο του εντέρου αμέσως πριν την απέκκριση. Κοινώς, χρωματίζεται σε χρώματα φαιάς αποχρώσεως, ελαφρώς καφέ. Μερικές φορές όταν το κλάσιμο γίνεται σε παρέα ανδρών, και δη σε κατασκηνώσεις, η ανάγκη να επιβληθεί κάποιος με το περιεχόμενο του κώλου, του το αλεξίκλανο βρακί χρωματίζεται κίτρινο μπροστά, αποτέλεσμα της υπερπροσπάθειας αερισμού και ίσως έπειτα απο κατανάλωση φτηνόμπυρας.

Γνωστός κλανιάρης πηγαίνει σε μαγαζί εσωρρούχων για να αγοράσει εσώρρουχα και παραγγέλνει ως εξής:
- Δώστε μου σας παρακαλώ μια εξάδα αλεξίκλανα μινέρβα νούμερο 6

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καραβανάς, απάλευτος καρμίρης μονιμάς που έχει τις δυο σαρδέλες στην παραλλαγή του από τον καιρό που οι ΕΣΣΟ ήταν σε αριθμό διψήφιο. Αναλαμβάνει συνήθως υπηρεσία λοχία εβδομάδος ή όργανου υπηρεσίας. Και σε κάθε παράκληση να σε καβατζώσει, σε αρχίζει στα σιχτίρια τύπου «γαμώ τον άξονα της γης κωλόψαρο, που εγώ φοράω μπερέ απ'όταν εσύ βύζαινες» κτλ κτλ.

Γι' αυτές του τις βωμολοχίες χαρακτηρίζεται έτσι.

- Ρε σειρά, ποιός είναι όργανο σήμερα;
- Ο καραβανόπουλος.
- Φτου ρε γαμώτο, πάλι ο βωμολοχίας είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην εποχή της ιδεολογικής ισοπέδωσης και ενώ δεξιά και πασόκ τείνουν σε ένα τεράστιο ατέρμονο ΘΑ, ο ορισμός αυτός χρησιμοποιείται σε φάσεις bisexual, δηλαδή έτσι-γιουβέτσι, παπατζιλίκι και μούφα λόγια. Τελικά άν οι αρχηγοί των δύο αυτών κομμάτων άλλαζαν παράταξη, κανείς δεν θα το 'παιρνε μυρωδιά, αφού η μπόχα από τα σκάνδαλα έχει καθίσει σαν τοξικό σκατονέφος πάνω από τα κεφάλια μας. Το μπέρδεμα στο μυαλό μας οξύνεται από μοίρασμα υποσχέσεων για μισθούς 5.000 ευρώ το δεκαπενθήμερο, 5 γκόμενες για κάθε ψηφοφόρο, δωρεάν ανάλυση ούρων μαζί με πάρκινγκ σε 15ώροφα κτήρια σε κάθε χωριό και απόσυρση αυτοκινήτων με έκπτωση για αγορά φεράρι ή λαμποργκίνι για όλους. Ψηφίστε τους! Δεν θα χάσετε τίποτα. Αυτοί θα κερδίσουν πολλά...

Σύνταξη στα 30, αναβολή στράτευσης μέχρι τα 65, εξέταση προστάτη από αλαφροχέρηδες μουστακαλήδες γιατρούς χωρίς γάντια και άλλα πολλά. Αυτές θα 'ναι οι επόμενες υποσχέσεις τους. Τελικά η κλωνοποίηση των δύο σε ένα υβρίδιο θα έλυνε το πρόβλημα.

- Τι θα ψηφίσεις; Καρατζαφέρη ή οικολόγους;
- Μπα είμαι συνειδητοποιημένος, ο Γεωργόκωστας Καρανδρέου, το γένος Παπαμανλή, είναι η μόνη λύση για ένα μέλλον με νέα πρωτοπορία και νωπή εντολή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκούρα συνήθως περιοχή γύρω από την ρώγα και στα δύο φύλα. Ονομάστηκε έτσι επειδή περιβάλλει το κέντρο του βυζιού. Σε ξανθές γυναίκες είναι ροζουλί.

Έφαγα μια ήττα χτές με την Λωλότα... Της βγάζω το σουτιέν και πριν αρχίσω το γλυφοβύζι σταματάω. Είχε τρίχες στο γυροβύζιον της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιππεύω βίαια κάποια, την ξεμουνιάζω. Η προέλευση του είναι απο την έκφραση «μου 'μεινε στο χέρι», όταν κάτι χαλάει, ενώ είναι στα χέρια μας.

Πήρα βιάγκρα χτες και την έσκισα την Λωλότα. Της έδωσα το μουνί στο χέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified