Ο μη τέλειος άντρας μη σωστός, ο μη πρόστυχος και μη γοητευτικός...! Ο άντρας με την καδένα την χρυσή στον λαιμό, τα ανοιχτά πουκαμισάκια απ' όπου ξεπηδούν οι τρίχες και το παπούτσι το αθλητικό από κάτω. Το μαλλί συνήθως κάνει ένα ελαφρύ σπάσιμο. Το πιο ντεκαυλέ όμως είναι το τσιγάρο πάνω από τα αυτί που συνήθως ξεχνάει για μόστρα εκεί όλη την μέρα μέχρι να φτάσει σπίτι του όπου και θα το καταλάβει όταν αλλάξει πλευρό στο κρεβάτι!

Και μιας και είπα κρεβάτι εννοείται ότι είναι ο τύπος που λέει και λέει πολλά για το άθλημα αλλά όταν έρχεται η ώρα -αφού βρίσει και εκθειάσει το μόριό του μέχρι αηδίας μπροστά στο θύμα του-με την μία φορά τον έχεις αποτελειώσει, γυρίζει πλευρό και ροχαλίζει. Συνηθισμένες εκφράσεις: ναι τώρα, τι λες τώρα ρε, νταξ τώρα, χαλαρά, τα πάντα όλα (μέχρι αηδίας), ή όλα ή τίποτα, τζετ σετ, ρε μωρό, έτσι ρε, να πούμε, τι να λέμε τώρα, που ξαφανίστηκες, κλπ. Το καλύτερο πράγμα που θα τον βρεις να κάνει είναι να παίζει τάβλι (νταξ τώρ αυτό δεν ναι κακό!) και να κάνει γεώτρηση στο αυτί με το μακρύ του νύχι.

Χρησιμοποιείται και για γυναίκες ίσως μας καλύπτει και ο όρος μπουζουκογκόμενα εν μέρει. Ίσως οι λαϊκάτζες γυναίκες μιλούν σα νταλικέρηδες και ντύνονται λαϊκά - όχι απλά πρόστυχα. Απαραιτήτως έχουν ξεχάσει να βάψουν ένα νύχι ή κάτι είναι χαλασμένο πάνω τους. Μιλούν υβριστικά και χυδαία ενώ στο σεξ αφού τελειώσεις ψάχνεις να βρεις με τι ακριβώς έχεις σουμουνιαστεί (εκ των ΣΜΝ). Αγαπημένη περιοχή και των δύο το Μπουρνάζι (χωρίς να έχω κάτι με την περιοχή) ενώ όταν αποκτούν χρήματα αυτομάτως έχουν διαλέξει το αμάξι που τους ταιριάζει: μερσεντέ να ναι κι ό,τι να ναι!

Πολλές φορές το χρησιμοποιούμε για να μειώσουμε την πρώην του νυν μας.

Αγαπημένο συνώνυμο: ο λαϊκός ο τύπος, λαϊκογάμητος.

Αντωνυμία: κουλτουριάρης, κουλτουριάρα.

-Τι; Πώς είναι πες μου;

-Εεεεε, φοράει αυτή την καδένα και το ασημένιο το ρολόι του παππού μου, ξύνει και το αυτί του, καταλαβαίνεις...

-Και στο κρεβάτι; Καλός;

-Ναι, όταν δεν αναρωτιέται τι του κάνει η μάνα του και δεν στάζει σα θερμοσίφωνας από τα πρώτα πέντε λεπτά..!

-Κατάλαβαααα, σε λαϊκάτζα πέσαμε..!

-Ο λαϊκός ο τύπος με όλη τη σημασία της λέξεως!

(από amelie, 19/06/09)Έχει και κόκκινο λέμετε. (από Galadriel, 21/06/09)

Βλ. και «λαϊκός», ο, λάικα, η, καραλάικα, λαϊκουριά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρομπαδούρος είναι νεαρός, εμφανίσιμος (ή τέλος πάντων να βλέπεται), συνεσταλμένος (λέει), ευαίσθητος (λέει), με μουσικά ακούσματα τους πυξ λαξ ή σε προχωρημένο επίπεδο Μάλαμα. Ίσως να είναι ψαγμένο τυπάκι και όντως να μην είναι εντελώς βλάκας, αλλά συνήθως αυτοί πάνε στη συνομοταξία των απλώς «δήθεν».

Ο τρομπαδούρος αγαπητέ είναι μάλλον χαζούλης. Συνήθως μπλέκεται σε απελπισμένες ερωτικές καταστάσεις, που δημιουργεί κατά βάση μόνος του. Αν έχεις γκόμενο τρομπαδούρο και δεν γνωρίζεις περί τρομπαδουρισμού ίσως να πιστέψεις πως θα γίνεις η γυναίκα της ζωής του, αυτή με το γάμο και τα παιδιά. Ο τρομπαδούρος θα φροντίσει να σου πει συχνά πυκνά πως είσαι αυτή η γυναίκα και πόσο τον έχεις σημαδέψει. Ωστόσο την ίδια μέρα ίσως γνωρίσει κάποια στο μπαράκι που θα πάει που θα του πάρει το μυαλό.

Ο ίδιος ο τρομπαδούρος παθαίνει συνήθως έξαρση των συμπτωμάτων του το καλοκαίρι. Εκεί κατά προτίμηση θα σε σαγηνεύσει σε beach party όπου θα παίζει τραγούδια που έχουν ξεχάσει και οι δημιουργοί τους όπως: «γιατί έπαψες αγάπη να θυμίζεις», «άι της αγάπης μαχαιριά» και για τους πιο προχωρημένους «dust in the wind». Ο τρομπαδούρος, εξ’ ου και το όνομά του, είναι συνήθως κιθαρίστας ή έστω τραγουδιστής. Προσοχή: ο τρομπαδούρος δεν είναι ένας απλώς ψεύτης άντρας! Τα συναισθήματα που θα σου εκφράσει θα τα αισθάνεται πραγματικά, μέχρι να περάσουν μερικές μέρες και να συνειδητοποιήσει πως απλώς... έφαγε πολύ πεπόνι.

*Sorry που έδωσα άλλη έννοια αλλά την δημιούργησα με την flons πριν ακόμα την ακούσουμε. Flons ευχαριστώ για τα πνευματικά δικαιώματα του ορισμού.
**Υπάρχει παρόμοια κατηγορία γυναικών.

sms τρομπαδούρου:
Δεν μπορώ από χθες σε σκέφτομαι συνέχεια. Το μυαλό μου έχει απλά κολλήσει σε σένα και δεν πάει πουθενά αλλού. Θέλω μόνο εσένα. Σε γνώρισα για 2 ολόκληρες ώρες και κατάλαβα αμέσως πόσο ταιριάζουμε. Είμαι έτοιμος ακόμα και να χωρίσω για σένα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ο άλλος έχει προσόντα αυξημένου βεληνεκούς... και προσέξατε παρακαλώ την σύνδεση:

βεληνεκές το [velinekés]: η απόσταση που διανύει ένα βλήμα από το σημείο που εκσφενδονίζεται, ως το σημείο πτώσης: Πύραυλοι μικρού / μέσου / μεγάλου βεληνεκούς.

Έχει λοιπόν το πουλάκι μας, μεταφορικά και κυριολεκτικά, και το μέγεθος και την ταχύτητα που εντυπωσιάζει στο κάτω κάτω, αλλά δεν ξέρει τι να το κάνει, το έχει με λίγα λόγια μόνο για μόστρα.

Συνήθως ο εν λόγω φέρων το προσόν δεν έχει μόνο αυτό για μόστρα. Γενικά η έκφραση χρησιμοποιείται και για άλλα θέματα επιδειξιομανίας.

— Ακόμα να γίνει κάτι;
— Άστα ακόμα...
— Και καλά, αυτά που έλεγες περί ντουρασελιάς;
— Τζάμπα πάει, για μόστρα το έχει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζεις κάποιον ή κάποια όταν δεν είναι προφανώς φέτες αλλά έχει κάποιο κρεατάκι να εξέχει και απλά σου αρέσει γιατί είναι σέξι ή γλυκούλι.

Μπορείς να χαρακτηρίσεις εύκολα κάποιον που συμπαθείς και σου αρέσει να τον ζουπάς! Πολύ συχνό και για τους άντρες οι οποίοι συμπεριφέρονται πολύ όμορφα και είναι πολύ γλύκες ή που σου αρέσουν (εμφανισιακά και μη).

– Βγήκα με τον γλυκό μου χθες..!
– Ναι; Πώς είναι;
– Καλά είναι το ζυμαράκι μου.
– Σωστό ζυμαράκι της Pillsbury δηλαδή..!

(από amelie, 19/06/09)(από xalikoutis, 19/06/09)

Βλ. επίσης: γουτσισμός, Φρατζολίνα Ζολί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα πάντα όλα, φράση του Αλέφαντου, την ξέρει ακόμα και η γιαγιά μου και την χρησιμοποιεί (που λέει ο λόγος).

«Τα πάντα όλα και τα κοάλα τίποτα» όμως είναι μια νέα έκφραση, που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την τύχη μας την μαύρη με γκόμενες, γκόμενους, διαβάσματα, εξεταστικές, κ.λπ. Όταν εσύ κάνεις ωραία ωραία τα όνειρα σου και η τύχη σου γελάει, όταν σε όλους συμβαίνουν τα πάντα όλα, σε σένα μπορεί να μην έχουν κάτσει ούτε καν τα κοάλα.

Παρωδία του «τα πάντα όλα». Τα πάντα στην περίπτωση του ορισμού μας μεταφράζεται ως ουσιαστικό, αλλά και ως επίρρημα. Όπως βολεύει τον καθένα. Μια σωστή κουβέντα είναι κι ότι, την έκφραση τα πάντα όλα, συνεπώς και αυτή που συμπληρώνεται με τα κοάλα, την χρησιμοποιούμε όπου λάχει. Βλέπε σχετικό.

-Εγώ παιδί μου σου λέω, σε μία σχέση θέλω σταθερότητα, εμπιστοσύνη και όχι από δω κι από κει. -Τα πάντα όλα ζητάς ρε φίλε! Που θα τα βρεις τη σήμερον ημέρα!


-Καλά μαλάκα η γκόμενα είναι σούπερ. Κι αν σου πω αυτά που έλεγε, μέλι στάζει το στόμα της, κι όχι μόνο αυτό. Τα πάντα όλα είναι η τύπισσα.
-Κατάλαβα, σού 'κατσε καλά πάλι εσένα. Εγώ θα μείνω μπακουράκι πάλι… Τα πάντα όλα και τα κοάλα τίποτα!

Τα πάντα όλα (από allivegp, 07/07/09)Τα κοάλα τίποτε (από allivegp, 07/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο άντρας:

  • ο τρυφερός, που σε φροντίζει, σε αγκαλιάζει γιατί το νιώθει και που προφανώς δεν είναι φλωράκιας, απλά δεν θέλει να σου συμπεριφέρεται συνεχώς σαν ένα κομμάτι κρέας,
  • ο άντρας ο οποίος ξέρει να χαρίζει αγκαλιές γενναιόδωρα ακόμα κι αν δεν είναι ο «άντρας σου» ή το «αγόρι σου»,
  • ο άντρας που ακόμα και για να σε χαιρετήσει σε αγκαλιάζει,
  • ο άντρας που έχει χάσει κάποιο προσφιλές του πρόσωπο και νιώθει την ανάγκη να σε αγκαλιάζει συνεχώς,
  • ο άντρας στον οποίο αρέσει το άρωμά σου (το φυσικό σου άρωμα),
  • και τέλος, ο άντρας που έχει την πλάτη την απέραντη που χωράει εκατό κοπέλες μέσα, αλλά χώνεσαι στην αγκαλιά του μόνο εσύ. Η γυμνασμένη αγκαλίτσα :)

– Σου λέω όλο το βράδυ με είχε αγκαλιά...
– Αγκαλίτσας δηλαδή;
*(Ο ορισμός δεν επιδέχεται παράδειγμα αλλά τέλος πάντων)!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νέτο καλείται ο γκόμενος ή το γκομενάκι σε απλουστευμένη μορφή.

Εκ των γκομενέτο > γκομενάκι > γκόμενος. Λέξη με αργή εξέλιξη καθώς επικρατεί ακόμα το γκομενάκι έναντι του νέτο.

- Θύμισέ μου μετά να πάρω τηλέφωνο το νέτο μου.
- Πάλι ξεχασμένο το έχεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και μην μου πείτε ότι δεν έχετε ακούσει αυτή την φράση από μία γιαγιά, μία θεία, μία μαμά ή έστω από μια φίλη βρε αδερφέ!

Ισχύει για τους ωραίους και τις ωραίες, τους πετυχημένους και τις πετυχημένες που, δυστυχώς ή ευτυχώς, μερικές μαμάδες θεωρούν ότι είναι κελεπούρια και αρπάζονται γρήγορα από κάθε λογής γκόμενα ή γκόμενο.

Δεν προλαβαίνεις που λέμε να δεσμευτείς, ή θες να αγιάσεις και να μονιμοποιηθείς, αλλά το parking φίλε μου είναι πιασμένο..!

(κλασικό πρήξιμο ελληνίδας μαμάς)
-Τα έμαθες για την κόρη της Χ.; Έξι χρόνια τον είχε και τώρα παντρεύονται. Άντε να δω πότε θα βρεις κι εσύ κανέναν της προκοπής. Βιάσου γιατί τα καλά τα πάρκινγκ πιάνονται γρήγορα..!

μόνο πιάνονται λέει... (από BuBis, 25/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Motto της εταιρείας ράδιο Κορασίδη, που έχει γίνει ορόσημο και χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη ελληνική για την πιο απλή κι έμπιστη εξυπηρέτηση.

Όνομα κι εξυπηρέτηση και οι mods του σλανγκουλιού μας, μιας και από αυτούς το θυμήθηκα και το όνομα τους στα μηνύματα είναι αυτομάτως και εξυπηρέτηση.

(ποιος νομίζετε ότι θα σας έστελνε μήνυμα αλλιώς; -αστειάκι :) ). Φράση που έχουν κλέψει κι άλλες εταιρείες με σκοπό την προβολή τους, αν πατήσετε στο γούγλε όλοι μας εξυπηρετούν πια...!

- Βαρεθήκατε να κατεβάζετε τσόντες και να γεμίζετε ιούς; Να γεμίζει το λαπιτόπι σας χαζά μπισκότα; Τώρα, κατεβάζετε από εδώ.Όνομα κι εξυπηρέτηση!

(από electron, 07/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σουμουνιάζομαι λοιπόν, εκ του ΣΜΝ (σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα) ή αλλιώς αφροδίσια κι όχι αφροδισιακά (γελάμε τώρα). Όταν κάποιος σουμουνιάζεται, δεν ξέρει από πού του έχει έρθει. Καλεί τον γιατρό πανικόβλητος και τις περισσότερες φορές αναθεματίζει και καταριέται την τύχη του που είπε κι αυτός ο καημένος μια φορά να γαμήσει...! Σουμουνιάζεται με την αφή, την επαφή ή την μαλακία κατόπιν επαφής. Το άτομο το οποίο προσβάλλεται ή είναι γκαντεμόσκυλο ή πάει νύχτα με την άλλη ή κεράτωσε την κοπέλα του κι η τύχη τον εκδικείται.

- Άσ' τα ρε μαλάκα...

- Τι, δεν πέρασες καλά;

- Ναι ρε μαλάκα, αλλά μια φορά είπα να γαμήσω και σουμουνιάστηκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified