Είναι ο υπερθετικός του ελέους. Χρησιμοποιείται όταν πρέπει να ζητηθεί έλεος, αλλά πολύ έλεος, όταν η ανάγκη για λύπηση είναι επιτακτικότερη από ποτέ.

- Μα σού 'κανα αναπάντητη μωρό μου να με πάρεις εσύ. Δεν είχα μονάδες.
- Έλεος και πολυέλεος ρε Σούλη πια! Ποτέ δεν έχεις μονάδες, όλο εγώ χρεώνομαι. Άντε και γαμήσου, χωρίζουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η coca cola εκ παραδρομής και/ή βαρεμάρας για άρθρωση ορθού λόγου. Τα πολλά κ κουράζουν κι έτσι αφαιρούμε ένα.

- Και που 'σαι μπάρμπα, πιάσε και δυο κοακόλες...

(από xalikoutis, 12/06/10)Κοκολά (από Khan, 22/09/14)

Βλ. και κοκολίτσα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χτύπημα, κυρίως στο κεφάλι / πρόσωπο, συνήθως με τη βοήθεια αντικειμένου που παραπέμπει στη ματσόλα (είδος ξύλινου σφυριού).

Το χτύπημα δε διακρίνεται από καμία τεχνική, αντιθέτως μάλιστα, χαρακτηρίζεται από αγαρμποσύνη. Το ταβερνόξυλο είναι είδος ξύλου κατά το οποίο πέφτουν πολλές ματσολιές.

Ρίχνω μια καρατιά σε μια καρέκλα που είχε εκεί δίπλα και την κάνω κομμάτια. Βουτάω το ένα πόδι και τον αρχίζω σε κάτι ματσολιές, μέχρι που το πόδι έγινε σαν αγγλικό ερωτηματικό απ' το κεφάλι του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικό παρατσούκλι για τον κ. Χριστόδουλο. Προκύπτει από:

μαύρη μπέρτα + Χριστόδουλος = Μπερτόδουλος

-Άκουσες το καινούργιο ανεκδοτάκι του Χριστόδουλου;
-Άσε με μωρέ με το Μπερτόδουλο και τις σάχλες του. Ο άνθρωπος έχει περισσότερο airtime κι από το Σεφερλή.

(από xalikoutis, 10/10/08)Μπερτόδουλος; (από BuBis, 07/09/09)Μπερτόδουλος; (από BuBis, 07/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ένθερμος -κι επί του πρακτέου- υποστηρικτής του «ό,τι κινείται πηδιέται». Αυτός που διατηρεί πολύ χαμηλά, αν διατηρεί, στάνταρντς ως προς τις επιλογές του για το αντίθετο φύλο. Ο σαβουρογάμης.

(Sexpyr - Sexpyrience - Σάββας)

Όποια γυναίκα δει
της την πέφτει στη στιγμή
όπως να 'ναι του κάνει
του Σάββα Ουρογάμη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζάμι, τζιτζί, τζαμιροκουάι, χαρτί, μπέργκετ. Πολύ καλή φάση τελος πάντων.

(Sexpyr - Sexpyrience - Τζαμάικα)

Γιατί λοιπόν, πες μου γιατί, δεν πάμε Τζαμάικα; Πες μου γιατί;
Γιατί λοιπόν, πες μου γιατί, να περάσουμε τζαμάουα; Πες μου γιατί;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ δυνατός, διαπεραστικός. Παράφραση του δριμύτερος. Συντάσσεται συχνά με το ρήμα επανέρχομαι.

Είναι πλέον λιγότερο αστείο απ' όσο νομίζουν αυτοί που το χρησιμοποιούν ακόμα.

— Τι έγινε; Σου διάλυσα το στρατό και λούφαξες.
— Θα δεις! Θα επανέλθω δημήτριος! Χα χα!
— ...
— Τι;
— Δεν ήταν αστείο...

(από xalikoutis, 29/11/08)(από patsis, 19/02/11)

Ακόμη: δριμύτρελος. Δες και μπαμπαδισμός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατατροπώνω χωρίς να αφήσω περιθώρια αντίδρασης.

Κοίτα να 'χεις τα λεφτά αύριο γιατί θα σε φάω λάχανο ρε πούστη! Έχω αλυσίδα που σκοτώνει ελέφαντα!

Τα λάχανα κάνουν καλό. Και τα μπρόκολα. Γενικά τα ζαρζαβατικά. (από Galadriel, 19/03/09)Τελευταία ατάκα [δείτε από ~04.00] σε ένα καθ\' όλα απολαυστικό βίντεο.    (από xalikoutis, 01/06/11)

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εργασία τόσο φορτική, βαρετή, ψυχοφθόρα, χρονοβόρα κτλ που σου αναπτύσσει κακοήθεις όγκους.

- 12 ώρες έκανα να την τελειώσω την κωλο-εργασία. Καρκίνος σκέτος σου λέω. Ελπίζω να το περάσω το μάθημα μην τραβιέμαι και του χρόνου πάλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάκας αλλά και μαλάκας.

βλάκας + λακαμάς (μαλάκας στα ποδανά) = βλακαμάς

-Εδώ κάνεις κλικ, όχι εκεί πάνω. Βλακαμά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified