Το γκολ που φέρει το αποτέλεσμά του χωρίς κανένα εφέ να το συνοδεύει. (Δες).

Ένα γκολάκι χρειαζόμαστε για να προκριθούμε.

Got a better definition? Add it!

Published

Παλαιόθεν έκφραση για το υπέροχο γκολ καθιερωμένη κυρίως μετά τη χρήση της σε σε πρωτοσέλιδα εφημερίδων όπως εκείνα της Αθλητικής. (Δες).

Γκολάρα ο Σαραβάκος!

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποδοσφαιροσλάνγκ, λέγεται κι έτσι ο επόπτης, ο linesman.

Το οφ-σάιντ δεν το καταλόγισε ο πλαϊνός, που βρισκόταν ακριβώς στην ευθεία.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποδοσφαιροσλάνγκ λέγεται κι έτσι ο επόπτης ή linesman.

Το οφ-σάιντ δεν το καταλόγισε ο πλάγιος, που βρισκόταν ακριβώς στην ευθεία.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο body-builder, το μπιλντέρι, ο γυμνασμένος, ο χτισμένος.

Να αποφεύγεις τα σκληρά, να μην κολλάς στους μπιλντεράδες να διοργανώνεις ρεσιτάλ για μετανάστες και φυγάδες. (Η θεά, 1999, στίχοι: Ισαάκ Σούσης, τραγούδι: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο διαθέτων απολλώνια κορμάρα, δηλαδή ο γυμνασμένος, ο σμιλεμένος.

Τι να κλάσεις κι εσύ με τον απολλώνιο για τον οποίο σου λέει να μην ανησυχείς.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γεροδεμένος, ο μποντιμπιλντεράς.

Ανακοινώθηκε ο γάμος της χρονιάς: Παντρεύεται στα 37 της η Ελληνίδα δημοσιογράφος και ο σωματαράς σύντροφός της. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Η φασαία που ακούει Manu Chao, όντας παράλληλα τσαούσα στη συμπεριφορά.

Θα φάει πολύ στραπ-όν ο Μητσάκος με τη μανουτσαούσα που έμπλεξε.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γυμνασμένος σωματαράς που είναι σαν να έχει συμπληρωθεί το σώμα του, ενίοτε και με συμπληρώματα διατροφής.

Κυκλοφορούσε με έναν συμπληρωμένο στο νησί.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γυμνασμένος που το σώμα του είναι σαν σμιλεμένο από γλύπτη.

Πού να ανταγωνιστείς εσύ τώρα τον σμιλεμένο στην παραλία.

Got a better definition? Add it!

Published