Εργαζόμενη κοπέλα σε μπαρ κονσομασιόν όπου οι θαμώνες αγοράζουνε (κερνάνε) ποτά στα εργαζόμενα κορίτσια εξασφαλίζοντας χρόνο ομιλίας, όσο διαρκεί η κατανάλωση του ποτού (το οποίο είναι αναψυκτικό, αλλά σερβίρεται και χρεώνεται σαν αλκοολούχο). Τα κορίτσια εισπράττουν ποσοστά από το μπαρ για κάθε ποτό που τους κερνάει ο κύριος (θαμώνας).

  1. - Πω, πω, δες ένα καυλόνι στο περίπτερο...
    - Ποια ρε, αυτή την καμπαρετζού;

  2. Ο Μίλτος ο Χαζοκάβλης ήτανε πάλι χτες στο κονσομασιονετζίδικο μες τα μπαλαμούτια με τις καμπαρετζούδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνδρας, ενήλικος, ανεξαρτήτου ηλικίας, που στην προσπάθεια αναζήτησης γυναικείας συντροφιάς προτίθεται να προσφέρει ότι μέσο έχει διαθέσιμο για να την αποκτήσει (την γυναικεία συντρόφια) με οποιοδήποτε τίμημα.

Έχει επίσης την τάση να παίρνει τοις μετρητοίς όλες τις υποσχέσεις των θηλυκών συνοδών του. Άλλο χαρακτηριστικό του είναι να στέλνει αλλεπάλληλα γραπτά μηνύματα και τηλεφωνικές κλήσεις στις υποψήφιες συνοδούς του, απλά για να πει καλημέρα, καλησπέρα ή να για προτείνει ραντεβού που επί το πλείστον είναι αναπάντητα και δεν βρίσκει καμία ανταπόκριση.

  1. - Οι γκόμενες του γύρισαν την πλάτη και τον είχανε γραμμένο αλλά αυτός τις κερνούσε σφηνάκια όλη νύχτα. Είμαι λέει... υπεράνω.
    - Ααα τον χαζογκάβλη...

  2. - Την έχει πάρει 45 τηλέφωνα και τις έχει στείλει 78 μηνύματα, αυτή δεν απαντάει ή όταν απαντάει καμιά φορά του λέει ότι έχει δουλειά και θα του τηλεφωνήσει αργότερα. Πού θα μου πάει, θα την καταφέρω λεει...
    - Ααα τον χαζογκάβλη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνδρας, ενήλικος, εξοικειωμένος με την θηλυκή ερωτική συντροφιά και τα ερωτικά τυχερά παίγνια. Προσεγγίζει γυναίκες με σκοπό την ερωτική πράξη και φροντίζει να ακολουθεί τον πιο άμεσο και γρήγορο αλλά όχι απαραίτητα τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για να πετύχει τον σκοπό του. Έχει χαμηλό ποσοστό επιτυχίας, αλλά αποκομίζει συνήθως διάλογους ανεκτίμητης λαογραφικής -αλλά και λογοτεχνικής- αξίας, καθώς επίσης και καταστάσεις κινηματογραφικής τελειότητας, αλλά και υποκριτικής αθλιότητας. Οι καλλιτεχνικές αποκομιδές του επί το πλείστον υπερσκιάζουν τις σπάνιες και σύντομες ερωτικές του επιτυχίες.

  1. - Θέλεις να πάμε να σου δείξω το ενυδρείο μου;
    - Ποιο ενυδρείο και πράσινα άλογα καλέ, εμένα μου έχουνε πει πως είσαι μεγάλος πεφτοπηδίκουλας και το μόνο που θέλεις είναι να με γαμήσεις.

  2. - Τέτα, αυτός μου είπε να πάμε βόλτα στην παραλία.
    - Αααα... μακριά αγάπη μου, αυτός είναι πεφτοπηδίκουλας περιωπής, θα σου την πέσει απευθείας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ερωτική συνεύρεση ανδρών με γυναίκες μεγάλης ηλικίας, βλ. πουρό.

- Πού είναι ο Μιχάλης;
- Είναι με την Βίκη, σπίτι της.
- Κατάλαβα, πάλι πουρολαγνεία έχει το πρόγραμμα.

Πουρολαγνεία (από GATZMAN, 19/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνδρας, θαμώνας χώρων επαγγελματικής εστίασης και κέντρων διασκεδάσεως, που επιδιώκει να αγοράσει (να παραγγείλει επιδεικτικά και να πληρώσει) ποτά και τρόφιμα για νεαρές ευρισκόμενες. Αναζητεί ερωτική συντροφιά απελπισμένα.

- Τα κορίτσια, τι λένε εκεί στο μπαρ; Συνοδεύονται;
- Αργήσατε, τους την έχει πέσει ο κεραστάς.

Ε, βάλτε κι ένα σίγμα μόνοι σας (από Khan, 18/10/10)Kerastase (από PUNKELISD, 19/10/10)Κεραστάρης Αρκαδίας (από GATZMAN, 19/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο με τον παπατζή στην κυριολεκτική έννοια, δηλαδή η παίκτρια του ''παπά''.

Μεταφορικά περιγράφει γυναίκα, ενήλικη, με ευχέρεια λόγου, έντονη πειστικότητα που αφήνει μία εντύπωση αίσθησης ερωτοτροπίας με μη εκπληρώσημες υποσχέσεις και συνήθως με εμπλοκή ανταλλαγμάτων εκ μέρους των μνηστήρων (θαυμαστών).

- Τι κάνει ο Μήτσος με την ''κούκλα'' απέναντι;
- Τίποτα δεν θα κάνει, αυτή είναι γνωστή παπατζού περιωπής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ερωτική πράξη, σύντομη, χωρίς προκαταρκτικά και παρελκόμενα, με σκοπό την ερωτική αλάφρωση και ψυχοσωματική απελευθέρωση.

- Τι έγινε με το ραντεβού σου εψές;
- Εντάξει, πήγα στο σπίτι της για ένα ξεραδάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

΄Άνδρας, ώριμος, της ερωτικής μάχης μπαρουτοκαπνισμένος. Αναζητά και ενίοτε επιτυγχάνει, χωρίς περιστροφές, άσκοπα λόγια και φιάλες με ακριβή αλκοόλη, την ερωτική συνεύρεση με γυναίκες κοινών ενδιαφερόντων.

Ο Σέβος ο σοβαρογάμης μόλις έδεσε το καΐκι, φόρτωσε την βυζαρού στο παπάκι και έγινε καπνός. Ο άλλος ο χαζοκάυλης Ο Ποθητός, ο χαφταλέυρας ακόμη είναι με την κοντή και τις φίλες της στο μπαράκι με το δεύτερο μπουκάλι Belvedere και έχουν ακόμη μέλλον...

-

Got a better definition? Add it!

Published

Υπεύθυνος πολίτης, ακολουθεί πιστά τις οδηγίες των ειδικών, φοράει πάντα μάσκα, γάντια, πλένει τα χέρια του κάθε δέκα λεπτά και κάνει μπάνιο με αντισηπτικό πρωί-βράδυ. Κρατάει πάντοτε αποστάσεις ασφαλείας, έχει αγοράσει ολόσωμη στολή και κάνει προμήθειες διαρκείας. Σε κάθε περίπτωση κάνει συστάσεις σε συμπολίτες του για την ορθή τήρηση των μέτρων υγιεινής. Παρακολουθεί κάθε μέρα την ενημέρωση των ειδικών στην τηλεόραση. Προσεύχεται ανελλιπώς στον θεό να κρατάει γερό τον πρωθυπουργό και την πολιτική ηγεσία του τόπου στον αγώνα ενάντια στον αόρατο εχθρό. Τα βράδια όταν δεν χειροκροτεί ήρωες στο μπαλκόνι, τηλεφωνεί στο 100 για να καταγγείλει παράνομες συναθροίσεις και επαναστατική γυμναστική σε δημόσιους χώρους. Όταν επιτέλους πέφτει για ύπνο ονειρεύεται μια κοινωνία με πιστοποιητικό κοινωνικής απολύμανσης.

Καθόμασταν χτες το βράδυ στο πάρκο παρέα με τα παιδιά και ήρθε ένας κορονοκοκοβιός, άρχιζε να φωνάζει ότι με αυτή την συμπεριφορά θα αρρωστήσουμε και θα πεθάνουμε όλοι (σχεδόν) και όσοι γλιτώσουν θα κλειστούν πάλι μέσα!!!!

Κορονοκοκοβιός

Got a better definition? Add it!

Published

Πανδημιολόγος, επιδημιολόγος, μεσαιωνική αντίληψη αλλά σύγχρονη και αποτελεσματική μέθοδος πρόληψης και θεραπείας. Προφητικός λόγος. Επεξεργάζεται ιατρικά δεδομένα παγκόσμιας κλίμακας και προτείνει σίγουρες λύσεις με λεπτομερείς οδηγίες χρήσης της ζωής. Με τις σαφείς συστάσεις του και τους ευνοήτους κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς, που πρέπει πάντα να τηρούνται, οι πελάτες προστατεύονται από τον μοιραίο θάνατο και οι επιχειρήσεις από την αναπόφευκτη χρεοκοπία. Αυτό ισχύει παντού, στα υπερκαταστήματα, στα εστιατόρια και στους οίκους ανοχής. Με γνώμονα πάντοτε την ασφάλεια των πολιτών και την έκρυθμη λειτουργία της κοινωνίας. Είναι κεντρικός ομιλητής στα τηλεοπτικά μέσα και θεωρείται διάσημος. Επίσης εικάζεται ότι οι κ.κ. κορονογιατροί, επί το πλείστων, (άθελα τους και μη) είναι επιζήμιοι για την πλειονότητα των ανθρώπων.

-Πότε θα σε δω μωρό μου; -"Δεν ξέρω ακόμη, περιμένω τις νέες οδηγίες από τον κορωνογιατρό".

-Εσύ νεαρέ, γιατί δεν φοράς μάσκα στο λεωφορείο; Δεν ακούς τον κορωνογιατρό όλη μέρα στην τηλεόραση; -Όχι, συγνώμη κύριε, δεν έχουμε τηλεόραση στο σπίτι, αλλά για να τα λέτε έτσι, μάλλον σοβαρά θα είναι τα πράγματα, θα προμηθευτώ μία αμέσως...

κορωνογιατρός

Got a better definition? Add it!

Published