Από τα αρχικά των λέξεων Cum In Mouth που σημαίνει εκσπερμάτιση στο στόμα.

Χρησιμοποιείται στις περιγραφές των υπηρεσιών που προσφέρουν οι πόρνες, στις ιστοσελίδες που τις διαφημίζουν.

Services: 69, CIM

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιγράφεται η υπηρεσία πρωκτικού σεξ που προσφέρουν επαγγελματίες πόρνες και παρουσιάζονται από διάφορες σελίδες.

Services: 69, CIM, A-LEVEL

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως σούπα χαρακτηρίζεται από τους χιονοδρόμους το χιόνι την άνοιξη, που μαλακώνει και νερουλιάζει, οπότε καθίσταται επικίνδυνο για χιονοδρομία.

Το χιόνι το πρωί στον Ηρακλή ήταν πολύ καλό, αλλά στις 12 έγινε σούπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δέστρα είναι εξάρτημα που τοποθετείται στα πέδιλα για το σκι και τις σανίδες του snowboard, και οι οποίες συγκρατούν τα πόδια επάνω στα πέδιλα, προκειμένου να ελέγχονται οι κινήσεις.

H δέστρα δεν άνοιξε στην πτώση, επειδή η ρύθμιση ήταν στο 7.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλικός όρος που περιγράφει μια σύγχρονη τεχνική στο σκι. Πολλές φορές περιγράφονται και τα πέδιλα που χρησιμοποιούνται.

Το carving είναι μια νέα τεχνική για τις στροφές, με την οποία στρίβεις πιο γρήγορα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το στρίψιμο ενός μοτοσικλετιστή με πολύ μεγάλη κλίση ή ακόμα και ακουμπώντας το γόνατο στο δρόμο.

Μπήκε φέτα και βγήκε τρίμματα (δηλαδή έπεσε!).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλάτη είναι το πίσω μέρος του κορμού του ανθρώπου, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και μεταφορικά όταν κάποιος θέλει να δηλώσει ότι είναι πρώτος σε σχέση με τους άλλους!

Θα βλέπεις την πλάτη μου συνέχεια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χώμα, ανόργανο υλικό που χρησιμοποιείται στις οικοδομικές εργασίες κλπ. Επίσης, μεταφορικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί να υποδηλώσει έλλειψη ενέργειας και ως συνώνυμο της σκόνης για κάποιον που νίκησε σε έναν αγώνα τους άλλους.

  1. Απόψε δε θα βγω, είμαι χώμα.

  2. Φάτε χώμα ρεεεεε!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στραβόγιαννος αποκαλείται ο νέος ναύτης από τους παλαιότερους. Αντίστοιχο με το ψάρι στον Στρατό Ξηράς.

Θα πήξεις στραβόγιαννε.

Χαρακτηρισμοί με κύριο όνομα για συνθετικό: αστραπόγιαννος, βιαστικοθοδώρα, βουβαντώνης, γερολάζαρος, γυναικοθόδωρος, λωλοστεφανής, μαλακαντρέας, μαλακαντώνης, μουγγοθόδωρος, ντελημπάσχος, ντελήσαββας, παστρικοθοδώρα, στραβόγιαννος, τρελαντώνης, τρεμολάζαρος, τρομπογιώργης, τρυπαντωνάκης, ψευτοθόδωρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εργασία που εκτελείται από τους ναύτες στα πλοία για συντήρησή τους.

Θα πήξεις στο ματσακόνι, στραβόγιαννε!

Δες και ματσακονιά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified