Το ξεραμένο σύκο (γλύκισμα μεσσηνιακόν), αλλά και ο όρχις. Οιοσδήποτε εκ των δύο. Παρομοίωση αλλά και κατάρα.
- Πάω για τάκλιν, αλλά τρώω μια στην τσαπέλα και μένω παγωτό φίλε. Μου πέσαν τα φρύδια.
- Που να σου μαραθούν οι τσαπέλες...
Το ξεραμένο σύκο (γλύκισμα μεσσηνιακόν), αλλά και ο όρχις. Οιοσδήποτε εκ των δύο. Παρομοίωση αλλά και κατάρα.
- Πάω για τάκλιν, αλλά τρώω μια στην τσαπέλα και μένω παγωτό φίλε. Μου πέσαν τα φρύδια.
- Που να σου μαραθούν οι τσαπέλες...
Got a better definition? Add it!
Και απόλλων τσιγάρα, τράκα
Got a better definition? Add it!
Ο άντρας που έλκεται ερωτικά από την πεθερά του.
-Την είδες τη μάνα της Τασίας; Πεθεραστής θα γίνει ο Κώστας.
Got a better definition? Add it!
Αναφορά σε άτομο με περιορισμένη δυνατότητα αντίληψης και ευθύνης. Πρόκειται για παραλληλισμό ταχύτητας ανάλυσης δεδομένων.
- Μα καλά, είσαι τελειωμένος ρε, ΠΕΥΚΟ!
Got a better definition? Add it!
Εναλλακτικός τίτλος τραγουδιού τύπου reggae.
O ορίτζιναλ είναι Could you be loved (B. Marley).
Πσσσσσσσσσ!!!! Μανίτσα; γουστάρ'ς το κουτζουμπίλα;
Got a better definition? Add it!
Ιαχή καλτ φιγούρας ελληνικού πορνό σινεμά. Συνήθης σύνταξη με το τροπικό ΕΕΕΕΕΤΣΙ....
Χρήση: ποικίλλει από συνθήκες σεξ μέχρι την παρουσία του Ολυμπιακού στην Ευρώπη. Και όλα τα ενδιάμεσα.
ΠΕΝΤΑΡΑ ΠΑΛΙ;;;;;ΕΕΕΕΕΕΕΕΕΤΣΙ ΒΕΝΤΟΥΖΑ ΒΕΝΤΟΥΖΑ
Σχετικά: άξιος άξιος!!!, βάστα τοίχο, θα σμπρώξω, δε γαμώ κώλο που κλάνει, έγια μόλα έγια λέσα, βάλε και τις μπάλες μέσα, Γκουσγκούνης/ Γκουζγκούνης, και τα αρχίδια μέσα, και τις μπάλες, με την αρμύρα, Μπεν Χουρ, μπράβο μωρή π... καριόλα!!, παλαμάρι, σκύψε ευλογημένη, σπάω τον πάγο, υπονοούμενο, υπόθεση σε τσόντα, ζμπρώγνω
Got a better definition? Add it!
(ουσ. ουδ.): Σχέση που συνάπτεται με ιδιαιτέρως... συγκεκριμένο σκοπό.
Τι έρωτες κλπ μου λες τώρα. Εγώ ψάχνω για κάνα πηδύλλιο για να στρώσω.
Έρωτες χωρίς δεσμεύσεις: ανάβω κεράκι, γαμιολάκι, ελευθερογαμία, ελευθεροσχεσίτες, ένα στα γρήγορα, ερωφίλη, καβάτζα, καβατζογκόμενα, καφέ και πίπα, κοινόχρηστη γκόμενα, ξεπέτα, πηδύλλιο, πισωκολλητός και πισωκολλητή, πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι (ως και σεξάκοι), σέρβις, φιλικό (τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά), φίλοι με προνόμια, fuck buddy, one night.
Got a better definition? Add it!
στειλιάρι, στυλιάρι
Κατάσταση υπερβολικής μέθης κατά την οποία η αντίδραση σε οπτικοακουστικά ερεθίσματα είναι ανάλογη αυτής του ξύλινου χερουλιού τσάπας ή γκασμά.
Πολύ και αγριοβάρβαρο ξύλο. Συντάσσεται με το τρώω ή / και ρίχνω.
Άσ' τον ρε, δε βλέπεις ότι το παιδί είναι στειλιάρι;
Και εκεί που κάνω παιχνίδι με τη μικρή, πετάγονται 3 και μου ρίχνουν ένα στειλιάρι... 8 έπεφταν 1 μέτραγα.
Got a better definition? Add it!
Κατάσταση μέθης. Προέρχεται από παρομοίωση της χαρακτηριστικής γυαλάδας ματιών μετά από κατάχρηση ουσιών, αλκοόλ κλπ, με την αντίστοιχη μιας καλογυαλισμένης ζάντας 21''. Συντάσσεται και με το ΦΕ. Εξαιρετικά δόκιμη χρήση στα πέριξ Θεσσαλονίκης.
Πίναμε, πίναμε, πίναμε, ζάντα γίναμε. ζάντα ΦΕ, σου λέω.
Got a better definition? Add it!
Οικιακή βοηθός που βρίσκει την ευκαιρία και την πουλεύει με όλα τα τιμαλφή του σπιτιού.
-Είχα χρυσή μου μια γυναίκα για το σπίτι, αλλά εκείνη πήρε τ' ασημικά και τον πούλο και ακόμα τρέχει. Παραπουλεύτρα, κανονικά.
Got a better definition? Add it!