Χαρακτηρισμός που συνηθίζεται απο τους αντι-Λαζοπουλικούς και σημαίνει το προφανές.

- Τι λέει πάλι αυτός ο αηδίας, ο αλ τσαντίρ μαλάκ; Πότε θα πάψει επιτέλους να ασχολείται με το κάθε παρτσακλό;

(από FARSOKOMODIA, 18/12/09)Τα λεφτά, λεφτά μην ξεχνιόμαστε... (από FARSOKOMODIA, 18/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που εμπαίζει τους άλλους συνέχεια.

Πάψε, κρύε αναμπαίξουλε να κοροϊδεύεις τους άλλους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περνώ από πάνω, υπερπηδώ.

Ίσως η πρωτότυπη λέξη είναι πορτοσκελώ (πόρτα + σκέλος) με ανάπτυξη προθέματος α, πιθανότερο από τις αρχαιοελληνικές λέξεις α + πορδή + σκέλος. Δηλαδή, απορδοσκελώ: υπερπηδώ με άνεση χωρίς να πέρδομαι κάποιο εμπόδιο.

- Απορδοσκέλησα έναν τοίχο.

- Τα παιδιά απορδοσκελούν τις φωτιές του Αϊ-Γιαννιού.

Ὑπερδιασκελισμὸς τῆς Κληδονίου πυρᾶς (από aias.ath, 14/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για τους ανίκανους -γενικά- συζύγους.

- Και στην τελική ρε θεια γιατί τον πήρες; Για το μαλλί του ή για το τυρί του; Αφού ούτε παιδιά μπορούσε να κάνει, ούτε δούλευε.
-Τι να κάνουμε παιδάκι μου. Οι περισσότερες τότε παντρευόμασταν από προξενιό. Δεν ξέραμε από αγάπες και τέτοια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που θα μπορούσε να ειπωθεί ενόψει προγραμματισμένης απεργίας των εργαζομένων στα ΜΜΕ και αφορά τα κρατικά κανάλια που βρίθουν από νταλαρικά και λοιπά κουλτουριάρικα άσματα -που αν μύτη άλλο μια νύστα την προκαλούν- σε συνδυασμό με την «παγωμένη» εικόνα που συνοδεύεται από το σχετικό κατεβατό.

Θα ήθελα επίσης να προσθέσω ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ταιριάζει γάντι η φράση «Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα και εσείς οι υπόλοιποι;»

Αφού υπάρχει όμως ελευθερία επιλογών, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να το υποστούμε όλο αυτό στην τελική.

- Τα 'μαθες; Πάλι απεργία θα 'χουν αύριο οι «κουρασμένοι», τους έχει φάει η πολλή δουλειά.
- Α κατάάάλαβα, δε θα σταματά ο Νταλάρας στη ΝΕΤ, θα καούν τα κάρβουνα.

(από FARSOKOMODIA, 19/12/09)(από FARSOKOMODIA, 19/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν της κλασσικής έννοιας, ως διόδια χαρακτηρίζεται ο άνθρωπος τον οποίο και πρέπει να πληρώσουμε για να του αποσπάσουμε ορισμένες πληροφορίες ή να πάρουμε την άδεια του για να μπορέσουμε να κάνουμε το επόμενο βήμα.

(Στην ρεσεψιόν ξενοδοχείου)

- Σε ποιό δωμάτιο βρίσκεται ο κύριος που έφτασε πρίν απο λίγο;
- Δεν μπορώ να σας πω. Είστε γνωστός του;
- Καλά, πάρε τώρα ένα κατοστάρι και πες μου
- Εεε, ξέρετε κύριε...
- Με το τσιγκέλι θα στα βγάζω άνθρωπε μου; Πάρε ένα κατοστάρι ακόμα και λέγε επιτέλους, την τύχη μου μέσα με τα διόδια που μπλέξαμε σήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται ως συνήθως από τους χαμηλοσυνταξιούχους που τα οικονομικά τους, αν μη τι άλλο, δεν τους βοηθούν ιδιαίτερα.

- Πώς τα βγάζετε πέρα με τα λιγοστά χρήματα που λαμβάνετε; - Ένα φιδέ κι ακίνητος. Αν κινηθούμε θα ξαναπεινάσουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλό είναι, ανεκτό, αλλά όχι άριστο.

-Πως σου φαίνεται ο γαμπρός που κάναμε, αδελφή;
-Ε, έρχεται από δρόμο...
-Μα και η εγγόνα μας έχει καβατζάρει τα τριάντα (χώρια τα καλοκαίρια της), τι περιμέναμε πια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αντίστοιχη της «Είχες και στο χωριό σου...;». Χρησιμοποιείται ως εναλλακτική της παραπάνω, σε εκείνους που κάνουν τους πρωτευουσιάνους αλλά η βλαχιά τους «φωνάζει» από χιλιόμετρα.

- Όλα κι όλα, αν δεν πάω κάθε μέρα στο τάδε μαγαζί να πιω το φρέντο μου δε λέει. Τον συνήθισα και δεν κάνω πλέον χωρίς αυτόν.
-Σιγά μωρή βλαχάρα! Έφαγες δηλαδή πολύ ξύλο για να τον μάθεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε με κοροϊδευτική, περιφρονητική διάθεση σε όσους αργούν να ξυπνήσουν.

Σήκω πάνω επιτέλους βρε ανεπρόκοπε, θα σε κατουρήσ' ο ήλιος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified