Παραβλέπω, δεν χρησιμοποιώ, ξεχνώ, παραγκωνίζω κάτι ή κάποιον από αμέλεια ή εκ προθέσεως, αλλά και καταστρέφω.

  1. Χέσε ρε μαλάκα τον Γιάννη, μην τον καλείς στο πάρτυ σου, θα μας πρήξει τα ούμπαλα.

2.Όταν θα συμπληρώσεις την on-line φόρμα, γέμισε όλα τα πεδία με αστερίσκο και χέσε τα άλλα.

  1. Φίλε μου, ο σκληρός σου έχει χτυπήσει, τον έχεις χέσει άγρια και χάθηκαν όλα τα data σου…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μελαγχολικός τύπος που κάθεται και σιγοπίνει το ποτό του σκεφτικός στην άκρη του μπαρ. Αποκλειστικά και μόνο άνδρας, σχετικά όμορφος ή γενικώς ενδιαφέρων τύπος, συνήθως σε ψαγμένα μπαρ με καλή μουσική (από indie μέχρι έντεχνο), σωστό κόσμο, κατάλληλο ντεκόρ και πολύ όμορφη (αντικειμενική η ομορφιά φυσικά) γκαρσόνα (συνήθως φοιτήτρια από επαρχία). Δεν είναι πλούσιος, ούτε «πληρώνει» τον έρωτα του αλλά έχει μηχανή ή αμάξι.

Τι πόνο κρύβει το παλικάρι όμως! Τόσο καιρό την έπεφτε άγρια στο γκομενάκι (την γκαρσόνα), της έλεγε ομορφιές, τον ήλιο και τ’ αστέρια και της Παναγιάς τα μάτια για να την ρίξει, μάλιστα η στρατηγική του ήταν πολύ καλή: φάνταζε ο καλύτερος γκόμενος που της είχε «συμβεί». Και μετά δώστου ΠΣΚ στις εξοχές και δώστου κλαμπάκια και συναυλίες και σχέδια για συμβίωση. Περίληψη: Τα κατάφερε! Την πήδηξε!

Και μετά τι; To μωρό (η γκαρσόνα) συνεχίζει να είναι γκαρσόνα (για τα φράγκα αλλά και για τα γούστα), αυτός πήδηξε και συνεχίζει να πηδάει και οι δυο το απολαμβάνουν αρκετά, αλλά βρε παιδί μου αμάν: κάτι λείπει, κάτι έχει αλλάξει τώρα.

Ας δούμε τι σκέφτεται: «ρε γαμώτο, πάλι εδώ θα την βγάλω, βαρέθηκα. Γαμώ την ζήλια μου, γαμώ την ζήλια της... Πού κατάντησα... Πάλι καλά που μου κερνάνε, ένα στα δύο ποτά και κάνα σφηνάκι στο πλάι... Και μετά όλο είναι κουρασμένη, και θέλει να κοιμηθεί, και σου-μου-του. Και, κοίτα πώς την κοιτάει αυτός ο πίθηκας... Και τι μουνάκι τρελό είναι η γκαρσόνα Β'! Ρε πούστη μου, ακόμα μια βδομάδα εδώ και θα γίνει ένα με τον εξοπλισμό... Λες να με λένε όλοι αυτοί οι μούργοι ο ωραίος του μαγαζιού;»

Ναι φίλε μου, αυτό σκεφτόμασταν όλοι, και ξέρουμε ότι σε λίγο, το γκομενάκι θα ’ναι λεύτερο για τα δόντια μας!

  1. — Χαχαχα! Δεν σου είπα! Πάλι ο ωραίος εδώ είναι! Καρφωμένος στο σκαμπώ!
    — Μην γελάς φίλε μου! Εκεί που είναι ήμουνα, εδώ που είμαι θάρθει.
    — Καλά πέσε ένα ποτό που κέρδισα το στοίχημα και πάνε όπου θες.

  2. — Μάτια μου, θέλεις να πάμε αύριο στο Gagarin, έρχονται οι Whatthefuck, ξέρω ότι σου αρέσουν.
    — Δεν μπορώ! Είμαι με κάποιον (δείχνοντας προς το μπαρ) και δουλεύω αύριο
    — Ωραίο παιδί ο φίλος σου (χαχαχαχα, γέλια, από μέσα του).

Δες ακόμη εντεχνindy, μελαγχολικό αγόρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω μεγάλη όρεξη για κάτι, το θέλω τόσο πολύ που είναι σαν να μου έχει ερεθιστεί το πέος μου (χυδαϊστί, πούτσος), να έχω καυλώσει για κάτι.

  1. Μάγκα μου, μου σηκώθηκε να φάω τώρα μια πίτσα, να!

  2. Επειδή εσένα, δηλαδή, σου σηκώθηκε να πας για κυνήγι, πρέπει και γω να τρέχω μαζί σου στα κατσάβραχα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ε.Δ.Ε. είναι η ένορκη διοικητική εξέταση που διατάσσεται στο Δημόσιο σε περιπτώσεις παραβιάσεως του Εσωτερικού Κανονισμού αλλά και παρατυπιών, ενδείξεων διαφθοράς και κακοδιαχείρισης και γενικά παραβάτης συμπεριφοράς (σε: γαμώ τα υπουργεία και των τέκνων, ένοπλες αδυναμίες, πολεοσοδομίες, κ.λπ.). Διατάσσεται για την αναζήτηση ευθυνών εκ μέρους του προσωπικού και μπορεί να επιφέρει διοικητικές ποινές μόνο και μπορεί ο φάκελος αυτός να διαβιβαστεί σε εισαγγελέα για τα περαιτέρω ποινικά.

Μικρή παύση (αχαχαχαχαχαχαχαχαχα! Ναι, καλά!). Συνέχεια.

Στην πιάτσα του Δημοσίου, αλλά και της κενωνίας μας, το «διατάχθηκε Ε.Δ.Ε.», ισοδυναμεί με κουκούλωμα, νέτο – σκέτο, συγκάλυψη ευθυνών, προστασία του στυλ «σου τρίβω την πλάτη – θα μου την τρίψεις και σε μένα μια μέρα» (δηλαδή «σου εμπιστεύομαι τον κώλο μου, μη με γαμήσεις, γιατί…»), αλλά και λαμογιά πρώτης τάξης. Όταν μάλιστα γίνεται στην Αστυνομία καταντά εγκληματικό, γιατί πολλές φορές, μιλάμε για ζωές…

Αν όλες οι Ε.Δ.Ε. που διατάχθηκαν, άλλαζαν κάτι, θα ήταν παράνομες.

- Ε, είμαστε κωλοκράτος, πάει και τελείωσε! Όχι μόνο μας ζητούσαν μίζες για να καλύψουν τις παρανομίες μας -που αυτοί μας προέτρεπαν να κάνουμε, όχι μόνο τσιμπούσαν γρηγορόσημα από όλους, όχι μόνο χρησιμοποιούσαν τα κρατικά αυτοκίνητα για βόλτες, τα τηλεφωνά της υπηρεσίας για ροζ συνδιαλέξεις, ήθελαν να κάνουν και ταξιδάκια στα εξωτερικά για «συνέδρια»…

- Ε, τώρα με τον καινούργιο διευθυντή, έμαθα πώς θα μπει μια τάξη.

- Πλάκα με κάνεις φίλε μου; Ποιόν, τον «διατάχθηκε Ε.Δ.Ε.»;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως μας πληροφορεί ο αγαπητός φίλος vikar στο ΔΠ η έκφραση τι και τίκφινικ είναι μια γείωση που η Ζυράννα Ζατέλη χρησιμοποίησε σε κάποιο γραπτό της.

Εγώ ο άμοιρος, ούτε την κυρία Ζατέλη γνωρίζω, ούτε έχω διαβάσει κάποιο κείμενο της, αλλά ούτε το έχω ξανακούσει με τέτοια χρήση!

Απλά γνωρίζω ότι το «τίκφινικ» είναι ένα τούρκικο πιάτο με βάση την κολοκύθα, που μας έρχεται από την ωραία Ανδριανούπολη της Ανατολικής Θράκης.

Πιθανολογώ, χωρίς να γίνομαι ξερόλας, ότι είναι μια παλιά γείωση, που την λέγανε πρόσφυγες από εκείνα τα μέρη, γιατί είναι εύηχη, όπως το «μπαμπά» - «μπαμπακόπιτα» που έλεγε και ο Λάμπρος Κωνσταντάρας.

Άρα το κείμενο της κυρίας Ζατέλη θα αναφέρεται στα παλιά εκείνα χρόνια, σε αφήγηση πρόσφυγα, ή η ίδια έχει καταγωγή από εκεί.

«Εσύ πώς πήρες τ' άλογο;» τον ρώτησε. «Με τί χρήματα;»

«Ά, βρήκα», του είπε εκείνος, «αν έχεις τύχη!... Βρήκα έναν που μου χρωστούσε [...] τα μαλλιοκέφαλά του. Κι' όλο μου κλαιγόταν: δεν έχω, δεν κάνω, δεν ράνω, περίμενε και κόντρα περίμενε. Και τον πέτυχα, που λές, σήμερα πάνω που αγόραζε δυό άλογα. Όχι ένα, δυό! [...] Και χωρίς να παζαρεύει πολύ-πολύ, έκανε τον άρχοντα! Έκανα κι' εγώ τον ψόφιο κοριό πίσω του. Και μόλις έβγαλε το κομπόδεμά του να πληρώσει [...], πάω που λές και του πιάνω μαλακά το χέρι. Με θυμάσαι; του λέω. Πώς δεν σε θυμάμαι, μου λέει. Θυμάσαι τί μου χρωστάς; του ξαναλέω. Έ, πώς, τί... άρχισε να διαμαρτύρεται. Τί και τίκφινικ! του λέω· ή θα μου τα δώσεις σήμερα, αυτήν τη στιγμή και μπροστά σε όλους, για ν' αγοράσω κι' εγώ ενα άλογο, ή θα σε σύρω στα δικαστήρια με σαράντα μαρτύρους! [...]»

(Ζ. Ζατέλη, «Και με το φως του λύκου επανέρχονται»)

Tikvenik - Τίκφινικ (από poniroskylo, 04/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά: Οικογένεια εις την οποία διαπράττονται διαφόρων τύπων αιμομικτικές πράξεις εντός, αλλά και γενικώς γαμιούνται εντός εκτός και επί τα αυτά.

Μεταφορικά: Περιγραφή κατάστασης χάους, έλλειψη συντονισμού και ηγεσίας και γραψαρχιδισμού (κοινώς μπουρδέλο) σε ομάδα ατόμων (εταιρεία, υπηρεσία, αθλητισμός, κλπ) κατά την οποία ο κάθε ένας κάνει ότι του σηκωθεί. Επίσης, σε παρόμοιες καταστάσεις, όταν κυριαρχεί ενδογαμία, δηλαδή ο ένας γαμάει τον άλλο είτε κυριολεκτικά (σεξουαλικές σχέσεις) είτε θεωρητικά (σχέσεις καταπίεσης και ρουφιανιάς).

Από το Δ.Π., προτεινόμενο εκ του κυρίου electron με guest star τον κύριο dafylos (οικογένεια γάμησε τα)

Κυριολεκτικά:
- Γιωργάκη γαμείς καλύτερα από τον μπαμπά!
- Το ξέρω αδερφούλα, μου το έχει πει και η μαμά.

Μεταφορικά:
- Καλά η εταιρία είναι μπουρδέλο τελείως! Ο διευθυντής είναι γκόλντεν μπόι, δεν ξέρει τα στραβά του και περιμένει με λαχτάρα να τον διώξουν, η προϊσταμένη είναι μια ψώλα διακοσίων ετών και μας την πέφτει όλη την ώρα, ο Σ6-Σ6-Σ6 ένα πράμα. Τον υπεύθυνο PR τον νόμιζα gay αλλά μας προέκυψε κωλομπαράς και πάω τοίχο-τοίχο όταν τον βλέπω. Και γενικά δεν προχωράει τίποτα, όλοι τα έχουν γραμμένα στην καραπουτσακλάρα τους. Οικογένεια γαμιόμαστε δηλαδή… Φοβάμαι σου λέω… Φοβάμαι για το μέλλον…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α. Το Θηρίο της Αποκάλυψης με μουνί, η αποκρουστική γκόμενα που σου την πέφτει στην ψύχρα αλλά σου φέρνει αναγούλα λόγω εμφάνισης, μυρωδιάς, ηλικίας, στυλ κλπ ή συνδυασμό αυτών (αναλόγως των προτιμήσεων σου). Φυσικά, αν δεν σε βλέπουν οι φίλοι σου ή κανένας γνωστός, ή δεν ντρέπεσαι τόσο πολύ, κι αν είσαι χαραγμένος με το σημείο του Θηρίου* (δλδ χρόνια παθολογική αγαμία) μπορεί και να την γαμήσεις...

β. Η εκθαμβωτική μουνάρα, που σαν την Πόρνη της Βαβυλωνίας* σε κάνει και λιώνεις από καύλα, είσαι έτοιμος να παρατήσεις τα πάντα, ακόμη και την πίστη σου, για μια νύχτα μαζί της, αλλά ξέρεις καλά ότι δεν πρόκειται ποτέ να σου δώσει σημασία, ποτέ (την καριόλα!) και δεν πρόκειται να την γαμήσεις...

(lose-lose κατάσταση, ρε πούστη μου!)

Λογοπαίγνιο αλιευμένο στο Ιντερνέτ αναφερόμενο στον γνωστό αριθμό του θηρίου 666 με την προθήκη του γράμματος Σ (Σ-έξι = Σέξυ, νο;). Αν χρησιμοποιείται άρθρο, τότε μόνο το αρσενικό «ο».

*Δες «Αποκάλυψη» του Ιωάννου στην Καινή Διαθήκη ή άκου Iron Maiden. Αμήν.

  1. — Αγάπη, πάμε για ένα γρήγορο στην τουαλέτα;
    — Μαμά μου, ο Σ6-Σ6-Σ6! Πίσω γορίλα!
    — Α να χαθείς βλάκα!

  2. — Ρε ωραίε, τι με κοιτάς σαν χάνος; Θέλεις τίποτε;
    — Μανούλα! Μωρό μου, τι Σ6-Σ6-Σ6 είσαι συ! Λιώνω!
    — Α να χαθείς βλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται με σκοπό κυρίως να ειρωνευτεί κάποιος εκείνον που αναφέρεται κατά την συζήτηση σε δικαιώματα εργατών και μεταναστών, στην προστασία του περιβάλλοντος, στο δικαίωμα της νεολαίας στην αμφισβήτηση, στα πρωτοποριακά μέτρα για την οικονομία, στην πραγματική πάταξη της διαφθοράς, αλλά σε και κάθε τι καινοτόμο, περιπετειώδες και δημιουργικό.

Αυτά δε τα «κουμμουνιστικά» συνήθως δεν έχουν καμιά σχέση με τον Μαρξ, Λένιν, Στάλιν, σκέψη Μάο, ή τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και τις άλλες δημοκρατικές δυνάμεις, αλλά ούτε και ο λέγων έχει σχέση με αντικομμουνισμό και άλλες παιδικές αρρώστιες του καπιταλισμού. Ιδίως αν αυτά που λέει ο φίλος είναι παπαρολογίες, ασυναρτησίες ή δεν συνάδουν με ανάλογη πράξη ή πρακτική.

Πηγάζει από την εποχή που, στην αγαπημένη μας Πατρίδα, ο αντικομμουνισμός ήταν κυρίαρχη ιδεολογία, αλλά και επίσης το να «αφήνεις τα κομμουνιστικά» ήταν μια καλή συμβουλή ώστε να μην εκτίθεσαι επικίνδυνα: τότε που οι τοίχοι είχαν αυτιά και τα αυτιά τοίχους (ενώ τώρα;)

Εναλλακτικά: «πάλι τα κομμουνιστικά σου άρχισες;»
Παραλλαγή: «κουμμουνιστικά»

  1. - Κοίταξε, με το να κάνουμε ανακύκλωση, βοηθάμε όχι μόνο το περιβάλλον, αλλά ελαττώνουμε τον όγκο τον σκουπιδιών, διδάσκουμε στα παιδιά μας ένα πολύτιμο μάθημα δημοκρατίας αλλά είναι και μια άσκηση πειθαρχίας και οικογενειακού προγραμματισμού…
    - Άσε τα κομμουνιστικά σου ρε Τέλη! Μας έπρηξες! Εσύ δεν πλένεις το 2000 κυβικών αμάξι σου στον δρόμο με το λάστιχο επί δύο ώρες, και μας μιλάς για περιβάλλον…

  2. - Μωρό μου, θα μου κάνεις μια πίπα;
    - Αχ βρε Τέλη, πάλι τα κομμουνιστικά σου άρχισες; Δεν μπορώ, μόλις έπλυνα τα δόντια μου!

  3. - Δούλεψε linux και θα με θυμηθείς!
    - Ποια ρε, αυτά τα κουμουνιστικά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μωρό, το μικρό παιδάκι αλλά και ο έφηβος, νέος και νεώτερος.

Χρησιμοποιείται από γονείς και πολύ κοντινούς συγγενείς για βρέφη και μικρά παιδιά με χαϊδευτική διάθεση ιδίως όταν κάνουν σκανδαλιές ή νάζια . Πιθανώς επειδή τα μικρά παιδιά είναι σκατομηχανές, αλλά και με μια προοπτική όγκου (μικρά), αλλά και για να ξορκίσουν το κακό μάτι (από όπου προέρχεται και η φράση «σκατά στα μάτια μου» όταν αποκαλούμε π.χ. ένα παιδάκι «όμορφο» ). Υπάρχει και σε σκατούλι, σκατουλάκι.

Επίσης χρησιμοποιείται ειρωνικά για εφήβους ή νέους από μεγαλύτερους, όταν κάνουν κάτι που δεν συνάδει με την ηλικία τους. Συνήθως στην έκφραση «μια σταλιά σκατό».

Παρατήρηση 1: το παρόν λήμμα χρήζει λημματογράφησης γιατί παρόλο που χρησιμοποιείται πολύ, δεν υπάρχει με τέτοιο ορισμό στα λεξικά. 'Ενας φόρος τιμής σε όλους τους χαζογονείς!

Παρατήρηση 2: το παρόν λήμμα χρήζει επίσης λημματογράφησης διότι φανταστείτε την έκπληξη ενός ξένου λάτρη της Ελληνικής γλώσσας όταν ακούει ‘Έλληνες γονείς να αποκαλούν τα παιδία τους έτσι! Οποία ντροπή!

  1. - Αχ το μωράκι μου, μωρέ! Χαμογελάς βρε; Αχ, γούτσου-γούτσου! Μαίρη, Μαίρη, τρέχα! Είπε αγκού! Πανέξυπνο είσαι! Του μπαμπά μοιάζεις! Τρέχα σου λέω! Μάκια – Μάκια! Γκίλι-Γκίλι!
    - Πρρρρρρρρουυυίτ! Πριιιιτ!
    - Βρε σκατό, θα μας χέσεις κιόλας; Πάει, μας έκαψες τα τσίνορα!

  2. - Αυτός ο Μάκης, μια σταλιά σκατό, ακόμα δεν βγήκε από την κούνια του και μας πουλάει μούρη το νιάνιαρο!
    - Καλά, κούλαρε, του ρίχνεις μόνο δυο χρονάκια και μη ξεχνάς ότι έχει και δύο μάστερ. Και μην γίνεσαι σπασοκλαμπάνιας, να σε βοηθήσει θέλει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμφανίστηκε στο Δ.Π. ως τρίομερκάντο.

Οφθαλμοφανής παραφθορά του ονόματος του γνωστού τοις patsis ελαφρολαϊκού καυλιάρικου συγκροτήματος Τrio Belcanto κατά την δεκαετία του '50 και των αρχών του '60 (μετά την κάναν για τ' Αμέρικα).

Το Τρίο Μπελκάντο χρησιμοποιείται ειρωνικά για να χαρακτηρίσει ομάδες των τριών ατόμων, αοιδών, αιδοίων ή μη. Μυρίζει though ναφθαλίνη!

Παρεμφερές του «καλώς τους Χιώτες» και «καλώς τ' αρχίδια μας τα δυο» για δυάδες, το «τρεις κι ο κούκος» για τριάδες, «τρεις και το λουρί της μάνας»* και «τρεις σωματοφύλακες» για τετράδες και το πάρτυ με ούζα για δωδεκάδες. Οι αδερφές Τατά, παίζουν για δυάδες, τριάδες, τετράδες ή και πεντάδες αναλόγως της περιστάσεως, κατά το γνωστό άσμα.

Παραγγελία στο Δ.Π. εκ του φίλτατου αλλά προφανώς βαρήκοου χρήστη kpatakas72
(μην με γονιμοποιήσετε στην βαθμολογία please, αυτή η κουφάλα φταίει!)

** Τρεις και το LouReed της μάνας, είναι οι Velvet Underground χωρίς την Nico.*

Σταχυολόγηση από το διαδίκτυο:

  1. Σύμφωνα με την εφημερίδα, «κούρασαν... οι μελωδίες του Τρίο Μπελκάντο (3 υποψηφίων) για την Προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Ο κόσμος που ψήφισε το κίνημα που ίδρυσε ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου δεν βλέπει παρά την 11η Νοεμβρίου μπροστά του για να δει και τον Πρόεδρο μήπως και αρχίσει ν' ακούει στ' αυτιά του ο Καραμανλής αντιπολιτευτικό λόγο και να πάψει να είναι ο Κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού παρ' ό,τι διαθέτει ασταθή και ισχνή πλειοψηφία».

  2. Όπως σε κάθε δουλειά υπάρχει ένας Ρουφ, έτσι υπάρχουν και δυο άλλες μορφές για να τον πλαισιώνουν...ίσως και να είναι συγγενείς εξ αίματος, δεν ξέρω. Πάντως είναι γεγονός πως αποτελούν το τρίδυμο λαχνό, σχηματίζουν το τρίγωνο των Βερμούδων, έστω κι αν δε φοράνε βερμούδα στη δουλειά για να επιδείξουν διαγωγή κοσμιοτάτη, όταν βρεθούν όλοι μαζί ως άλλο τρίο μπελκάντο τότε οι υπόλοιποι πάνε για τσιγάρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified