Ο τύπος ο φλου. Ο αραχτός. Ο ό,τι-βρέξει-ας-κατεβάσει-και-τ' αρχίδια-μου-κουνιούνται. Η έννοια της σήψης είναι έκδηλη σε αυτόν τον ορισμό.

Προέρχεται από τον γνωστό παίκτη καλαθοσφαίρισης του αμερικανικού μπασκετικού στερεώματος (NBA), Shaquille O'Neal.

Λεοπόλδος: -Ρε συ Μιμίκο... Ο Χοσέ πολύ Σαπίλ Ονίλ δεν έχει καταντήσει; Μου τη σπάει η αδιαφορία του...

Μιμικος: -Ρε Λεοπόλδε, ξεκόλλα από τη ζωή σου... Περνάει την άραγκον φάση του το παιδί... Στέι κουλ ντουντ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος ο κακομοίρογλου. Ο αργόστροφος. Ο δεν-μπορώ-να-ελέγξω-το-σώμα μου. Εν ολίγοις κάποιος που συμπεριφέρεται ατσούμπαλα λες και σώθηκε από αυτοκινητιστικό αλλά με μερική παράλυση. Απαντάται και με διανοητική χροιά και είναι συνώνυμο της λέξης καθυστέρας.

Εκφωνητής ματς: Μπασίνας το ΣΟΥΤ!!!!! ... έξωωωωω...
Φίλαθλος: Κοίτα ρε έναν παραπλήγα... Ψωνίσαμε από σβέρκο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται κυρίως για να τονίσει την απόλυτη βαρεμάρα, την κατάσταση διανοητικής αδράνειας, ή απλούστερα του εγκεφαλικού (και μη) αυνανισμού.

Καθότι το λάστιχο φημίζεται για την ελαστικότητά του, έτσι και ο φαλλός κατά την ύστατη ώρα του αυνανισμού αλλάζει κατά σημαντικό βαθμό σε μέγεθος.

Χρησιμοποιείται και ως την κάνω λάστιχο.

Τάκης: -Ρε Μάκη, γιατί με παρατάς έτσι στο ξαφνικό; Ακόμα δεν τέλειωσε η τσόντα...

Μακης: -Τρέχουν τα ζουμιά στο κάτω μου κεφάλι... μετά βίας κρατιέμαι! Πάω να την κάνω λάστιχο...

Got a better definition? Add it!

Published

Γνωστή και ως φώκια, μπαζούκας, αστροπελέκι ή οξαποδώ, η γυναίκα αυτή προκαλεί σάλο και σάλιο στο πέρασμά της. Όποιος έχει βιώσει αυτό το συναίσθημα καταλαβαίνει πως η κατάσταση δεν είναι για γέλια.

Η λέξη προέρχεται από τα γνωστά σε όλους μας dwarfs, αλλά και τα αγαπημένα μας ξωτικά (elves). Ένα ουσιαστικό που δηλώνει πως αυτό το σπάνιο είδος γυναίκας (πάλι καλά) μέσα σε όλα τα προτερήματα που το χαρακτηρίζουν είναι και ένα κι ένα milko, ψωμωμένη, με σπυράκια και μυτερό αυτί, σαν τον Ντάνι Ντεβίτο στη συγκλονιστική ερμηνεία του «Πιγκουίνου» στο Μπάτμαν.

Ετυμολογία λεξης:
dwarf + elf => Dwelf => Ντουέλφ (μεταφρασμένο σε γαμάτα ελληνικά)

Έκτορας: - Πωπω φίλε... αυτή η Μαρία-Χριστίνα δεν βλέπεται...
Γιώργος: - Πραγματικά... σωστό ντουέλφ είναι τρομάρα της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά αεράτος gay με χαλαρό περπάτημα και απαλό λίκνισμα των οπισθίων. Απαντάται συνήθως με see through ενδυμασίες και απαράδεκτο κόκκινο ή ροζ λουστρινάκι.

Μήτσος: - Κοίτα 'κει μια κουνιστή...
Κίτσος: - Καλά ο τύπος δεν παίζεται. Πουστάρα αραχνοΰφαντη...

(από Khan, 28/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικη έκφραση. Σημαίνει τον άσχημο τρόπο συμπεριφοράς απέναντι σε κάποιον χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερη αιτία.

Χρήση: μαγκίτες only.

Γανυμήδης: Ααχχχ... Με παράτησε το Μαράκι και τά 'φτιαξε με την Αφροξυλάνθη...
Αρίστωνας: Άραγκον και μη σε μέλει... Τό 'ξερα ότι μια μέρα θα σου ξηγιόταν σκουληκιάρικα η σκατολεσβία...

Βλ. και ξηγιέμαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λατινογενής λέξη που απαντάται στην αγγλική γλώσσα ως creature.

Γυναικοειδές που με την εμφάνισή του και μόνο σε κάνει να αμφιβάλλεις για το εάν υπάρχει δικαιοσύνη σ' αυτόν τον κόσμο. Τερατώδες και συνάμα απαράδεκτο αυτό το «θαύμα» της φύσεως απαντάται δυστυχώς παντού και κινείται συνήθως σε αγέλες, τις κριτσουρίες.

Κοινό χαρακτηριστικό: η ασχήμια.

Λεοπόλδος: -Πω ρε φίλεεεε... τι μπαντόφλα είναι αυτή... Δεν βλέπεται η κοπελιά... Σκέτο κρίτσουρ.

Ιωακείμ: -Πού να κουβαλήσει μαζί της και τη λοιπή κριτσουρία..

Got a better definition? Add it!

Published

Συναντάται και ως αρχιδάμπουρας ή αρχιδαμός. Είναι μια πιο χαριτωμενιάρικη και αέρινη βερσιόν της λέξης σπαζαρχί, καθώς σου γεμίζει το στόμα χάρη στα ποικίλα σύμφωνα τα οποία την καθιστούν εύηχη.

Αρχέλαος: - Άσε... Πλέον ο Φραγκίσκος είναι πολύ αρχιδάμπουρ...
Βρασίδας: - Ναι, τον γαμημένο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified