Ασθένεια η οποία εκδηλώνεται συνήθως σε άτομα της τρίτης ηλικίας και οφείλεται στην επί μακρόν και αδιάλειπτη παρακολούθηση της πρωινής εκπομπής του Γιώργου Αυτιά. Κύριο σύμπτωμα της πάθησης που εμφανίζουν οι ασθενείς είναι η τυφλή εμπιστοσύνη σε όσα λέει ο εν λόγω παρουσιαστής στην εκπομπή του και η άκριτη αναπαραγωγή τους. Κάποιοι θεωρούν ότι δεν πρόκειται για ασθένεια αλλά για λανθάνουσα μορφή αίρεσης.

Στην τράπεζα:
- Καλημέρα παιδί μου, θέλω να μου δώσεις το επίδομα των χαμηλοσυνταξιούχων.
- Δεν το δίνουμε σήμερα, θα δοθεί από βδόμαδα.
- Μα το είδα στον Αυτιά!
- Μπορεί να το είδατε στον Αυτιά, αλλά δεν το δίνουμε ακόμα.
- ΜΑ ΤΟ ΕΙΠΕ Ο ΑΥΤΙΑΣ!
- Ε ΤΟΤΕ ΠΗΓΑΙΝΕ ΚΑΙ ΠΑΡ' ΤΟ ΑΠ' ΤΟΝ ΑΥΤΙΑ!!!

(από Khan, 11/05/11)Σύμπτωμα αυτιασμού είναι το να μιλάς μόνος σου... (από Khan, 12/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σικ έκφραση την οποία χρησιμοποιεί κάποιος όταν κάνει σεξ με κυρία της υψηλής κοινωνίας για να προειδοποιήσει ότι σε είναι έτοιμος να «τελειώσει».

- Σας αρέσει λαίδη μου;
- Ω, ναι με τρελαίνετε!
- Ειστε καταπληκτική! Δεν μπορώ να κρατηθώ άλλο! Εκσπερματείνω!
- Υπέροχα! προσέξτε μη μου χαλάσετε τη μιζανπλί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1) κολλητός, με τον οποίο συνηθίζει κάποιος να ξεκατινιάζεται σχετικά με τις γκόμενες με τις οποίες φασώνεται
2) για γυναίκες (επιστύσια φίλη): φίλη κάποιου άντρα την οποία θυμάται όταν περνάει περίοδο αγαμίας, ή όταν τον παρατάει η γκόμενά του, για να ξεχαρμανιάσει (το ελληνιστί του friends with benefits.

  1. -Τι έγινε τελικά με εκείνο το γκομενάκι χθες το βράδι; Το κατάφερες;
    - Ναι...
    - Τι ναι, μωρέ; Πες λεπτομέρειες! Τι σόι επιστύσιοι φίλοι είμαστε;

  2. - Θα βγούμε το βράδι ρε; - Μπάστα, θα έρθει από το σπίτι η Τασία...
    - Ποια ρε συ, αυτοί που είστε επιστύσιοι φίλοι;
    - Ναι...
    - αααα, κατάλαβα, θα το μαστιγώσεις το δελφίνι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν το οτοκορέκτ σου αλλάζει λέξεις του μηνύματος και δε μπορείς να βγάλεις άκρη και νόημα. Σαν τη συννενόηση-μπουζούκι, αλλά σε mobile version.

-Θα βρεθούμε στις 6, κομπλέ;

-Οκτώβριος

-Μη σου πω και Νοέμβριος!

-γ@μώ το οτοκορέκτ, μου αλλάζει τις λέξεις συνέχεια!!!

-Κατάλαβα, συννενόηση μπουζουκορέκτ...

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν κάποιος είναι εντελώς yolo

- Τα 'χει παίξει εντελώς το παλικάρι, ε; Ζμπούτσαμ' όλα κι έτσι;
- Ναι, είναι yolosyolou!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο το οποίο πέρδεται κατά λάθος, παρουσία άλλων, με αποτέλεσμα να γίνει αντικείμενο χλευασμού και πειραγμάτων.

Πριν πάει στο πάρτι, ο Γιώργος είχε φάει πικάντικα λουκάνικα. Ούτε καν του πέρασε από το μυαλό ότι θα του δημιουργούσαν πρόβλημα. Όταν πια το κατάλαβε ήταν ήδη αργά: Βρισκόταν στο πάρτι, τίγκα στον κόσμο (προ κορονωιού). Κάποια στιγμή δεν άντεχε πια και την αμόλησε. Κι όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, το έκανε εκείνη τη σύντομη στιγμή της παύσης ανάμεσα σε δυο τραγούδια... Ξαφνικά, όλοι γύρισαν και τον κοίταξαν. Είχε γίνει ο κλασίγελως του πάρτι!

Got a better definition? Add it!

Published