Τηλεφωνική συσκευή που είναι προγραμματισμένη να χτυπά δυο λεπτά αφότου μπεις να κάνεις μπάνιο. Το υδροτηλέφωνο είναι επίσης προγραμματισμένο να σταματήσει να χτυπά μόλις το σηκώσεις, ενώ στάζεις νερά παντού και κινδυνεύεις από πνευμονία.

Λέγεται και υδροτηλέφωνο.

Και να στάζω... και να κρυώνω... και το γαμημένο το υδροτηλέφωνο νά'χει κλείσει...

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εσφαλμένα θεωρώ πελάτη καταστήματος ως πωλητή, οπότε τον ρωτάω πού είναι η μαγιονέζα ή πόσο κάνει το μπλε κηροπήγιο κι εκείνος αγριοκοιτώντας μου λέει ότι δε δουλεύει εδώ.

-Αχ συγνώμη, σας πωλήτευσα!

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι φωνές του περιπτερά να κλείσεις το ψυγείο.

Δεν πρόλαβα να δω τι μπύρες είχε... άρχισε τις ψυγγιές ο μαλάκας.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν από τη λαιμαργία μου προσπαθώ να φάω κάτι που ακόμα αχνίζει και το βάζω στο στόμα μου οπότε αναγκάζομαι να κρατάω το στόμα μου ανοιχτό και να φυσάω και να ξεφυσάω ελπίζοντας να δημιουργήσω ρεύματα αέρος που θα ψύξουν την άτιμη μπουκιά μου. Ενίοτε βγάζω και άναρθρους ήχους, οι πιο ηλίθιοι δε, κουνούν την παλάμη τους μπροστά απ' το στόμα, λες κι αυτό βοηθάει.

Μέσα απ'το τηγάνι ρε τά'τρωγε ο λαίμαργος. Άρχισε να φυσοτρώει μέχρι που αηδιάσαμε και φύγαμε...

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθομαι αμέριμνα και απερίσκεπτα σε πλαστικό κάθισμα αυτοκινήτου που ήταν παρκαρισμένο στις 3 η ώρα το μεσημέρι σε παραλία χωρίς σκιά.

Μπαίνει στο αυτοκίνητο που ήταν τρεις ώρες στον ήλιο η δικιά σου και κάθεται χαμογελαστή και τσουρουφλάθεται! Και φόραγε και μίνι!!!

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος που για εντελώς ανεξήγητους λόγους επιτίθεται μετά μανίας στα πλαστικά τραπεζομάντιλα εστιατορίων και τα κάνει χίλια κομμάτια ενόσω τρώει (συνήθως όμως προτού ξεκινήσει ή αφού τελειώσει).

-Αμάν ρε Κώστα! Χαρτοπόλεμο τό 'κανες το τραπεζομάντηλο! Τι τραπεμαντησκίστης είσαι ρε παιδί μου εσύ...

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γελοίο και εντελώς ανώφελο βάδισμα που υιοθετούν όσοι πρέπει να περάσουν πάνω από μια επιφάνεια που μόλις έχει σφουγγαριστεί, περπατώντας ελαφρώς στα νύχια. Ας σημειωθεί ότι σφουγγαροπερπατάμε μόνο αν είναι παρούσα η καθαρίστρια.

- Σφουγγαροπερπατούσε ο βλάκας! Και γέλαγε μέχρι και η καθαρίστρια!

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αβάσταχτη ντροπή αν δεις συγγενή σου, έως και τρίτου βαθμού σε ριάλιτι σόου.

Και βλέπω τη θεια μου τη Βαρβάρα στο μεσημεριανάδικο! Μ'έπιασε Ριαλόνειδος.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κατώτερο ζωικό είδος Χαζογκόμενους Ξάνθους Ξάνθους, συγγενές με την αμοιβάδα, που απαντάται σε πρωινές τηλεοπτικές εκπομπές και που αναπαράγεται σαν κουνέλι, δυστυχώς όμως δεν είναι εξίσου νόστιμο. Το κυνήγι του ζώου αυτού επιτρέπεται όλο το χρόνο επειδή ο πληθυσμός του έχει αυξηθεί υπερβολικά και απειλεί την καλλιέργεια του τόπου (την πνευματική).

-Ε ρε φίλε, γέμισε η τηλεόραση ξούρλα.
-Μόνο η τηλεόραση;; Όλος ο κόσμος ρε.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να φυσάς τη μύτη σου και μετά να κοιτάζεις το μαντήλι για να δεις τι εξήλθε, ίσως τελώντας υπό την πεποίθηση ότι κατ'αυτόν τον τρόπο θα διαγνώσεις τρομερά πράγματα για την υγεία σου ή θα αντικρίσεις κάτι πρωτόγνωρο.

Και μόλις την είδα φίλε να κάνει μυξοδιαγνωστική, έγινα λαγός.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified