Λέξη που χρησιμοποιείται επιφωνηματικά σε περίπτωση κακοτυχίας ή κάποιας άλλης κακής συγκυρίας. Πιθανότατα αυτός που αναφωνεί από τα βάθη της καρδιάς του «κατάρα!», καταριέται την τύχη του, το πρόσωπο ή την περίσταση που του προκάλεσε μια κάποια δυστυχία.

Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον βέβαια, δεν είναι τόσο το λήμμα αυτό καθαυτό, όσο η κοινωνική ομάδα που συνηθίζει να το χρησιμοποιεί. Μετά από ένα επιφανειακό πέρασμα από τις τάξεις των Ελλήνων nerds, παρατήρησα πως είναι αυτοί που χρησιμοποιούν την συγκεκριμένη λέξη με αυτόν τον τρόπο, συνήθως με την περσόνα κάποιου χαρακτήρα σε table RPG ή ΜΜΟRPG, αλλά ακόμα και στην πραγματική τους ζωή.

Δυστυχώς η έκφραση χρησιμοποιείται μόνο από τους παλαιοσχολίτες και σκληροπυρηνικούς της δύσκολης ζωής του nerd και συναντάται πλέον σπάνια.

  1. (Κατά τη διάρκεια παιχνιδιού Dungeons & Dragons)
    Dungeon Master: Βλέπεις το σεντούκι του Μοργκούλιον μέσα σε ένα μικρό δωματιάκι. Τί κάνεις;
    Παίκτης: Το χτυπάω με το τσεκούρι μου για να ανοίξει.
    DM: Ενεργοποιείται μία παγίδα με καρφιά που πέφτει από την οροφή και σε σκοτώνει. Είσαι εκτός παιχνιδιού.
    Παίκτης: Κατάρα!

  2. (Στην πραγματική ζωή)
    - Πότε βγαίνει το καινούργιο επεισόδιο Firefly;
    - Δεν τα 'μαθες;!;!
    - Τί να μάθω;
    - Την έκοψαν τη σειρά γιατί δεν έκανε καλή τηλεθέαση και είχε μεγάλο κόστος παραγωγής.
    - ΚΑΤΑΡΑΑΑΑΑΑΑ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε ως απειλή, είτε ως προειδοποίηση, προς κάποιον ο οποίος εκνεύρισε / προσέβαλε τον υβρίζοντα ή προς κάποιον ο οποίος έκανε ένα σοβαρό λάθος, αντίστοιχα.

Συγκεκριμένα:

  • Όταν η φράση χρησιμοποιείται ως απειλή, μπορούμε με ασφάλεια να θεωρήσουμε πως ο υβρίζων έχει φτάσει στα όριά του. Ο στόχος της ύβρεως του επιτέθηκε ψυχικώς, λεκτικώς ή σωματικώς και ξεπέρασε τα όρια ανοχής του, με αποτέλεσμα ο υβρίζων να προβεί στην εκτόξευση της προαναφερθείσας απειλής. Παρά τον ήδη εμφατικό τόνο της έκφρασης, ο απειλών, μπορεί να προσθέσει δραματικότητα και να εντείνει το στοιχείο του εκφοβισμού/πρόκλησης, προσθέτοντας το «τώρα» στην αρχή της φράσης και ένα κοσμητικό επίθετο στο τέλος της, ήτοι «τώρα τη γάμησες καριόλη
  • Από την άλλη, η φράση χρησιμοποιείται και ως προειδοποίηση προς κάποιον ο οποίος έκανε κάποιο σοβαρό λάθος και τον προετοιμάζει ψυχικά για να υποστεί τις βαρείες συνέπειες των πράξεών του. Εκφέρεται συνήθως από κάποιο πρόσωπο κοντινό στον δέκτη της έκφρασης, με ήρεμο και συγκαταβατικό τόνο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το από που προέρχεται η έκφραση, η οποία, κατά πάσα πιθανότητα, άρχισε να χρησιμοποιείται χάριν συντομίας, αντικαθιστώντας κάποια άλλη ολοκληρωμένη μορφή της. Πιθανοί πρόγονοι της έκφρασης:

α) Τη γάμησες την τύχη σου.
β) Τη γάμησες τη ζωή σου.
γ) Τη γάμησες τη Λάουρα και τώρα θα σε σπάσω στο ξύλο βρωμιάρη.

Από το Δ.Π.: Vrastaman

  1. - Πού πας ρε μαλάκα, το STOP δεν το βλέπεις;!;!;
    - Χέσε μας ρε πούστη, γαμώ τη μάνα σου!!!
    - Τώρα τη γάμησες καριόλη!!!
    (ακολουθεί αποβίβαση από το όχημα και πιθανότατα χειροδικία)

  2. - Πω ρε φίλε, ποιος γράφει διαγώνισμα άλγεβρα πρωινιάτικα;
    - Τι διαγώνισμα ρε μαλάκα;;
    - Καλά ρε, χθες μας το είπε ο Σφατσόλιας. Το ξέχασες;
    - Μαλάκα, δεν διάβασα τίποτα!
    - Πω φίλε, τη γάμησες!

Ένα υπέροχο "τη γάμησες!" (από galoba, 09/11/12)

βλ. και την πουτσίζω, ψωλιάζω κάποιον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει από συντόμευση του όρου «γυμνασιακή μαλακία». Κατά τα γυμνασιακά τους χρόνια, οι αυνανιστές, γεννηθέντες το 1990 και πριν, δεν διέθεταν την πολυτέλεια της γρήγορης σύνδεσης στο internet, εύκολη πρόσβαση σε υπολογιστές (σε δωμάτιο με πόρτα κατά προτίμηση) και λοιπές ανέσεις που με τα χρόνια έκαναν την υπόθεση μαλακία κάτι το απλό και ανώδυνο.

Ο γυμνασιακός αυνανισμός λοιπόν, ήταν κάτι το οποίο απαιτούσε κάποια σχεδίαση από το δράστη ως προς την εκτέλεση, και τα δύο μεγάλα όπλα που διέθετε για να βγει νικητής από αυτή τη μικρή τζιχάντ που λάμβανε χώρα μέσα στο βρακί του, ήταν η φαντασία και η μνήμη.

Συντομεύοντας και συμμαζεύοντας λοιπόν, γυμνασιακή καλείται η μαλακία η οποία εκτελείται χωρίς την χρήση οπτικών ή άλλων εξωτερικών ερεθισμάτων και βοηθημάτων, δηλαδή η μαλακία στην απλούστερη και πιο πρακτική μορφή της, καθώς δεν απαιτείται τίποτα πέρα από ένα χέρι και ένα πέος.

- Άσε Μήτσο, τί έπαθα χθες...
- Τί έγινε ρε Κώστα;
- Εκεί που άραζα και έβλεπα την τσόντα μου και ήμανε με το πουλί στο χέρι, πέφτει το internet.
- Αμάν! Και τί έκανες ρε φίλε;
- Έριξα μια γυμνασιακή, έτσι για την τιμή των όπλων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευφημισμός που χρησιμοποιούν Καθολικοί για να αιτιολογήσουν περιστασιακούς «ανεξήγητους» θανάτους στα σκληροπυρηνικά μοναστήρια τους.

Τα θύματα της μοναστηριακής αλλεργίας είναι άτομα τα οποία είτε πάσχουν από κάποιο θανατηφόρο αφροδίσιο νόσημα, είτε είναι χρήστες ναρκωτικών και καταφεύγουν στο μοναστήρι για να αποφύγουν την κατακραυγή της θρησκόληπτης Καθολικής κοινωνίας. Όταν τελικά αποβιώσουν, τα αίτια θανάτου προσδιορίζονται ως μοναστηριακή αλλεργία, καθώς είναι αδύνατον τέτοιες αμαρτωλές και κολάσιμες συμπεριφορές να συνδέονται με το όνομα του Κυρίου.

- Fabio, θυμάσαι την Laura;
- Φυσικά Giuseppe. Είχαμε επιδοθεί με πάθος και πολλές φορές στην αμαρτωλή πράξη, πριν φύγει για να μονάσει στην Santa Croce.
- Λυπάμαι που στο λέω φίλε, άλλα έμαθα ότι πέθανε από μοναστηριακή αλλεργία, οπότε, για καλό και για κακό, πήγαινε να κάνεις εξετάσεις για αφροδίσια.
- Oh, merda!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified