Εκτός του ότι το χωνί είναι κωνικό σκεύος / εξάρτημα μέσω του οποίου γίνεται έκχυση υγρών εντός δοχείων, υπάρχουν και εξής άλλοι ορισμοί:

  1. Χωνί ονομάζεται η γκόμενα η οποία τα παίρνει όλα και όλους δίχως ενδοιασμούς και αναστολές (συνώνυμο / συναφές: χοάνη).

  2. Χωνί ή χώνος χαρακτηρίζεται ο πούστης που παίρνει ό,τι του κάτσει.

  3. Χωνί χαρακτηρίζεται απαξιωτικά το απύθμενου βάθους ή και εύρους αιδοίο (συνώνυμο / συναφές : άπατα).

  4. Εάν δεν χαρακτηρίζεται ως χωνί ολόκληρη η ομάδα, τότε χαρακτηρίζονται συνήθως τερματοφύλακες ή αμυντικοί των οποίων η απόδοση δεν είναι η επιθυμητή, ή σε μεμονωμένες φάσεις με αντίπαλο παίκτη γίνονται ρόμπα.

  5. Χωνί χαρακτηρίζεται κάποιος λόγω επανειλημμένων αποτυχιών σε κάποια δραστηριότητα, είτε αυτή είναι αθλητική, επαγγελματική, ή σπανίως κοινωνική. Επίσης χωνί χαρακτηρίζεται όποιος όταν βγαίνει για ποτό, γίνεται κωλοτρυπίδι.

  1. - Ρε συ εχθές πήδηξα τη Λουίζα.
    - Κι εσύ τη Λουίζα; Όλη η σχολή έχει πάει με το χωνί.

  2. - Λες να τον παίρνει ο Βασίλειος;
    - Καλά είσαι σοβαρός; Ο μεγαλύτερος χώνος στην Ευρώπη είναι ρε.

  3. - Καλά ρε, μπουκάλι σαμπάνιας έχωσε το ξέκωλο;
    - Γιατί, έχει κανένα πρόβλημα με τέτοιο χωνί η κοπέλα;.

  4. α. Ξυπνήστε ρε μαλάκες. Παίξτε λίγο άμυνα !!! Χωνιά μας κάνανε.

β. Ρε χωνί, πώς τα τρως έτσι; Πουτάνα σε κάνανε.

γ. Τι τάβλι να παίξω μαζί σου ρε χωνί; 3 Χρόνια έχεις να με κερδίσεις.

δ. Πώς τα κατεβάζεις έτσι τα σφηνάκια ρε χωνί; Χαλάρωσε.

(από dimitriosl, 24/03/10)Νικήτας Χωνιάτης (από Khan, 25/03/10)The name is Χουνί. Ανάλια Χουνί. Και είναι η πρώην του Σλάβοι Ζίζεκ. (από Khan, 20/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλήρης φράση είναι γεννήθηκε από χρυσά αρχίδια.

  1. Χαρακτηρίζει άτομα που τρώνε τα λεφτά του μπαμπά.

  2. Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ότι κάποιος έχει την οικονομική άνεση ή ευμάρεια, όχι λόγω προσωπικής του οικονομικής επιφάνειας, αλλά γιατί ο πατέρας του είναι εύπορος.

  1. Α ρε πουτάνα ζωή. Αλλοι γενιούνται από χρυσά αρχίδια κι εμείς στο μεροκάματο.

  2. - Καλά ρε, πάλι καινούριο αυτοκίνητο η Άννα;
    - Τι ανάγκη έχει αυτή ρε; Αυτή γεννήθηκε από χρυσά αρχίδια.

  3. - Τι δουλειά κάνει;
    - Δεν κάνει. Αυτός γεννήθηκε από χρυσά αρχίδια.

(από dimitriosl, 21/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική ατάκα από την ανεπανάληπτη ταινία Αλοίμονο στους νέους με τον Δ. Χορν που έγινε έκφραση. Χρησιμοποιείται από μεσόκοπους ή ώριμους άνδρες όταν αναφέρονται σε σεξουαλικές περιπτύξεις τους με πιπίνι(α).

Στο καφενείο:
- Ρε Θανάση κοίτα αυτό το μικρό που περνάει. Α ρε και να το 'βαζα κάτω.
- Και τι θα του έκανες ρε μάυρε, αφού δε μπορείς να πάρεις τα πόδια σου.
- Μωρε ας μου καθότανε και χράτσα - χρούτσα θα το κανόνιζα.
- Σιγά ρε μη σπάσεις καμιά μασέλα.

(από dimitriosl, 19/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δίχως μέτρο κατανάλωση κρεατικών και ειδικώς αμνών, αιγών, άλλων συναφών, αλλά και παραγώγων τους (παϊδάκια, πλάτες, συκωταριές κ.λπ.). Εκτός των κρεατικών, χοληστερίνη πάρτυ μπορεί να γίνει και με θαλασσινά (αστακούς, κωλοχτύπες, μακαρονάδες, διάφορα μαλάκια κ.λπ.).

Παρόλο που πολλές φορές το κλου των χοληστερίνη πάρτυ περιλαμβάνει και εντατική μονάδα νοσοκομείου, οι τακτικοί θαμώνες αυτών των πάρτυ δεν πτοούνται και επιδίδονται συχνά - πυκνά σε αυτά, καταναλώνοντας ποσότητα κρεατικών μεγαλύτερη από τη δεκαετή κατανάλωση ενός μέσου μεγέθους κροκοδείλου.

Τα σημεία που διεξάγονται τα συγκεκριμένα πάρτυ διαφέρουν ανάλογα με την περίσταση, και μπορεί να είναι από οργανωμένα μαγαζιά - ταβέρνες - ψητοπωλεία, έως χωράφια, οικόπεδα ή αλάνες. Πάντως υπάρχουν και κάποια αξεπέραστα στάνταρντς: Βλάχικα, Δερβενοχώρια, Στενή Ευβοίας, Μαγούλα, Τρίκαλα Κορινθίας, παλιότερα ο Άγιος Στέφανος κ.α.

Επίσης πολύ επιτυχημένα «χοληστερίνη πάρτυ» διεξάγονται σε όλη την επικράτεια την Κυριακή του Πάσχα, καθώς και κάθε Τσικνοπέμπτη. «Χοληστερίνη πάρτυ» χαρακτηρίζονται επίσης τα παραδοσιακά γλέντια σε γιορτές ή πανηγύρια όπου περιλαμβάνεται και το ψήσιμο αμνοεριφίων.

  1. - Γιατρέ πως είναι οι εξετάσεις μου;
    - Θα σου τα πω με τακτ Λάκη: Κόψε τα χοληστερίνη πάρτυ γιατί αντί για κοράκια θα σε κουβαλάνε τριγλυκερίδια στην κηδεία σου.

  2. - Περάσατε καλά εχθές στο γάμο;
    - Χοληστερίνη πάρτυ αδελφέ. Πρέπει να καθαρίσω τα δόντια μου με σβουράκι black & decker.

(από dimitriosl, 29/03/10)(από dimitriosl, 29/03/10)(από dimitriosl, 29/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας.

Απόδοση με μια πιο επιστημονική διάθεση, ή λόγω καμουφλάζ.

Συναντάται και ως «χειροπράκτης».

Στο σπίτι της μαμάς - πεθεράς:
η Σύζυγος: «Νίκο πρόσεχε τή γλώσσα σου. Ακούει η μαμά».
ο Σύζυγος: «Καλά. Λοιπόν, ο αδελφός σου είναι εντελώς χειρωνάκτης Λίτσα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει το ευτυχές γεγονός, το οποίο διακόπτει μια παρατεταμένη αγαμία. Η χρήση του αφορά και άνδρες και γυναίκες, αλλά ειδικά για γυναίκες χρησιμοποιείται σε φράσεις που χαρακτηρίζουν κάποια ως ανέραστη γεροντοκόρη.

  1. - Μητσάρα, τι έγινε τελικά εχθές; Το πήρες το γκομενάκι;
    - Ναι ρε. Μετά το μπαρ πήγαμε σπίτι της.
    - Άντε ρε πούστη, είδες κι εσύ χαρά στα σκέλια σου μετά από 6 μήνες και βάλε.

  2. - Ρε συ, λες να έχει γκόμενο η θεία;
    - Καλά ρε είσαι σοβαρός; Αυτή έχει να δει χαρά στα σκέλια της από την εποχή του Περικλή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από το πέρασμα χαλκά στα βοοειδή στην Ελληνική επαρχία, με σκοπό το δέσιμό τους.

Ο όρος χαλκάς στη μύτη χρησιμοποιείται για να περιγραφεί η κατάσταση που βρίσκεται κάποιος όταν κάποιος άλλος τον έχει κάνει έρμαιο στις ορέξεις/επιθυμίες του. Στις μέρες μας, πάντως, τείνει να καταργηθεί η έκφραση, καθώς η χρήση χαλκά(δων) στη μύτη, όπως και σε άλλα σημεία του σώματος δεν θεωρείται υπερβολική.

Βλ. και βάζω στο βρακί μου

- Ρε Γιάννη, τον Πάνο τον βλέπεις καθόλου;
- Μπα, αυτός εξαφανίστηκε. Του έχει περάσει το Μαράκι χαλκά στη μύτη και τον σέρνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικά «το σύστημα φάτους όλους» ή «fatousolous». Ουδεμία σχέση με την ομώνυμη εκπομπή.

Ορισμοί:

  1. Ποδόσφαιρο ή άλλα ομαδικά αθλήματα:

Το σύστημα φάτους όλους είναι το συνώνυμο με το σύστημα «πάρτε τους τα σώβρακα«. Σύνηθες σύστημα σε προπονητές υψηλού επιπέδου (βλ. Αλέφαντος). Όταν αναφέρεται στη συνολική τακτική της ομάδας, σημαίνει «πατήστε τους». Όταν χρησιμοποιείται για την αμυντική τακτική, σημαίνει «ή ο παίκτης ή η μπάλα» (κοινώς κατενάτσιο).

  1. Video games

Χαρακτηρίζονται fatousolous τα kill 'em all video / PC games, στα οποία ο παίκτης δεν σκέφτεται τίποτα, απλά εξολοθρεύει ό,τι κινείται στο τερέν, πατώντας το fire μέχρι εξαρθρώσεως του δακτύλου ή του πληκτρολογίου / χειριστηρίου.

  1. Επαγγελματική δραστηριότητα

Προσδιορίζει τον τρόπο δράσης του επαγγελματία ή της επιχείρησης, όταν οι επαγγελματικοί στόχοι επιτυγχάνονται πατώντας επί πτωμάτων.

  1. Μπείτε μέσα και παίξτε φάτους όλους. Δεν έχουνε ομάδα.

  2. Τα μπακ τα θέλω φάτους όλους. Μη δω κανέναν και φεύγει μπροστά!

  3. Ρε τι να αγοράσω για το PS3; Στρατηγικής ή fatousolous;

  4. Το doom; Κλασικό fatousolous. 3 Πληκτρολόγια έσπασα μέχρι να το τελειώσω.

  5. Ήταν φάτους όλους από την αρχή, γι' αυτό έγινε διευθύντρια σε 5 χρόνια.

  6. Ρε οι πολυεθνικές είναι φάτους όλους. Ρημάξανε την αγορά.

(από dimitriosl, 22/03/10)(από dimitriosl, 22/03/10)...honor y gloria a Pablo Garcia (από euripidisk, 22/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαλλιστί: Fantômas

Προέρχεται από τον κλασικό ήρωα παλαιών κόμικς και ταινιών, Φαντομά. Φαντομάς χαρακτηρίζεται κάποιος που εμφανίζεται ή εξαφανίζεται ξαφνικά από το πουθενά και ενώ δεν το περιμένει κανείς.

  1. Μόλις άκουσε για λογαριασμό έγινε φαντομάς.

  2. Ρε μάνα πως μπαίνεις έτσι μέσα σαν το φαντομά.

  3. Εκεί που καθόμασταν και χαβαλεδιάζαμε σκάει ο φαντομάς ο Σπύρος και μας κόβει το αίμα.

(από dimitriosl, 22/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ της λέξεων τούμπα και κωλοτούμπα.

Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει κάτι ή κάποιον που κινείται πολύ γρήγορα. Τυγχάνει ευρείας χρήσεως από μετέχοντες εις το μηχανοκίνητο άθλημα της κόντρας, όταν περιγράφουν γρήγορα αυτοκίνητα ή μοτοσυκλέτες.

- Άναψε το φανάρι και το τσίτωσα, αλλά που να τον πιάσω. Το Evo πήγαινε τουμπιώντας.

- Όταν πήρε χαμπάρι ο φλώρος ότι θα τον έσκιζα, έφυγε κωλοτουμπιώντας. Φτερά στα πόδια σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified