Ο υπερθετικός βαθμός του πετάδην, ήτοι πηγαίνω στον προορισμό μου απίστευτα γρήγορα.

Εμπνευσμένο από την κλασική σειρά και τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας Star Trek, όπου οι ήρωες μετακινούνταν ως δια μαγείας από τόπο σε τόπο στη στιγμή, μέσω μιας συσκευής διακτινισμού. Χρησιμοποιείται συνήθως από trekkies, ενώ μπορεί να συνοδεύεται και με το σχετικό αγγλικό «beam me up, Scotty» - φράση η οποία προκύπτει από την παλιά σειρά και τον πρώτο μηχανικό και χειριστή της συσκευής διακτινισμού ονόματι Scotty (κατά κόσμον Montgomery Scott).

- Έλα δω που σε θέλω...
- Τώρα..
- Όχι τώρα... ΤΩΡΑ! Τσακίσου λέμε!
- Καλά, μισό και διακτινίζομαι, ωχουυύ..

κάνε τα κουμάντα σου, Scotty (από Jonas, 30/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ηλίθιος, γκαφατζής μπάτσος - wannabe (λ.χ. ερευνητής, αστυνομικός συντάκτης / ανταποκριτής) ή κανονικός. Προκύπτει από τον πασίγνωστο χαρακτήρα - αντι-ήρωα της σειράς ταινιών «Ο Ροζ Πάνθηρας», τον οποίο είχε ενσαρκώσει μοναδικά ο αξέχαστος Peter Sellers.

«Χμμμμ, για να παίρνεις donations θα πρέπει να έχεις μια νομική υπόσταση (είτε με του μορφή οργανισμού ή ιδρύματος/ εταιρίας ) Anyway είναι δουλειά των δικηγόρων αυτή, αλλά δεν νοείται προσωποκράτηση για τέτοιου είδους οικονομικά »αδικήματα« (γιατί άλλου είδους αδικήματα δεν μπορούν να στοιχειοθετηθούν - οι κλουζώ της δίωξης »ηλεκτρονικού εγκλήματος« (sic) πρώτα συλλαμβάνουν και μετά ψάχνουν για το αδίκημα. Εκτός και αν μιλάμε για preemptive συλλήψεις που θα πρέπει να αποδείξουν ότι είναι και τρομοκρατική οργάνωση το torrent seeding )»

σχόλιο σε φόρουμ (λινκ)

(από Jonas, 07/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επικρατώ, είμαι επιτυχής πάνω σε κάτι, επιδεικνύοντας παράλληλα και την ανώτερη τεχνική μου (το κέντημα θέλει τεχνική, νο;), είμαι για πολλά σπέκια και προκαλώ τον θαυμασμό των γύρω μου, ζωγραφίζω, δίνω τα ρέστα μου, στο βαθμό που δύναμαι να χαρακτηριστώ από ημίθεος έως και φάντασμα (με την καλή έννοια πάντα).

Συναντάται και με τις προσθήκες «πάλι» και «ο πούστης» (επιδοκιμαστικό), για απόδοση μεγαλύτερης έμφασης.

...Πολιτικό θρίλερ, ή θρίλερ με αφορμή την πολιτική; Εδώ ακριβώς είναι το ταλέντο του Πολάνσκι. Εκεί που οποιοσδήποτε άλλος σκηνοθέτης θα έκανε μια ακόμη βαρετή «θεωρία συνομωσίας», αυτός κατάφερε να στήσει ένα γοητευτικό παιχνίδι, πρωτίστως κινηματογραφικό, ζωντανό, γεμάτο μικρές ευφάνταστες ιδέες ανατροπών, και χιούμορ. Εξαίσιο το καδράρισμα των πλάνων του, η χρήση της μουσικής (κεντάει πάλι ο ελληνικής καταγωγής Αλεξάντρ Ντεσπλά) κι ο ρυθμός που κλιμακώνεται γρήγορα, αλλά και με συνεχείς ανάσες. «Είχε πλήρη έλεγχο για κάθε τι που γινόταν στο πλατό» είπε στη συνέντευξη Τύπου ο Γιούαν ΜακΓκρέγκορ συμπληρώνοντας ότι είναι η πρώτη φορά στην καριέρα του που ένας σκηνοθέτης τον καθοδήγησε με αυτό τον καθοριστικό τρόπο...

από εδώ.

(από Galadriel, 01/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση, η οποία συντάσσεται συνήθως με το ρήμα πετάω (πετάω κάποιον / κάτι σαν - ).

Είναι συνώνυμο του ξεφορτώνομαι, με την έννοια του διώχνω από δίπλα μου κάτι ή κάποιον χωρίς πολλή σκέψη και με συνοπτικές διαδικασίες, είτε γιατί μου είναι αδιάφορο, άχρηστο, ανεπιθύμητο, είτε γιατί επιτέλεσε τον σκοπό για τον οποίο προοριζόταν.

- Έαε, τι γίνεται;
- Τι να γίνεται, σκατά κι απόσκατα. Λήγει η σύμβαση σε λίγες μέρες, έρχεται και ο Καυλικράτης... θα μας πετάξουνε σα τη τρίχα απ' το προζύμι, τη βλέπω τη δουλειά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικότατη έκφραση - ρητορική ερώτηση επιδοκιμασίας, ενθουσιώδους συμφωνίας και ταύτισης αναφορικά με ένα σχόλιο ή πρόταση του συνομιλητή μας, πάνω στη συζήτηση. Συνήθως παίζει και η προσθήκη της λέξης «τώρα» στο τέλος στης φράσης («αυτό πού το πας τώρα»), γεγονός που την ενισχύει ελαφρά ως προς την ένταση της επιδοκιμασίας καθεαυτήν.

Εναλλακτικά, λέγεται και από εμάς τους ίδιους στην αρχή ή στο τέλος των λεγομένων μας, με σκοπό την δημιουργία προβληματισμού στον συνομιλητή μας, για να τον πείσουμε ή για να αποτρέψουμε τυχόν αντιρρήσεις και διαφωνίες.

- Η μάνα μου γκρινιάζει γιατί μπαίνω, λέει, συνέχεια στο σλανγκ.γκρ και δεν κάνω τα μαθήματα μου...
- Ε, πες της ότι το 19 στην Έκθεση το χρωστάς στο σλανγκ.γκρ και θα κάνει μόκο...
- Εμ, αυτό πού το πας;
- Καλό αυτό, να πάρω τη σλανγκασίστ;
- Άσε, το έχει βάλει ο Jonas...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται τις φορές που σφίγγουν τα γάλατα, σε περιόδους μεγάλης αγαμίας δηλαδή, αναφορικά με το σπέρμα του άντρα, το οποίο από την πολυκαιρία και την στασιμότητα έχει πήξει και σβολιάσει, έχει γίνει σα χαλίκι.

- ...άντε υπομονή Μήτσο, εφτά και σήμερα να πάρουμε τη ροζαλία να πάμε σπίτια μας...
- ...να διώξουμε και τα χαλίκια, γιατί δεν πάει άλλο...

... από πέτρινο πουλί. (από patsis, 26/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στις συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα στα αθλητικά πηγαδάκια ομαδικών σπορ, παρατηρείται το φαινόμενο αντικατάστασης του γ' προσώπου ενικού ή των α' & β' πληθυντικού με το α' & β' πρόσωπο ενικού, ανάλογα την περίσταση. Εξηγούμαι:

- Όταν αναφερόμαστε στην ομάδα μας, χρησιμοποιούμε το «εγώ» αντί για το αναμενόμενο «η α' ομάδα» ή «εμείς» (δηλαδή το σύνολο των οπαδών και η ομάδα ως σύλλογος).

- Όταν αναφερόμαστε στην αντίπαλη ομάδα και απευθυνόμενοι στον εκπρόσωπό της στη συζήτηση, χρησιμοποιούμε το «εσύ» αντί για το αναμενόμενο «η β' ομάδα» ή «εσείς» (και πάλι δηλαδή το σύνολο των οπαδών και η ομάδα ως σύλλογος).

- Όταν αναφερόμαστε σε τρίτη ομάδα που δεν εκπροσωπείται στη συζήτηση, χρησιμοποιούμε κανονικά τους αναμενόμενους τύπους «η γ' ομάδα» και «αυτοί».

Συμπεραίνουμε λοιπόν, ότι η συζήτηση, χάριν οικειότητας, ανάγκης επίδειξης μαγκιάς αλλά και γνώσεων ως προς τα αθλητικά θέματα από μέρους μας, αλλά και κάποιου (ασυναίσθητου πολλές φορές) σεβασμού προς το συνομιλητή για τις δικές του γνώσεις, λαμβάνει πιο προσωπικό χαρακτήρα.

Σημειώνεται, πως το φαινόμενο αφορά σε ομαδικά σπορ με μεγάλους συλλόγους και οργανωμένους οπαδούς (ποδόσφαιρο, μπάσκετ, βόλεϋ κλπ), όπου ευδοκιμεί και ο φανατισμός -και όχι σε ατομικά «ευγενή» αθλήματα (στίβος).

- Τι ήταν αυτό χτες; Πόνεσε; Έτσι! Ασάλιωτα!
- Καλά, λέγε... Τα πέντε που σου έριξα πέρυσι τα ξέχασες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του ατόμου με τάση να τρώει ξύλο από τους άλλους αδιαμαρτύρητα, του κακομοίρη καρπαζοεισπράκτορα.

Προκύπτει από τον μικρόσωμο ηλικιωμένο συμπρωταγωνιστή του Benny Hill, (κατά κόσμον Jackie Wright), ο οποίος σε κάθε επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς «The Benny Hill Show» έτρωγε μπόλικες γρήγορες ψιλές στο καραφλό του κεφάλι από τον πρώτο και μάλιστα με το φιλμ να παίζει σε πολλές στροφές.

- Το βλέπεις εκείνο κει το ντούκι απέναντι;
- Ναι, τι;
- Στο σχολείο που τον είχαμε ήταν σαν το γεράκο του Μπένυ Χιλλ. Μέχρι που του τη βάρεσε μια μέρα και πλακώθηκε στα κικμπόξ και τις κρεατίνες και στο τέλος μας έδειρε όλους μόνος του...
- Πίκρα...

Ο Jackie Wright (από Jonas, 21/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε κάποια τοπικά ιδιώματα είναι συνώνυμο του «γεμίζω» και, ολίγον πιο μεταφορικά, του «χορταίνω» (γεμίζω την κοιλιά μου, δηλαδή).

Σλανγκικώς, λέγεται σε περιπτώσεις ρίψης μεταφορικής τάπας σε κάποιον, όταν δηλαδή τα επιχειρήματα της επικρατούσας πλευράς είναι τόσο ατράνταχτα και αποστομωτικά, που η άλλη έχει κατά κάποιον τρόπο κατακλυσθεί (χορτάσει) από αυτά και το μόνο που την παίρνει να κάνει είναι τουμπεκί.

Από το Δ.Π: Mes

- Όταν καπνίζει ο λουλάς, εσύ δεν πρέπει να μιλάς...
- Kαλά, πιάσε μια Amstel.
- Μη μιλάς λέω... σε ρούπωσα... (να ν' καλά το slang.gr...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερθετικός βαθμός της κατάστασης «Βέγγος», δηλαδή τρέχω απίστευτα, κυριολεκτικά ή μεταφορικά.

Προκύπτει από τα γνωστά σκετσάκια του αξέχαστου Άγγλου κωμικού (Benny Hill 1924 - 1992), σε πολλά από τα οποία ενώ ο ίδιος έτρεχε, το φιλμ παιζόταν σε μεγαλύτερη ταχύτητα, με το γνωστό μουσικό κομματάκι να τον συνοδεύει (Yakety Sax).

- Τι λέει; Πώς πάνε οι ετοιμασίες για τον γάμο;
- Άσε φίλε, έχω γίνει Μπένυ Χιλλ. Δεν προλαβαίνω ούτε να κλάσω...

(από Jonas, 20/10/10)(από Jonas, 25/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified