Από παλιά διαφήμιση της γνωστής οδοντόκρεμας.

Το συγκεκριμένο σλόγκαν καθιερώθηκε και στο σλανγκικό σύμπαν. Χρησιμοποιείται με μπόλικη δόση ειρωνείας, όταν θέλουμε να καταδείξουμε ένα αντιπαθητικό άτομο που:

  1. φαίνεται να έχει καλούς τρόπους και χαμογελάει συνέχεια επιδεικνύοντας την κατάλευκή του οδοντοστοιχία για να κάνει δημόσιες σχέσεις (ενώ εμείς γνωρίζουμε πως πρόκειται για φίδι), ή

  2. είναι κακάσχημος, υποφέρει από τερηδόνα, ουλίτιδα, του λείπουν αρκετά δόντια και το χαμόγελο τον χαλάει ακόμα πιο πολύ, ή απλά,

  3. είναι αυτό που ο σοφός λαός ονομάζει «χαζό παιδί χαρά γεμάτο».

Για καλό πάντως, δεν είναι.

  1. - Τσέκαρε τον Λάκη, ρε... από τότε που πολιτεύτηκε απέκτησε και το χαμόγελο της Colgate, κανονικά όμως...

  2. Βλ. μήδι νο 1

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική, καθημερινή σλανγκ. Συναντάται σχεδόν πάντα στο τέλος μιας πρότασης και σημαίνει εν κατακλείδι, στην τελική.

(βλέπε μήδι 1, γύρω στο 0:30)

(από Jonas, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική rude / μάγκικη επίπληξη, η οποία προφανώς προκύπτει από τη λέξη «ίσια». Σαν να λέμε επιτακτικά σε κάποιον να κάτσει καλά, να ηρεμήσει, or else...

Ακολουθείται συχνά από το «μωρή» συν κάποιον ταιριαστό χαρακτηρισμό (λ.χ. «χαμούρα»).

- Καλά στραβός είσαι; Δε βλέπεις το κόκκινο;
- Ίσα μωρή χαμούρα, που θα με πεις και στραβό… Α πάνε πλύνε κάνα πιάτο, μουλάρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κολωνακιώτικη έκφραση που δηλώνει ξάφνιασμα ή έκπληξη, στο πνεύμα του «α στο διάλο!» (της εκπλήξεως) και πολλών άλλων συναφών εκφράσεων, όπως:

- Μάντεψε ποιους είδα τυχαία χεράκι - χεράκι το Σαββάτο στο κέντρο!
- Ποιους;
- Τη Σούλα με τον Ιεροκλή!
- Ε, ποτέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική, ελαφρώς τιραμισουρεαλιστική έκφραση, όπου το Υ μπορεί να είναι οτιδήποτε, όπως τσίχλες, τσιγάρα, εφημερίδα, σουβλάκια, γκαζόζες, πατάκια, νερό, προς νερού και δεν συμμαζεύεται.

Το λέμε σε περιπτώσεις όπου κάποιος -ο Χ στην προκειμένη- πετάχτηκε κάπου μισό (και καλά), συνήθως για να αγοράσει κάτι και έχει αργήσει πολύ να επιστρέψει. Υποθέτουμε έτσι, ότι κάτι ανεξήγητο του συνέβη για να καθηστερήσει τόσο, όπως αυτή καθεαυτή η μεταμόρφωση του ιδίου στο αντικείμενο για το οποίο κίνησε εξ αρχής.

- Που χάθηκε ρε συ ο Τάκης;
- Έλα μου ντε! Για τσιγάρα πήγε και τσιγάρα έγινε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

*Καμία σχέση με την ΠΑΣΠ*. Προκύπτει από τις λέξεις «πάω» και «σπίτι» και υποδηλώνει το αυτό. Βλ. επίσης: την κανά.

- Λοιπόν μάγκες, μάλλον θα γίνω πασπίτης σε λίγο...

(από Khan, 14/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικότατη καθημερινή έκφραση αποδοκιμασίας ή αγανάκτησης. Σα να λέμε τα πιάσαμε τα λεφτά μας, δέσαμε μούτσο, όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη τραβεστί και δεν συμμαζεύεται.

Βλ. μήδι 1. αατα.

(από Jonas, 27/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο επιχειρών ερωτική επαφή χωρίς χρήση προφυλακτικού.

- Άσε, φίλε, ξεμείναμε χτες με την Σούλα και δεν υπήρχε περίπτερο ανοιχτό βραδιάτικα, οπότε... την είδα κομμάντο.

Got a better definition? Add it!

Published

Σχετικά νέας κοπής έκφραση στα πλαίσια μιας βλαχομπαρόκ αστρολαγνείας (με την κλασική έννοια), η οποία χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις γκαντεμιάς, γαμωκατάστασης, ατυχίας ή απλά όταν παίζει τρελό fail, χωρίς όμως να διαφαίνεται καμία λογική εξήγηση γιατί συμβαίνουν όλα αυτά.

Έτσι λοιπόν, αντί να το ψάξουμε λίγο παραπάνω και προκειμένου να αποφύγουμε την όποια (αυτο)κριτική, τα φορτώνουμε όλα στον έρμο Ερμή, ο οποίος όταν γίνεται ανάδρομος (όταν δηλαδή φαίνεται ότι κινείται σε αντίθετη τροχιά στον ουράνιο θόλο) υποτίθεται ότι επηρεάζει τα περισσότερα ζώδια αρνητικά (go figure..).

- Τι θα γίνει ρε Μαιρούλα; Πάλι πονοκέφαλο απόψε;
- Φταίει ο ανάδρομος Ερμής ζουζουνάκι μου.. άντε, κοιμήσου τώρα..

(από Khan, 12/04/11)(από Khan, 20/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ελαφρώς απαξιωτική απάντηση στην ερώτηση «τι ώρα είναι;», αρκετά δημοφιλής στους εκνευριστικούς τύπους που αρέσκονται να απαντούν σε μια ερώτηση με ερώτηση.

Ο χρήστης της φράσης αδημονεί να διακόψει τον συνομιλητή του, υπονοώντας εμφανώς ότι ποσώς τον ενδιαφέρει τη δεδομένη στιγμή τι ώρα δείχνει το ρολόι του (εάν έχει καν).

Η φράση συναντάται πολλές φορές και με το επιφώνημα ε στην αρχή της (ε, δε θα 'ναι;).

— Γαμώτο, έχω ραντεβού για πεντικιούρ στις δώδεκα. Τι ώρα είναι Τάκη μου;
Ε, δε θα 'ναι;

Δες ακόμη: η ώρα που γαμούν οι σκύλοι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified