Έκφραση ζωηρής επιδοκιμασίας, αναφορικά σε ένα προϊόν πρώτης ποιότητας ή μια κατάσταση γενικότερα που τα σπάει και γουστάρουμε.

- Καλώς την κυρα-Περμαθούλα μας! Έχω κάτι κεράσια σήμερα, άλλο πράμα! Να βάλω;

...γύρω στο 1:46... άλλο πράμα! (από Jonas, 22/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις ελαφριάς μορφής αμνησίας, καμένης RAM ή αρχικών σταδίων Έμενταλ, όπου καταβάλλεται φιλότιμη προσπάθεια να ανακτηθεί από τη μνήμη μία λέξη, ένα όνομα ή ένα γεγονός, αλλά χωρίς επιτυχία.

Το εκνευριστικό της όλης κατάστασης, είναι η αίσθηση που μας πλημμυρίζει ότι το 'χουμε, λίγο ακόμα και θα το θυμηθούμε. Το «εδώ» άλλωστε, αναφέρεται μεταφορικά στην «άκρη της γλώσσας» (ότι δηλαδή, η εν λόγω λέξη έχει σκαλώσει στα πρόθυρα του ξεστομίσματος και δεν μπορεί να βγει).

Συναντάται και με την ως άνω προσθήκη (εδώ το 'χω, στην άκρη της γλώσσας μου), ενώ πολλές φορές συνοδεύεται και με την κατάλληλη χειρονομία (δάκτυλο στοχεύον στο στόμα του ομιλούντος).

- Πωω ρε φίλε... τσέκαρε τι περνάει...

- Τη ξέρω αυτή ρε συ... να δεις πως τη λένε... εδώ το 'χω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαινετική έκφραση προς κάποιον που κατάφερε κάτι δύσκολο ή αξιοθαύμαστο, άξιο πολλαπλών σπεκίων.

- Τι έγινε χτες με το Μαράκι; Σας χάσαμε...
- Να μωρέ, είπαμε να πάμε κάπου πιο ήσυχα...
- ...και;
- Αράξαμε σπίτι μου...
- Αυτός είσαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση, η οποία χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει αφήσει μούσι και δεν του πηγαίνει με τίποτα, αλλά από την άλλη δεν παίρνει από λόγια και δε θέλει να το κόψει με καμία Παναγία.

Σαν ύστατη λύση λοιπόν, επιστρατεύεται αυτό το επιχείρημα με ρίμα.

Εννοείται πως αφορά σε κολλητά και αγαπητά σε εμάς πρόσωπα.
Η χρήση σε αγνώστους ή παραξηγιάρηδες αντενδείκνυται, προς αποφυγήν κλωτσομπουνιδίων.

- Σπυρέτος: Γεια χαρά σας μάγκες...
- Μάγκες (εν χορώ): Ξύρισε το μούσι να μη σε λενε πούστη!

Του κραξίματος αυτού συχνά προηγείται το «Νάτος! Νάτος! O πούστης ο μουσάτος»!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική απειλητική έκφραση, με προφανές περιεχόμενο. Όταν το μίσος και η απέχθεια που νιώθουμε απέναντι σε κάποιον είναι τόσο έντονα που μετασχηματίζονται σε βαμπιρική φρενίτιδα, τότε είναι η κατάλληλη στιγμή για τη χρήση της φράσης αυτής.

Ενδέχεται να ακολουθείται από τα εξής συμπληρώματα:

  1. με το καλαμάκι: δηλαδή, δε μου φτάνει που θα σε στραγγίξω, θα το κάνω με την άνεσή μου και θα σε εξευτελίσω κι από πάνω.

  2. με το μπουρί της σόμπας: όταν το καλαμάκι δεν είναι αρκετό...

- Φιλαράκο σε είδα που κοζάρες τη κοπέλα μου. Ετοιμάσου να πεθάνεις. Θα σου πιω το αίμα!
- Μη φας, έχουμε γλάρο...

(από Vrastaman, 09/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Ημι-ρητορική υποτιμητική ερώτηση. Λέγεται σε περιπτώσεις που θέλουμε να μειώσουμε κάποιον άμεσα (ότι δηλαδή, σε σχέση με μας είναι νεούδι, άπειρος και η γνώμη του δεν πιάνει μία μπροστα στη δική μας), χωρίς να πούμε όμως και καμιά βαριά κουβέντα και γίνουμε μπίλιες.

Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως φυσική εξέλιξη και επακόλουθο της έκφρασης μια νύχτα δική μου ολόκληρη η ζωή σου.

- Φιλαράκο, για χαλάρωσε λίγο... ποιος νομίζεις πως είσαι, ο Paul Moore;
- Εγώ χαλαρός είμαι... εσύ μάλλον την είδες και καλά γαμάω εδώ μέσα. Στην τελική όμως, τι να μας πεις κι εσυ απ' τη ζωή σου...

Και δεν ανεβάζεις! (από knasos, 02/06/09)00.35 (από xalikoutis, 23/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποβάλλω κάποιον σε καψώνι, τον κάνω ό,τι θέλω, του ψήνω το ψάρι στα χείλη και τον χρησιμοποιώ για να περάσει το δικό μου. Στο τέλος ενδέχεται να του ζητήσω και τα ρέστα.

– Έτσι που λες Νίτσα μου. Μας χόρευε στο ταψί κανονικά τόσα χρόνια το παλιοθήλυκο. Ευτυχώς που λογικεύτηκε ο Μπέηζιλ και την άφησε.
– Τι μου λες χρυσή μου. Να τύχει στο παλικάρι μας τέτοιο γύναιο; Βρήκε καμία καλή τώρα τουλάχιστον, εκεί στην ξενιτιά που βρίσκεται;
– Ναι... να δεις πως μου την είπε... νομίζω μου είπε πως λέγεται Πέρι...

(από Khan, 04/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο gay περιωπής, ο οποίος ανέβηκε ιεραρχικά με τον καιρό στις τάξεις τους, διότι:

  1. η σκούφια του κρατάει από καλό τζάκι, από γνωστή οικογένεια κλπ,

  2. εδώ και χρόνια στο κουρμπέτι δούλευε υπερωρίες, με αποτέλεσμα να φτιάξει καλό όνομα,

  3. είναι καραξεφωνημένη, κανείς δε θυμάται πριν πόσα χρόνια ακριβώς βγήκε από την ντουλάπα και σα να μην έφτανε αυτό, έχει «βοηθήσει» κι άλλους να βγουν απ' αυτήν.

Ακολουθεί απολαυστικό μήδι.

- (Μ)πέηζιλ: Γεια σας αγόρια!
- Αγόρια: Ίσα μωρή προϊσταμένη!

(από Jonas, 27/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα πλαίσια της άδικης μεταχείρισης των δημοσίων υπαλλήλων από την εκάστοτε Διοίκηση και γενικότερα του χάους και του μπάχαλου που επικρατεί στο Δημόσιο, φυγόπονος ονομάζεται ο εργατικός και έντιμος (δηλ. μαλάκας) υπάλληλος που εργάζεται σκληρά χωρίς να παίρνει υπερωρίες και ανήκει στο 5 με 10% του συνολικού αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Αυτά.

Προσωπικό. Έπρεπε να το πω γιατί θα έσκαγα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία αποτελούμενη από τις λέξεις Χαϊλάντερ και ντίρλα.

Περιγράφει άτομο το οποίο βρίσκεται συνεχώς σε κατάσταση μέθης και που παρ' όλα αυτά συνεχίζει να πίνει χωρίς να χαλιέται ποτέ. Επιπλέον δεν υπάρχουν μαρτυρίες ή ντοκουμέντα ότι έχει γίνει λιώμα στο παρελθόν, σε βαθμό που τίθεται θέμα μυθοποίησής του.

Με άλλα λόγια, είναι ο ντούρασελ κρασοπατέρας, απρόσβλητος από το αλκοόλ (όπως κι ο μυθικός Σκωτσέζος από τα δεινά εν γένει), ο «άνθρωπος σφουγγάρι» που απορροφά τα ποτά χωρίς φόβο και πάθος.

- Πάμε να πιούμε κανα κρασνιάκ;
- Κανα τι;;;
- Κρασνιάκ... κρασί με κονιάκ... δεν έχεις πιει ποτέ;
- Κοίτα... εσύ μπορεί να είσαι ο Χαϊντιρλάντερ ο ίδιος, αλλά εγώ δεν έχω καμία όρεξη να τρέχω για πλύσεις στομάχου μετά...

Heidi - lander (από Vrastaman, 26/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified