Χαρακτηρισμός χαζού. Συνώνυμο του βλίτο, αλλά «εξευρωπαϊσμένη» μορφή. Εν αντιθέσει επίσης με το βλίτο, το γκαζόν δεν είναι ήπιος ορισμός και συνήθως λέγεται αρκετά υποτιμητικά για να χαρακτηρίσει νεαρής ηλικίας και βορείων προαστίων βλήμα.

Απρόσωπο, δηλώνει πολύ χαμηλό νοητικό επίπεδο.

  1. - Να πω της Μαρίας να έρθει μαζί μας το απόγευμα;
    - Όχι σε παρακαλώ! Η τύπισσα είναι σκέτο γκαζόν, δεν σκαμπάζει γρυ!

  2. ... Ελεος πια καποια στιγμή θα πρέπει να διαβάσεις και μια άλλη εφημερίδα ή εντυπο εκτός από την Τραφικ και το Αβάντι. Βεβαια επειδή το επίπεδο είναι γκαζόν, είμαι σίγουρος πως θα συνεχίσεις με Εσπρέσο...
    (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντανακλαστική κίνηση κατά την οποία το κεφάλι του παρατηρητή στρέφεται άμεσα προς την κατεύθυνση που βρίσκεται ή κινείται αυτοκίνητο ή γκόμενα/-ος θεϊκής, κατά τις προτιμήσεις του παρατηρητή, εμφάνισης, με σκοπό τον θαυμασμό.

Σε μερικές περιπτώσεις η στροφοκεφαλή προκαλείται από άλλα αντικείμενα όπως: μηχανές, κότερα, παπούτσια σε βιτρίνες (γυναικείες στροφοκεφαλές) κλπ. Σύμφωνα με έγκυρες στατιστικές μελέτες πάντως το 94.89% των στροφοκεφαλών προκαλείται από αυτοκίνητα ή γκόμενες/-ους. Τα ακριβή ποσοστά είναι: 52.34% αυτοκίνητα 37.69% γκόμενες 4% γκόμενοι και 0.86% συνδυασμός αυτοκινήτου/γκόμενας/-ου. Σαφώς και τα ποσοστά αυτά ποικίλουν σε σχέση με την περιοχή παρατήρησης (στις παραλίες οι στροφοκεφαλές προκαλούνται κατά βάση από γκόμενες/-ους) αλλά τα ποσοστά στο σύνολο του πληθυσμού και της χώρας παραμένουν τα προαναφερθέντα.

Η στροφοκεφαλή συνοδεύεται συνήθως από επιφωνήματα και άλλες φράσεις θαυμασμού (κλασική έκφραση είναι το «πω πω τι μου 'κανες μάνα μου») καθώς και από άνοιγμα του στόματος και διαστολή των οφθαλμών.

Καθώς η στροφοκεφαλή είναι αντανακλαστική κίνηση, είναι και άμεσα δηλωτική του «συστήματος αξιών» του παρατηρητή και με προσεκτική παρατήρηση των στροφοκεφαλών κάποιου μπορούμε να εξάγουμε σχετικώς ασφαλή συμπεράσματα αναφορικά με τον χαρακτήρα του. Για παράδειγμα, άτομο το οποίο επιδίδεται συστηματικά σε στροφοκεφαλή άμα την παρουσία ΜηΣουΣβήσει Λάνσερ 1.4 με φτερά και πούπουλα είναι κάγκουρας. Άτομο το οποίο επιδίδεται συστηματικά σε στροφοκεφαλή άμα την παρουσία ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ θηλυκού είναι σαβουρογάμης. Κλπ. Κλπ. Κλπ.

Παράγωγος όρος είναι ο λεγόμενος Δείκτης Στροφοκεφαλής αυτοκινήτου, γκόμενας/-ου ή άλλου αντικειμένου. Ο δείκτης αυτός είναι ένα χαρακτηριστικό του αντικειμένου και αν δεν κάνω λάθος έχει εισαχθεί στις αναλύσεις αυτοκινήτων από τον Κώστα Καββαθά. Εννοείται ότι ο Δείκτης Στροφοκεφαλής είναι υποκειμενικός και οι τιμές του αλλάζουν ανάλογα με τον παρατηρητή. Εξαίρεση αποτελεί ο Δείκτης Στροφοκεφαλής της Άλφα Ρομέο 8C competizione οι οποίος είναι εξ ορισμού εκατονεξακόσια.

Ο Δείκτης Στροφοκεφαλής είναι σε τελική ανάλυση καθαρά οικονομικός όρος καθώς κατά κανόνα (γενικές αισθητικές αξίες) η τιμή του είναι ευθέως ανάλογη με την αξία του αντικειμένου (υψηλή τιμή αυτοκινήτου ή υψηλό κόστος απόκτησης και συντήρησης γκόμενας με μεγάλους Δείκτες Στροφοκεφαλής).

Προσοχή: η παρόμοια κίνηση που προκαλείται με σκοπό την αποδοκιμασία του αυτοκινήτου ή γκόμενας/-ου λόγω απαράδεκτης εμφάνισης ΔΕΝ θα πρέπει κανονικά να ονομάζεται στροφοκεφαλή.

Ο όρος κεφαλοστροφή πρέπει να θεωρείται συνώνυμο.

  1. - Πω πω ρε μαλάκα το είδες αυτό που πέρασε!
    - Αν το είδα λέει, πόνεσε ο σβέρκος μου από την στροφοκεφαλή.

  2. - Και τι λέει το περιοδικό για την καινούργια Άλφα;
    - Δείκτης στροφοκεφαλής στο μάξιμουμ λέει!

(από lifeingr, 25/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καμπαρετζού ή, επί το ορθότερο, κονσοματρίς. Ο όρος προέρχεται από το τσάι και οφείλεται στο γεγονός ότι οι κονσοματρίς έπιναν ως επί το πλείστον τσάι, το οποίο και έχει χρώμα παρόμοιο με το ουίσκι και άρα μπορούσε να καλυφθεί η απάτη. Επειδή βέβαια μερικές φορές ο πελάτης (κονσομίστας) δεν ήταν πάντα βλίτο, στα καλά μαγαζιά υπήρχε και μια υποψία ουίσκι στο τσάι. Πρέπει επίσης να πούμε ότι η αντικατάσταση του ουίσκι από τσάι δεν γινόταν μόνο για κερδοσκοπικούς λόγους. Πολλές φορές ήταν αδύνατο για τις καμπαρετζούδες να καταναλώνουν μπουκάλια ουίσκι κάθε βράδυ γιατί δεν άντεχαν, οπότε και εφευρέθη το τσάι!

Ο όρος μπορεί να χαρακτηριστεί ιστορικός, διότι σπανίως χρησιμοποιείται σήμερα. Έχει τις ρίζες του στα καμπαρέ της Τρούμπας τα οποία και εφάρμοσαν πρώτα την πατέντα τσάι-ουίσκι. Είμαι αυτήκοος μάρτυρας του όρου μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του 80, αλλά έχω όντως χρόνια να τον ακούσω.

Ο όρος απαντά και στον πληθυντικό αριθμό ως «τσαγούδες».

Μία ενδιαφέρουσα χρήση του όρου έχει να κάνει με την αναφορά του ως «παρατσούκλι» που συνοδεύει κύριο γυναικείο όνομα (Λίτσα ή τσαγού). Σε πολλές περιπτώσεις οι καμπαρετζούδες ήταν κορίτσια από χωριά ή μικρές συνοικίες πόλεων, οι οποίες δούλευαν την νύχτα κρυφά. Είχαν εφεύρει μια ιστορία ότι δουλεύουν πάντα νυχτερινή βάρδια σε βιοτεχνία για να δικαιολογήσουν τις ώρες εργασίας, αλλά «το χωρίο» υποτίθεται δεν ήξερε τίποτα. Κάποια στιγμή όμως κάποιος θα μάθαινε κάτι οπότε η κοπέλα αποκτούσε το παρατσούκλι «τσαγού».

Εκτός από προσωνυμία της καμπαρετζούς, ο όρος χρησιμοποιήθηκε αρκετά σε κλειστές κοινωνίες και για να χαρακτηρίσει γυναίκες οι οποίες δεν ήταν κατ' επάγγελμα ούτε καμπαρετζούδες ούτε πόρνες. Στην περίπτωση αυτή ο όρος χρησιμοποιήθηκε ως επί το πλείστον από άλλες γυναίκες, αναφερόμενες υποτιμητικά σε (συνήθως αρκετά όμορφες) γυναίκες, οι οποίες είχαν μια αίσθηση αυτοπεποίθησης και χαρακτηρίζονταν επίσης από υψηλό δείκτη στροφοκεφαλής στο αντρικό κοινό και ως εκ τούτου τις ζήλευαν οι άλλες.

  1. Πάλι στις τσαγούδες τα έφαγες τα λεφτά ρε φίλε!

  2. - Τι τρέχει ρε φιλενάδα με τη Μαρία και όλο νυχτερινή βάρδια δουλεύει;
    - Ποια Μαρία;
    - Η Μαρία του κυρ Βαγγέλη καλέ.
    - Αααααα, την Μαρία την τσαγού λες...

  3. - Αυτή η Νίκη ρε παιδί μου, έχει έναν αέρα, ένα τουπέ, μια ομορφιά. Όλοι οι άντρες αυτή κοιτάνε μόλις θα σκάσει μύτη.
    - Α ρε την τσαγού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εκσπερμάτωση, το χύσιμο, στην ορολογία των μπουρδελιάρηδων και των τσοντόβιων.

Υπάρχουν τουλάχιστον δύο εκδοχές για την προέλευση του όρου. Η πρώτη εκδοχή συνδέεται με τις ταινίες πορνό και τις σκηνές εκσπερμάτωσης οι οποίες έχουν πολλές φορές παραλληλιστεί (είτε από καλλιτεχνικά ψαγμένο σκηνοθέτη τσόντας είτε απλά στη φαντασία του θεατή) με άνοιγμα σαμπάνιας. Η εκσπερμάτωση λοιπόν αποκτά υπό τον όρο εκπωμάτωση αντίστοιχη δυναμική με το άνοιγμα σαμπάνιας και την εκτόξευση του άσπρου αφρού. Όπως γίνεται αντιληπτό μιλάμε για μία γκλαμουράτη εκδοχή του χυσίματος η οποία αποδίδεται με τον, μάλλον αδόκιμο για την γκλαμουριά της περιπτώσεως, τεχνικό όρο εκπωμάτωση.

Η δεύτερη εκδοχή συνδέεται με την φυσιολογία της εκσπερμάτωσης. Όπως αναφέρει και το σάιτ της ιατρικής σχολής του ΑΠΘ (εδώ)) «Η εκσπερμάτωση περιλαμβάνει δύο φάσεις - την προώθηση και την εξώθηση. Η πρώτη φάση αναφέρεται στη συλλογή του σπερματικού υγρού στη βάση του πέους και δεν συνοδεύεται από κάποια έντονη αίσθηση, παρά μόνο, ίσως, από την αίσθηση του επερχόμενου οργασμού. Η δεύτερη φάση απαιτεί τη σύσπαση των μυών, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την εκσπερμάτωση, και συνδέεται με την μεγάλη ηδονή που συνοδεύει τον οργασμό» (αφού το διάβασα αυτό κατάλαβα γιατί μ’ αρέσει όταν χύνω). Αυτή η σύσπαση των μυών λοιπόν παρομοιάζεται με την απελευθέρωση του φελλού κατά την διάρκεια ανοίγματος φιάλης και έτσι έχουμε την προέλευση του όρου εκπωμάτωση.

Και στις δύο εκδοχές είναι βέβαιο ότι ο όρος εκπωμάτωση συνδέεται με την συσσωρευμένη αγωνία και προσδοκία για χύσιμο και την επακόλουθη χαλάρωση.

Σύμφωνα με μία τρίτη αδόκιμη εκδοχή η προέλευση του όρου οφείλεται καθαρά στην ακουστική ομοιότητα των δύο λέξεων.

Το Ζάκκειο εκπωμάτωσις είναι επίσης γνωστό.

  1. - Τσοντάδικο ή αίθουσα ΚΨΜ, στο υπόβαθρο ακούγονται ήχοι σεξουαλικής επαφής οι οποίοι καταλήγουν σε ένα μακρόσυρτο «χύνννννωωωωωω!»
    Στην αίθουσα ακούγεται: «Εκπωμάτωσις! Πλοπ!»

  2. - Πριν πέρασα από το 18 (το διπλανό μαγαζάκι) οπου ηταν μία εντελώς αίσχος η Νάταλι, (η πίπα της ήταν η αποθέωση, θα έλεγα οτι δεν ακούμπαγε καν τον πούτσο, δεν κατάλαβα πως το έκανε) τέλος παντων, μετά από ελάχιστο σπρώξιμο σταμάτησα (πριν την εκπωμάτωση ευτυχώς), να βρώ καμμιά πιο αξιοπρεπή κοπέλλα........... (από εδώ)

Πρώτη εκδοχή! (από lifeingr, 06/08/10)Δεύτερη εκδοχή (από lifeingr, 06/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Κυριολεκτικά είναι «η πίτα της κυρίας» (τούρκικο). Συνήθως το χανούμ μπουρέκ αναφέρεται σε ένα είδος ατομικού γαλακτομπούρεκου, αλλά πολλές φορές ονομάζονται ως χανούμ μπουρέκ διάφορα φαγητά (είναι γεγονός ότι επικρατεί μεγάλη σύγχυση για το ποιο φαγητό ή γλυκό είναι το χανούμ μπουρέκ και θα μπορούσα να απλώσω σεντόνι αλλά θα κατηγορηθώ ότι δεν είναι σλάνγκ).

  2. Ως χαρακτηρισμός είναι η παχιά και αφράτη γυναίκα συνήθως κοντού αναστήματος και με ιδιαίτερα μεγάλη περιφέρεια. Ο χαρακτηρισμός αυτός υπονοεί ότι το χανούμ μπουρέκ είναι ένα είδος γαλακτομπούρεκου και ως εκ τούτου η γυναίκα χανούμ μπουρέκ είναι παχιά και αφράτη όπως η κρέμα του γαλακτομπούρεκου. Το χανούμ μπουρέκ με αυτή την έννοια δεν χρησιμοποιείται υποτιμητικά αλλά χρησιμοποιείται από άντρες που τους αρέσουν οι γυναίκες με πολύ μεγάλες περιφέρειες για να εκφράσουν θαυμασμό. Πρέπει να αναφερθεί ότι η γυναίκα χανούμ μπουρέκ ΔΕΝ είναι η νταρντάνα ανδρογυναίκα αλλά η, κατά αυτούς που τους αρέσει, ερωτική χοντρούλα.

  3. Μερικές φορές χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει συλλήβδην γυναίκες από την Μέση Ανατολή.

  4. Ο όρος αναφέρεται επίσης και σε τραγούδια ανατολίτικης προέλευσης, συνήθως τσιφτετελοειδούς ρυθμού.

  1. Πήγα χθες στον Χατζή και πήρα ένα χανούμ μπουρέκ, μόλις το είχε σιροπιάσει! Ναρκωτικό σκέτο σου λέω!

  2. - Κοίτα η Μαιρούλα κούνημα, σαν κρέμα τρίζει το κωλομέρι της! - Άστα, χανούμ μπουρέκ είναι η Μαιρούλα. Να τη βάλεις κάτω, να χωθείς μέσα στα βυζιά της και τα κωλομέρια της και να χαθείς μες στον παράδεισο!

  3. ...Τελικά το αποφάσισα, είμαι ανατολίτισσα χανούμ μπουρέκ κι ας με πέταξε η μοίρα μου στα ανατολικά παράλια του Ατλαντικού... (απόεδώ).

  4. Ένα από τα προβλήματα που έχω με την Ελλάδα είναι αυτή η μόνιμη αλλοιθώρια στην ανατολά. Τα χανούμ μπουρέκ κωλοτράγουδα, τα ντέφια και οι λαϊκούρες που τις χαίρεται ο Αμπντούλ στην Βαγδάτη και την Δαμασκό... (από εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσποιητός βήχας που γίνεται εν ήδη ηχητικού εφέ με σκοπό την κάλυψη ήχου κλανιάς. Η επιτυχία του εφέ εξαρτάται από τα παρακάτω:

α. την απόσταση του κλανοβήχτη (θύτη) από τον-ους κοντινότερο-ους παρατηρητή-ες (θύμα-τα),
β. την γωνία πρόπτωσης του ηχητικού κύματος στο αυτί του θύματος,
γ. την μυρωδιά της κλανιάς,
δ. την ένταση του ήχου της κλανιάς,
ε. την χροιά και ένταση του βήχα,
στ. την χροιά και ένταση του υπολοίπου ηχητικού περιβάλλοντος.

Και εξηγώ.

α. Σε περίπτωση που το θύμα βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των 42 εκ. από το θύτη το ηχητικό εφέ έχει πολλές πιθανότητες αποτυχίας εκτός και αν τα β-στ βρίσκονται στο βέλτιστο για τον θύτη.
β. Η γωνία πρόπτωσης είναι σημαντική μεταβλητή καθώς επηρεάζει την ένταση του ηχητικού κύματος. Γενικά η ορθή γωνία είναι μη επιθυμητή.
γ. Σε περίπτωση που η κλανιά ανήκει στις κατηγορίες Θου-Βου ή τζούφιας (βλέπε σχετικό λήμμα) ακόμα και ένα επιτυχημένο ηχητικό εφέ ακυρώνεται.
δ. Προφανής σχέση. Λεβεντόπορδοι, κρότου-λάμψης και σωβρακοξεσκίστρες καλύπτονται πολύ δύσκολα και μόνο ίσως με την προσομοίωση βήχα κοκκύτη ή άλλης βαριάς πνευμονοπάθειας. ε. Ίσως η σημαντικότερη μεταβλητή. Σκοπός του θύτη είναι με τον βήχα να δημιουργήσει συχνότητες ηχητικών κυμάτων τα οποία είναι συμπληρωματικά του ήχου της κλανιάς αλλά μεγαλύτερης έντασης και ως εκ τούτου το παραγόμενο ηχητικό αποτέλεσμα να φέρει περισσότερο προς βήχα.
στ. Και εδώ η σχέση είναι προφανής. Ο κλανόβηχας έχει μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας σε περιβάλλοντα με πολύ κόσμο και αρκετό θόρυβο (αν το γ δεν είναι θανατηφόρο φυσικά).

Ο κλανόβηχας εξασκείται κυρίως σε περιπτώσεις τρυφερού τετ-α-τετ, επαγγελματικής συνάντησης, και συναφών κοινωνικών εκδηλώσεων και όπως γίνεται αντιληπτό υπάρχουν πολλοί συνδυασμοί αποτυχίας και ανάλογοι επιτυχίας του ηχητικού αυτού εφέ.

Ο όρος πορδόβηχας πρέπει να θεωρείται συνώνυμο (και αυτή τη φορά δεν βάζω άλλο λήμμα γιατί θα με μαυρίσετε, όπως βλέπετε μαθαίνω).

Το κλανόγελο είναι συναφής όρος αλλά όχι συνώνυμο.

Αποτυχία ο κλανόβηχας ρε μαλάκα, σε πήραμε χαμπάρι έχει βρομίσει ο τόπος!

(από costasl, 30/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(I don't speak Great Britain)

Η έκφραση έχει προέλθει από τα εις την Μεγάλην Βρετανίαν εκπαιδευόμενα των Ελλήνων τέκνα. Xρησιμοποιήθηκε από τα εν λόγω τέκνα όταν δεν ήθελαν να εμπλακούν σε συζήτηση με ιθαγενή της φιλοξενούσας χώρας η οποία συζήτηση γνώριζαν ότι δεν θα είχε αίσιο τέλος για τον εαυτό τους. Εικάζεται ότι η πρώτη χρήση της φράσης έγινε από φοιτητή ο οποίος δέχθηκε στο σπίτι του επίσκεψη αστυνομικού που ήθελε να εξετάσει αν ο εν λόγω φοιτητής είχε νόμιμη συνδρομή στην καλωδιακή τηλεόραση. Και εξηγώ:

Στην Γηραιά Αλβιώνα το σύνολο των τηλεοπτικών καναλιών παρέχεται μέσω καλωδιακής σύνδεσης (με ορισμένα κανάλια να έχουν ελεύθερο σήμα και άλλα κωδικοποιημένο). Η συνδρομή στο βασικό πακέτο της καλωδιακής γίνεται με την αγορά τηλεοπτικού δέκτη. Σε περίπτωση δε που έχεις ήδη τηλεοπτικό δέκτη πρέπει να δηλώσεις ότι έχεις τηλεόραση για να πληρώσεις την βασική συνδρομή. Οι Ελληνάρες φοιτητές όμως θεώρησαν ότι, εφόσον τα βασικά κανάλια παρέχονται με ελεύθερο σήμα, δεν υπάρχει λόγος να δηλώσουν τις τηλεοράσεις τους και άρα να πληρώσουν συνδρομή. Έλα όμως που κάπου την πιάσανε την ιστορία οι Άγγλοι και βγήκαν στην παγανιά με ραδιογωνιόμετρα (ναι όπως κάνανε οι ναζί στην Κατοχή για να βρουν τα ραδιόφωνα). Μια μέρα λοιπόν, κατά την έρευνά τους σταματήσαν μπροστά από το σπίτι ενός Έλληνα φοιτητή, καθώς είχαν σήμα ότι μέσα υπήρχε τηλεόραση και ήθελαν να ελέγξουν το νόμιμο της υπόθεσης. Όταν βγήκε στην πόρτα ο Ελληνάρας, οι Άγγλοι του είπαν κάτι στο «Good morning sir, we would like to ask you some questions about your TV set». Ο υποψιασμένος Ελληνάρας, αφού τους κοίταξε για μερικά δευτερόλεπτα με αποχαυνωμένο βλέμμα, απάντησε με εξωφρενική προφορά “Aι ντοντ σπικ γκρειτ μπριταν”. Η εξέλιξη της υπόθεσης ανήκει στο μύθο. Κατά μία άποψη οι Άγγλοι αστυνομικοί τον ευχαρίστησαν και φύγανε, κατά μία άλλη τον μπουζουριάσανε.

Από τότε, λέμε τώρα, η έκφραση άρχισε να χρησιμοποιείται από άλλους Έλληνες φοιτητές για παρόμοιες καταστάσεις στην Αγγλία. Έγινε όμως και εισαγωγή της το επόμενο καλοκαίρι στη Ελλάδα και άρχισε να χρησιμοποιείται με σλανγκ χαρακτήρα σε περιπτώσεις που, ενώ γνωρίζουμε ένα θέμα και έχουμε πληροφορίες, δεν θέλουμε να μιλήσουμε για το θέμα αυτό.

Η χρήση της φράσης μπορεί να υποδηλώνει:

α. είτε την πραγματική άρνησή μας να μιλήσουμε για ένα θέμα που γνωρίζουμε, γιατί δεν μας συμφέρει να μιλήσουμε (ή λόγω όρκου εμπιστευτικότητας που έχουμε δώσει σε άλλον), βλέπε Παράδειγμα 1
β. την επιθυμίας μας να λάβουμε αντάλλαγμα για τις πληροφορίες που θα δώσουμε σε περίπτωση που θα σπάσουμε τον όρκο σιωπής (ρουφιανόβγαλμα), βλέπε Παράδειγμα 2.

Η διαφοροποίηση μεταξύ περίπτωσης α και β, δέον να γίνεται, δε, με την χρήση διαφορετικής προφοράς κατά την εκφώνηση της έκφρασης. Στην περίπτωση α προσπαθούμε να χρησιμοποιήσουμε πραγματική Οξφορδιανή προφορά, ενώ στην περίπτωση β την πιο βαριά Ελληνική προφορά των Αγγλικών που μπορούμε να έχουμε.

  1. - Τι γίνεται τελικά με την θέση του Προέδρου; Ποίος θα την πάρει τώρα που φεύγει ο δεινόσαυρος;
    - I don't speak Great Britain
    - Κατάλαβα, ξέρεις αλλά δεν θέλεις να πεις.

  2. - Τι έγινε ρε Γιάννη χθες; Ο Τάκης έπιασε λέει την Μαρία στα πράσα. Τι ξέρεις;
    - Αι ντοντ σπικ γκρειτ μπριταν καλή μου Λίλιαν.
    - Κατάλαβα, τι θες για να πεις;
    - Ένα τσιμπουκάκι ίσως;
    - Άει χάσου ρε σεξοπορνοδιεστράμμενε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σλανγκολισμός, επίσης γνωστός ως σλανγκεξάρτηση ή σλανγκο-εξάρτηση, είναι μια παθολογική εθιστική διαταραχή. Χαρακτηρίζεται από την καταναγκαστική και ανεξέλεγκτη κατανάλωση υπερβολικού χρόνου στο σλάνγκ.τζιάρ παρά τις αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία, τις σχέσεις, και τέλος την κοινωνική θέση του σλανγκολικού. (Ως υπερβολικός χρόνος ορίζεται το διάστημα άνω των 8 ωρών συνεχούς ενασχόλησης με το σλάνγκ.τζιάρ). Όπως και άλλες εξαρτήσεις ο σλανγκολισμός χαρακτηρίζεται ιατρικώς ως θεραπεύσιμη ασθένεια.

Να αναφέρω εκ προοιμίου ότι ο όρος συνδέεται άμεσα και με τον σλανγκοπαθή την σλανγκοπάθεια και την σλανγκοφρένεια τα οποία αναφέρονται στο πολύ εμπεριστατωμένο λήμμα του Vrastaman. Θεωρώ όμως ότι καθώς είναι δυνατόν να υπάρχουν διάφορες παθήσεις σχετιζόμενες με το σλάνγκ.τζιαρ καλό θα είναι να υπάρχει και ο όρος σλανγκολισμός ως αυτόνομο λήμμα.

Ο όρος σλανγκολισμός πάντως αναφέρθηκε για πρώτη φορά το εθνοσωτήριον έτος 2010 από τον συντάκτη του λήμματος μετά από 16 ώρες συνεχούς ενασχόλησης με το σλανγκ.τζιαρ σε μία σέσιον. (Αποποίηση Ευθύνης: ο συντάκτης δεν ευθύνεται για αναφορά του όρου πέραν του γούγλε γούγλε σύμπαντος. Κατή την δε ημέρα δημοσίευσης του όρου ο συντάκτης προέβη σε γούγλε γούγλε το αποτέλεσμα του οποίου δίνεται στο μύδι νούμερο 1).

Ετυμολογία. Εκ του σλανγκ και αλκοολισμός.

Τυπολογία ασθενών.

  • Παθητικός σλανγκολικός: Αρέσκεται κυρίως στην ανάγνωση λημμάτων τα οποία αργότερα και θέλει υποχρεωτικά να τα μάθει το σύνολο του κοινωνικού του περίγυρου.
  • Ενεργητικός σλανγκολικός: Ακατάπαυστη συγγραφή νέων λημμάτων. Υπο-τύπος είναι ο επιδειξίας ενεργητικός σλανγκολικός ο οποίος και θέλει να κάνει γνωστό ανά την οικουμένη ότι γράφει στο σλανγκ.τζιαρ και αρχίζει την ακατάπαυστη επίσης αποστολή μέιλς του στυλ “Βρήκα ένα σάιτ φοβερό: γουγουγου..κλπ και παρεπίπταμπλυ δες και τον ορισμό .........”. Ερωτοτροπεί με το σπάμινγκ όπως γίνεται αντιληπτό.
  • Σπαστικός σλανγκολικός: Αρέσκεται κυρίως στην βαθμολόγηση λημμάτων και εισαγωγή ασχέτων σχολίων
  • Μισθοφόρος σλανγκολικός: Επιδίδεται ακατάπαυστα σε μπαγαποντοδοσία
  • Ψυχαναγκαστικός σλανγκολικός: Από τις δυσκολότερες περιπτώσεις. Αυτό το είδος ασθενούς είναι ο ενεργητικός σλανγκολικός που περνά το 98% του χρόνου του στον να ελέγχει αν τα λήμματα του έχουν βαθμολογηθεί υψηλά και επίσης τριπάρεται άγρια όταν ανακαλύπτει υψηλές βαθμολογίες σε λήμματα τα οποία κατά την κρίση του είναι χαμηλής πχοιότητας. Προβληματικό είναι ότι στον τύπο αυτό ο ασθενής όχι απλά δεν έχει επίγνωση της κατάστασής του αλλά νομίζει ότι έχει περάσει σε άλλη σφαίρα. Στην πραγματική του ζωή δέον να ήταν νευρικούλιακας.

    Συνδυασμοί των ανωτέρω είναι δυνατοί.

Επιπτώσεις.
Παρόμοιες με αυτές που περιγράφονται στην Βίκυ σχετικά με την εξάρτηση από το ίντερνετ και ΕΠΙΠΛΕΟΝ:

  • Πόνοι στα χέρια από την άρση βαρών του λεξικού Μπαμπινιώτη για τον έλεγχο λεξικογραφημένων όρων.
  • Μπουρδοσυλλαβισμός ακατάληπτων όρων στην προσπάθεια εύρεσης νέων λημμάτων. Σε προχωρημένες μορφές σλανγκολισμού ο μπουρδοσυλλαβισμός γίνεται μεγαλόφωνα ενώ σε ήπιες καταστάσεις γίνεται μόνο νοητικά.

Παθολογία.
Το κυριότερο αποτέλεσμα ανεξέλεγκτης χρήσης του σλανγκ.τζιαρ είναι η αύξηση της διέγερσης του υποδοχέα CNR1 στο κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ) του ασθενούς. Εικάζεται ότι η επίδραση στον άνω υποδοχέα διαφέρει με βάση το φύλλο, την ηλικία, την συχνότητα σεξουαλικών επαφών και άλλους παράγοντες αλλά η εμπεριστατωμένη αποδοχή ταύτης τοιούτης επιδράσεως απαιτεί περαιτέρω κλινικάς έρευνας.

Διαχείριση – Θεραπεία.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων ο σλανγκολισμός παρέρχεται με την πάροδο του χρόνου. Σε περίπτωση που ο σλαγκονισμός επιμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα θα πρέπει να θεωρείται δευτερογενής αντίδραση και σύμπτωμα άλλης διαταραχής. Σε κάθε περίπτωση η παρακάτω μέθοδος δέον να βοηθήσει την απεξάρτηση:

  • Εύρεση νέας -ου (ή επιπλέον) γκόμενας -ου . Όταν ο ασθενής βρίσκεται στο μέγιστο στάδιο εξάρτησης εννοείται ότι η γκόμενα -ος πρέπει να είναι βεληνεκούς Λίλιαν ή θεού (παίδες γιατί δεν έχουμε αρσενικό ανάλογο της Λίλιαν;) και η/ο οποία -ος θα ψάξει, θα βρει και θα την πέσει στον ασθενή χωρίς ο δεύτερος να χρειάζεται να κάνει ιδιαίτερη προσπάθεια.

Για να βάλουμε ένα τέλος, because we have a life for God's shaker! Λόγω της ανάγκης για πιο επισταμένη μελέτη της παθήσεως ο συντάκτης του λήμματος δεσμεύεται, λέμε τώρα, να ανανεώσει τον ορισμό μετά από την παρέλευση χρονικού διαστήματος ικανού για την συλλογή νέων κλινικών και κλιματολογικών ερευνών. Για τον λόγο αυτό παρακαλούνται θερμώς όλοι οι κάτοχοι πληροφοριών, ιδεών, μελετών, διπλωμάτων, παπλωμάτων, ακινήτων κλπ περί τον σλανγκολισμό να μοιρασθούν τα ανωτέρω είτε με σχολιασμό του λήμματος είτε με την αποστολή μηνύματος στον συντάκτη. Εντάξει γιατρέ μου;

Παραδείγματα;
Σηκωθείτε να πάτε να δείτε την μούρη σας στον καθρέφτη ρεμάλια!

(από lifeingr, 01/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δείξει το αποτέλεσμα κακομεταχείρισης, κυρίως ψυχολογικής, προς κάποιο πρόσωπο. Χρησιμοποιώντας αυτή την έκφραση θέλουμε να δείξουμε ότι ο παθών είναι σε αθλία κατάσταση και δεν μπορεί πλέον να χρησιμεύσει σε τίποτα και το μόνο που μπορούμε να τον κάνουμε είναι να τον ρίξουμε στα λιοντάρια. Ουσιαστικά είναι το επόμενο στάδιο από την Π.Ε.Ε./B.L.R. κατάσταση και ταυτόσημο με την «ανήκεστο βλάβη».

Σπανίως η έκφραση χρησιμοποιείται και με ουδέτερο, για να δείξει αποτέλεσμα κακομεταχείρισης προς κάποιο αντικείμενο.

Εικάζω ότι η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δείξει και το αποτέλεσμα σωματικής βίας.

Λαογραφία:

Χρησιμοποιείται τα μάλα (κυρίως σε χωριά) σε περιπτώσεις που οι κουτσομπόληδες θέλουν να «πετάξουν φαρμάκι» για το πώς έχει καταντήσει κάποια/-ος μέσα σε μια σχέση/γάμο.

Η χρήση της φράσης συνδέθηκε επίσης και με το ξεπαρθένεμα των κοριτσιών πριν το γάμο. Κοπέλα που ξεπαρθενεύτηκε πριν το γάμο = για τα λιοντάρια. Και αναφέρω εδώ ένα αμίμητο περιστατικό που μου έχει διηγηθεί ένας παλιός συμβολαιογράφος. Προς το τέλος της δεκαετίας του 60 μία από τις βασικές δουλειές του συμβολαιογράφου ήταν η σύνταξη προικοσυμφώνων*****. Εννοείται ότι το θέμα έφτανε στον συμβολαιογράφο όταν είχαν συμφωνήσει οι δύο πλευρές. Έλα όμως που κάποιοι τύποι έκαναν εκβιασμούς της τελευταίας στιγμής μέσα στο συμβολαιογραφείο.

Σε μία τέτοια περίπτωση λοιπόν και ενώ ο μέλλον γαμπρός απαιτούσε ακόμα ένα χωραφάκι, ο πατέρας της νύφης ήταν ανένδοτος. Λέει στον γαμπρό λοιπόν «Αν την θες, αν δεν την θες έχει και αλλού πορτοκαλιές». Του απαντά τότε ο μέλλον γαμπρός «Αν και η σχέση με την θυγατέρα σου έχει φτάσει στο τελικό στάδιο, να την πάρεις πίσω τότε αν δεν συμφωνείς, δεν την θέλω». Το έπιασε το υπονοούμενο ο πατέρας και αγανακτισμένος ούρλιαξε «Εμ την γυρνάς ένα χρόνο τώρα, εμ την έκανες για τα λιοντάρια, εμ δεν την θές; Θα σε σκοτώσω κακούργε!» (Δεν τον σκότωσε).

Πέραν του ξεπαρθενέματος η έκφραση χρησιμοποιείται και με άντρα ως αντικείμενο όταν οι φαρμακόγλωσσοι θέλουν να πούνε για κάποιον ότι η γυναίκα του (γκόμενά του) τον τρέχει και τον σέρνει από τη μύτη.


***** Για τους πολύ νέους: Το προικοσύμφωνο ήταν συμβόλαιο που γινόταν μεταξύ του γαμπρού και των γονέων της νύφης και που περιείχε κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων που δίνονταν ως προίκα. Καταργήθηκε με την Αλλαγή τ' Αντρέα αν και κατάλοιπό του είναι το λεγόμενο προγαμιαίο σύμφωνο ή συμβόλαιο το οποίο δεν γνωρίζω αν έχει υπόσταση στο Ελληνικό δίκαιο αλλά έχει σίγουρα στο Ευρωπαϊκό.

  1. — Τελικά δεν φαίνεται να περνάει καλά η Νίκη στο γάμο της.
    — Ναι μωρέ η καημένη, την έκανε για τα λιοντάρια αυτός ο ανεπρόκοπος.

  2. Ρε φίλε, είδες πως κατάντησε έτσι ο Μήτσος από τότε που βγαίνει με αυτή τη σκρόφα;
    — Άσε ρε για τα λιοντάρια τον έκανε τον άνθρωπο, και ήταν και μία χαρά παιδί πριν την γνωρίσει.

  3. Μιλάμε του έριξε τόσο ξύλο που τον έκανε για τα λιοντάρια.

  4. Καλά ρε μαλάκα πως το κατάντησες έτσι το λαπιτόπι σου; Για τα λιοντάρια το έκανες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται κυρίως σε πονήματα ερωτικής λογοτεχνίας, κλασικής αλλά και αγοραίας, για: το γυναικείο στήθος, το αιδοίο, τον κώλο και στα δύο φύλα.

Στην πρώτη περίπτωση η αναφορά έχει να κάνει με το μέγεθος του στήθους (όταν άρχισε να χρησιμοποιείται ο όρος τα ροδάκινα ήταν ροδάκινα και όχι αυτά τα γενετικώς τροποποιημένα φρούτα σε μέγεθος καρπουζιού που σήμερα ονομάζονται ροδάκινα) και την σφριγηλότητα της επιδερμίδας.

Στην δεύτερη περίπτωση η αναφορά συνδέεται με τρία χαρακτηριστικά: υφή, σχήμα και χρώμα. Αναλυτικά: το άτριχο ή ελαφρώς χνουδωτό της επιδερμίδας, την γραμμή που σχηματίζουν τα εξωτερικά χείλη του σε ορισμένα αιδοία και το χρώμα της επιδερμίδας. Για να χαρακτηρισθεί ένα αιδοίο ως ροδακινάκι πρέπει να πληροί και τα τρία χαρακτηριστικά. Να είναι αφενός ξυρισμένο και αφετέρου τα εξωτερικά του χείλη να σχηματίζουν μία αβαθή γραμμή που να θυμίζει ροδάκινο. Εννοείται ότι δύσκολα θα χαρακτηρισθεί ως ροδακινάκι αιδοίο “μαύρης γαζέλας” ακόμα και αν πληροί τα ανωτέρω δύο χαρακτηριστικά.

Σε ότι αφορά το χαρακτηρισμού κώλου η χρήση του όρου είναι μάλλον αδόκιμη και στις περιπτώσεις περιγραφής ανδρικού κώλου γίνεται κυρίως για ομοφυλόφιλους.

Έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον σε μεταφράσεις Άρλεκιν ιστοριών soft core αλλά και μεταφράσεις Bukowski και Burroughs.

  1. Ως χαϊδευτικό το ροδακινάκι χρησιμοποιείται και για την προσφώνηση αγαπημένου προσώπου με ή χωρίς σεξουαλική αναφορά.

Ενίοτε δε και ως υποκοριστικό ερωτόλογο, το οποίο μας προέκυψε από τότε που νομίσαμε ότι οι Γάλλοι χρησιμοποιούν λέξεις φρουτολαχανικών για να εκφράσουν ναζιάρικα τον έρωτά τους (mon petit chou) και αποφασίσαμε να τους μιμηθούμε αλλά το λαχανάκι μας πήγαινε πολύ και βρήκαμε το ροδακινάκι. Στην πραγματικότητα βέβαια το αυθεντικά Γαλλικό “petit chou” αναφέρεται σε μικρό γλύκισμα. Σε κάθε περίπτωση βέβαια το ροδακινάκι είναι αρκετά τρυφερό ερωτόλογο νομίζω.

  1. - ...η Μαρία ήταν μελαχρινή με άσπρη επιδερμίδα και ένα στήθος μικρό ροδακινάκι... (από εδώ)

- Αχ … τρελός είσαι Τσάρλι.
- Ναι τρελός από έρωτα Νέλυ δεν το καταλαβαίνεις;» και με μία κίνηση έβαλε το χέρι του στο ροδακινάκι της Νέλυ.
- ΑΑΧ αχ τι κάνεις εκεί διάολε: Τι κάνεις;
- Θέλω να πάρω τους χυμούς σου Νέλυ.
(από εδώ)

-... Ο κωλαράκος μου είναι άτριχος και η υποψία χνουδιού τον κάνει να φαίνεται σαν λαχταριστό ροδακινάκι... (από εδώ)

- Χυδαίος, πρόστυχος, βρώμικος: ότι και να πει κάποιος για αυτό το αριστούργημα του Burroughs δεν θα μπορέσει να συλλάβει τις πραγματικές διαστάσεις αυτού του μυθιστορήματος. Άγριο σεξ με αγόρια με “νόστιμο κωλαράκι ωσάν ροδακινάκι”, μια αρσενική πουτάνα που πηδάει εκείνο τον πατριώτη και σκέφτεται “επιτέλους, να και μια τεκνατζού σωστή” μας δίνουνε μια ιδέα για την ηθελημένη προκλητικότητα αλλά και ερεθιστική συνάμα πραγματικότητα του συγγραφέα (από εισαγωγή στο βιβλίο του Burroughs “Γυμνό Γεύμα”)

  1. - ...ήταν γράμματα από τον πρώτο καιρό της γνωριμίας τους και αλληλογραφία με τους συγγενείς,
    πάντα ο πατέρας μου ξεκινούσε με τη λέξη «ροδακινάκι μου»... εδώ)

- Έλα βρε ροδακινάκι μου, έλα να κάνουμε αγκαλίτσες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified