Ο σαλεμένος, ο αλαφροΐσκιωτος, ο χαζεμένος, ο τρελός.

Λατρεμένη σούρδικη λέξη, που προφέρεται με τόνο σαρκασμού και άκρατης ειρωνικής διάθεσης.

- Σιγά μην άφηνα τη Σούλα μόνη της στο σπίτι! Αυτή είναι σαλή, μέχρι να επέστρεφα θα ήταν ικανή να το κάψει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν και δεν είναι αποκλειστικά ελληνική έκφραση, αλλά μάλλον διεθνής, η χρήση της έχει κατακλύσει τα κοινωνικά δίκτυα και αναφέρεται και από Έλληνες χρήστες. Η φράση χρησιμοποιείται με σαρκαστική διάθεση εναντίον οποιουδήποτε εκφράζει κάποια ξεπερασμένη ή παλιακιά άποψη. Η ελληνική απόδοση της έκφρασης βρίσκεται κάπου μεταξύ του "δε μας χέζεις ρε μπάρμπα" και του "ρε μπάρμπα, βγάλε το σκασμό επιτέλους, πήξαμε στη μαλακία".

Boomers είναι στην πραγματικότητα η γενιά των ανθρωπων οι οποίοι γεννήθηκαν κατά τα έτη 1946-1964, δηλαδή η γενιά που στην Ελλάδα μέχρι πρότινος, αναφέραμε ως "γενιά του Πολυτεχνείου". Συγκεκριμένα, μετά τον Β' Π.Π. οι άνθρωποι ξεπατώθηκαν να καβαλιούνται, με αποτέλεσμα μια ταχεία παγκόσμια αύξηση των γεννήσεων (έγινε "μπουμ") εκείνη την περίοδο. Οι μπούμερς είναι η γενιά η οποία εδραίωσε με τις πράξεις της τον καπιταλισμό και κατέστρεψε μια για πάντα την περιβαλλοντική ισορροπία του πλανήτη, ενώ ταυτόχρονα χέστηκε στα γκαφρά.

Παιδιά των μπούμερς είναι οι millenials (μιλλένιαλς), άνεργοι και αποτυχημένοι (σύγχρονοι) τριαντάρηδες, των οποίων η ζωή καταδικάστηκε για πάντα στη λήθη από τις επιλογές των γονιών της, δηλαδή των μπούμερς (μπαμπά σ'αγαπώ κι ας τό'ριξες πασοκ, αχ). Οι μπούμερς για πολύ καιρό κορόϊδευαν και υποτιμούσαν τους μιλλένιαλς, κατακρίνοντάς τους μεταξύ άλλων και για "υπερευαισθησία", αν και στην πραγματικότητα, τα δεδομένα που παρέδωσαν στους μιλλένιαλς και που οι τελευταίοι κλήθηκαν να διαχειριστούν, ήταν τραγικά (επαγγελματικά, οικονομικά και κοινωνικά).

Οι μπούμερς, ως άλλοι θείοι που κάθονται με τη νεολαία, υποτίμησαν τις επόμενες γενιές, πράγμα που τελικά τους γύρισε μπούμερανγκ: όταν αναγνωρίστηκαν οι συνθήκες που οδήγησαν την ανθρωπότητα στο χείλος της ανυπάρξιας (πάνω στο οποίο ακόμη παραπέουμε), οι μπούμερς κρίθηκαν ως οι απόλυτα ένοχοι. Και πλέον ο παλιός καλός καιρός, αναγνωρίστηκε ως μούφα. Και πια οι μπούμερς έγιναν αντικείμενο χλευασμού και ειρωνίας.

Κλείνοντας να σημειώσω ότι: (α) η φράση έχει κατηγορηθεί από τους ίδιους τους μπούμερς ως ρατσιστική ηλικιακά -ageist, αγγλιστί (μαλιστα, οκ μπούμερ) και (β) η φράση, λανθασμένα, χρησιμοποιείται και εναντίον ανθρώπων μικρότερης ηλικίας, κυρίως από πιτσιρίκια εναντίον των Generation X (οι νεολαίοι των 90ς).

Επίσης, για να λέμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη, δεν τα κάνανε όλα λάθος οι δόλιοι. Στη γενιά αυτή οφείλεται το civil rights movement, το stonewall, το τρίτο φεμινιστικό κίνημα, το πασοκ... Ουπς, λάθος το τελεύταιο!!

Παράδειγμα:

-Κοίτα εκεί κατάσταση! Είναι πράγματα αυτά, νέα κοπέλα με τατουαζ και σκουλαρίκια στη γλώσσα; -Οκ μπούμερ.

-Το να υποτιμάς την άποψη κάποιου λόγω της ηλικίας του, είναι ρατσιστικο. -Οκ, μπούμερ.

Got a better definition? Add it!

Published

Μάλλον καταθλιπτικό λήμμα, αλλά τείνει να πάρει διαστάσεις κανονικής λέξης και όχι απλής slang. Πρόκειται για χαρακτηρισμό των συμβασιούχων εργαζομένων, οι οποίοι σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα «Παυλόπουλου» (Π.Δ. 164/2004), μετά το πέρας 24 συνολικά μηνών εργασιακών τους συμβάσεων υπό ενός φορέα, δεν έχουν το δικαίωμα να ξανασυνάψουν σύμβαση εργασίας υπό αυτόν τον φορέα ποτέ ξανά στη ζωή τους.

Μερικά επαγγέλματα δεν επηρεάζονταιι τόσο, όπως π.χ. οι γεωπόνοι, οι οποίοι μετά το πέρας των 24 μηνών μπορούν να ανοίξουν δικό τους γραφείο.

Άλλα, επηρεάζονται λιγότερο από αυτό το διάταγμα, π.χ. οι δασονόμοι, οι οποίοι μετά το πέρας της διετούς τους εργασίας υπό τη δασική υπηρεσία ενός νομού μπορούν να συνάψουν σύμβαση μόνο με δασική υπηρεσία κάποιου άλλου νομου -με την οποία φυσικά δεν έχουν συμπληρώσει 2 χρόνια σύμβασης κατά το παρελθόν και βέβαια, ο χρόνος εργασίας τους εκεί, δε θα ξεπερνάει αυτό το πλαφόν χρονικό διάστημα.

Τέλος, υπάρχουν άλλα επαγγέλματα που παρέλυσαν με αυτό το διάταγμα, όπως αυτά του Υπουργείου Πολιτισμού, αφού οι συμβασιούχοι εκεί αναγνωρίζονται ως εργαζόμενοι ενός και μόνο φορέα: του αυτού υπουργείου. Ως αποτέλεσμα, μετά το πέρας των 24 μηνών, οι συμβασιούχοι του Υπουργείου Πολιτισμού δεν έχουν δικαίωμα ουδέποτε να συνάψουν σύμβαση δημοσίου δικαίου και άρα να ξαναεργαστούν στον τομέα τους (για όσους απορούν γιατί πέρυσι έκλεισε η Ακρόπολη από απεργούς).

Οι 24μηνίτες είναι μια από τις πιο πρώιμες εκφάνσεις της κρίσης που χτύπησε την Ελλάδα, μιας και η εν λόγω νομοθεσία ψηφίστηκε εν έτει 2007. Φυσικά, δεν πρόκειται να αλλάξει: απώτερος στόχος είναι ο εκάστοτε συμβασιούχος να μην καταφέρει ποτέ να μαζέψει μέσω συμβάσεων τα απαραίτητα για τη μονιμοποίησή του μόρια. Και εις άλλα!

λοιπόν πάρτε αποφάσεις και ανακοινώστε μας το τι θα κάνετε. Δεν μπορεί κάποιοι που δεν έχουν το δικαίωμα που έχουμε εμείς τώρα να το έχουν αργότερα και εμείς όχι!

Αναρτήθηκε από σωματειο αδιοριστων 24 μηνιτων του ΑΣΕΠ στις 8:45 π.μ. (εδώ)

Εμείς ως μέλη του σωματείου 24μηνιτών με ΑΣΕΠ στηρίζουμε των αγώνα του πολύπαθου κλάδου των συναδέλφων μας και δηλώνουμε την αμέριστη υποστήριξή μας. (εδώ)

Υπουργός Εργασίας επί ΝΔ, "κ." Πρ. Παυλόπουλος (από mafie, 16/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη προερχόμενη (προφ) από τις λέξεις "τσούλα" και "άνδρας". Εξίσου -ίσως και περισσότερο- υποτιμητικό από την αντίστοιχη λέξη στο θηλυκό, σημαίνει όμως ακριβώς το ίδιο: ο άνδρας που κάνει σεξ με πολλές γυναίκες, σκοπεύοντας σε άλλου τύπου απολαβές (συνήθως οικονομικής φύσεως) πέραν της καύλας και της σεξουαλικής ικανοποίησης.

Παράδειγμα: -Θυμάσαι που ο Πέτρος με παράτησε γιατί δεν ήθελε σχέση; Ε, τώρα τα έφτιαξε με μια εξηντάρα πάμπλουτη, που τον σπίτωσε. -Τι τσούλανδρος ρε φιλενάδα είν' τούτος; Τζάμπα τα κλάματα που έριξες για πάρτη του.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης

"Αλλά κάνει ο Μωυσής λάθη; Και αν κάνει, πρέπει να το παραδεχθεί στο πόπολο, διακινδυνεύοντας την αυθεντία του;" από εδώ: https://m.tvxs.gr/mo/i/336648/f/news/egrapsan-eipan/o-moysis-mitsotakis-kai-i-sympsifistiki-syggnomi.html

Ο χαρακτηρισμος προέκυψε από τον Θανάση Μαυρίδη, ο οποιος σε άρθρο του στο Liberal τη Δευτέρα 6 Απριλίου, ανεφερε: «Οι Εβραίοι χρειάστηκε να περάσουν την Ερυθρά θάλασσα για να ξεφύγουν από τους Αιγύπτιους. Ο Κυριάκος καλείται ως νέος Μωυσής να βρει λύσεις εκεί που οι άλλοι βρίσκουν αδιέξοδα και να οδηγήσει έτσι έναν τυραννισμένο λαό στην γη της επαγγελίας».

Δυστυχώς για τον Μαυρίδη, ο χαρακτηρισμός χρησιμοποιείται ειρωνικά και με διάθεση σαρκασμού και επουδενί με τον θαυμασμό που ο ίδιος αρχικά τον υιοθέτησε.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην κρητική διάλεκτο, ο πολύ βαθύς ύπνος, αυτό που λέμε «δεν κοιμήθηκα, ναρκώθηκα». Προέρχεται από το ρήμα «δρουβαλιάζω».

Μαλάκα, σήμερα το μεσημέρι έφαγα 4 μπριζόλες χοιρινές, ήπια και 3 λίτρα μπύρα και μετά έριξα έναν δρούβαλο... Τέσσερις ώρες κοιμήθηκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δαγκάνα των υδρόβιων καρκινοειδών οργανισμών (ακα. μαλακόστρακα, απλώς δεν ήμουν σίγουρη για το πως κλίνεται στην γενική πληθυντικού και είπα να το αποφύγω). Και πάλι στην Κρήτη, συγκεκριμένα στην περιοχή της Ιεράπετρας, ενδεχομένως εν γένει του νομού Λασιθίου.

Μπρε Μανούσο, ζάε μια χαρχάλα πού 'σει τούτοσές ο καβρός (ακα. καβούρι)! Άνε σ' αμπώξει καμιά στο πουλί, θα σ' τόνε κόψει απ' τον πάτο!

(από mafie, 18/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου η ανάγκη για αφόδευση είναι τόσο επιτακτική, που μπορείς να παρομοιάσεις την εικόνα των οπισθίων σου με το γνωστό τζανκ φουντ.

Πιο συγκεκριμένα, η κουράδα προεξέχει τόση απόσταση πια από τα κωλομάγουλα, όση και το λουκάνικο από τα ψωμάκια του χοτ- ντογκ.
Η φράση αυτή πρωτοχρησιμοποιήθηκε στην ταινία Rat Race (2001).

- Φίλε, πρέπει να χέσω επειγόντως!
- Δε μπορείς να περιμένεις πέντε λεπτά; Τώρα, φτάνουμε!
- Δε μπορώ άλλο! Μου έχει γίνει χοτ ντογκ!

βλ. και με το σκατό στον κώλο, χελωνάκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γοητρόνια ονομάζονται κάποια σωματίδια, αόρατα στο γυμνό μάτι -ορατά μόνο με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο- τα οποία προκαλούν γοητεία και οδηγούν στην έλξη. Τα γοητρόνια εκπέμπονται συνήθως από άντρες και σπανιότερα από γυναίκες -συνήθως εξαιρετικά δυναμικές, ανεξάρτητες και ελευθεριώδεις, παρ' ολίγον λεσβίες.

Αναλυτικότερα, ο εκπέμπων γοητρόνια δύναται να κατακτήσει οποιαδήποτε γυναίκα θελήσει, απλώς και μόνο γιατί η γοητεία που ασκεί είναι γενετική και χημική και άρα, ανίκητη. Δεν υπάρχει ασπίδα προστασίας από την εκπομπή γοητρονίων, παρά μόνο πια στο στάδιο της συνουσίας -μιλάμε πια για την τελευταία ασπίδα προστασίας, τα προφυλακτικά.

Τιμή και Δόξα στη Χάιντι, τον δημιουργό αυτής της έκφρασης!

- Ρε, πήδηξες την Ελένη; Εκείνη τη θεά με τα δυο μέτρα πόδι και τα τεράστια βυζόμπαλα;
- Εμ! τι να κάνουμε; Εκπέμπω γοητρόνια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλοί άντρες μαζεμένοι σε ένα μέρος. Συνήθως σε εκείνα τα μέρη –μπαρς, καφετέριες, σουβλατζιδογυράδικα–, μόλις μπει γυναίκα ακολουθεί ταυτόχρονη μετατόπιση όλων των αντρικών κεφαλιών κατά 90 μοίρες προς το μέρος της και εξονυχιστικός έλεγχος της νεοαφιχθείσας.

Περιοχές της Ελλάδας που ανθεί η τάση της ψωλαρίας (πρόκειται για πληροφορία που δε θεωρώ ότι είναι απαραίτητη στον ορισμό του λήμματος, αλλά σίγουρα θα ενδιαφέρει πολλές γυναίκες): Χανιά, Ηράκλειο, Κοζάνη, Ξάνθη. (Καλές διακοπές κορίτσια! )

Πω ρε, τι ψωλαρία είν' αυτή; Πάμε να φύγουμε, βιασμένες θα βγούμε απο 'δώ!...

(από mafie, 26/08/11)(από mafie, 04/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified