Άι παράτα μας, χέσε μας.

Έμεινε στην ιστορία μετά από τη γνωστή δικαστική αντιπαράθεση Γιώργου Νταλάρα - Τζίμη Πανούση. Πασίγνωστο σε όλη την χώρα.

- Ελάτε μαζί μου σήμερα, θα είναι γεμάτο γκόμενες το μαγαζί ρε, γκαραντί!
- Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα... κάθε φορά τα ίδια μας λες και όποτε ερχόμαστε το μέρος είναι αρχιδόκαμπος!

Βλ. και δε μας χέζεις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κομψός, ο καλοντυμένος, ο τσίλικος.

Στυλάτο σε βλεπω σήμερα μαλάκα, για γκόμενες πας; Πολύ σένιος!

Σύγκρινε με φρεσκαδούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία και ανασύνταξη του την κάνω, δηλαδή φεύγω, αποχωρώ.

Την-κά-νω -> Τη-γκα-νά

- Πότε θα τελειώσετε με τα ποτά; Πήγε 6 η ώρα άντε, εγώ τηγκανά παιδιά να ξέρετε.

βλ. και τιγκανά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νεαρό, το μικρό γκομενάκι. Συνήθως αναφέρεται σε άτομα μικρότερης ηλικίας.

Ρε σε λέω είχε κάτι πιπίνια στην παραλία, θα σου έφευγε η μαγκιά στα ίσα!

Σχετικά: παστάκι, παστάκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το προσποιητό, το και καλά, το κατα φαντασίαν.

Λέξη τουρκικής προελεύσεως.

Ήρθε χθες και μας τό 'παιζε ντεμέκ άρρωστος, ότι δε μπορεί λέει να έρθει για δουλειά γιατί έχει πυρετό! Ο ρεμπεσκές!

Got a better definition? Add it!

Published

Κυριολεκτικά, τραμπάκουλο: το ογκώδες και αργό ιστιοφόρο.

Μεταφορικά αν πούμε παθαίνω τραμπάκουλο θα πει ότι ταράζομαι, τρώω πακέτο, παθαίνω ζημιά.

Λέξη ιταλικής προελεύσεως από το trabaccolo

- Βγήκατε τελικά με εκείνα μουνιά χθες;
- Δε σε είπανε οι άλλοι τι έγινε ρε; Ήταν κάτι μοσχάρια και οι τρεις, η μία πιο άσχημη απο την άλλη! Πάθαμε μεγάλο τραμπάκουλο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ποτέ δυνατόν; Γίνεται κάτι τέτοιο;

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αδυναμία κάποιου να κάνει κάτι ή γενικότερα πράγματα που δεν είναι δυνατόν να συμβούν.

- Αν μας πιάσει ο Μήτσος την γαμήσαμε μαλάκα, θα φάμε πολύ ξύλο!
- Ποιος ρε, αυτό το λιμό; Κλάνει ο πεθαμένος;

Μετά το 0.40 (από Khan, 29/04/11)

Βλέπε και χέζουν οι αρκούδες στο δάσος;.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ναρκωτικό ecstasy, όταν βρίσκεται σε μορφή σκόνης και όχι χαπιού, συνηθίζεται να καλείται με την επιστημονική του ονομασία, δηλαδή «MDMA» ή, εν συντομία, «MD».

Εξ ου και η ελληνικότατη παράφραση: MDMA -> ΜD -> MDδια (εμντίδια)

Χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό!

- Πώς περάσατε το Σάββατο;
- Άσε, γάμησε... πήγαμε πάλι Fabric!Room 2, είχε Adam Beyer και πλακωθήκαμε στα εμντίδια... ακόμα κλαίω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με τίποτα, σε καμία περίπτωση.

- Θα έρθεις για κάμπινγκ το καλοκαίρι ρε μαλάκα;
- Μέσα στη λάσπη και τη βρώμα; Με την καμία όμως!

Got a better definition? Add it!

Published

Η ηλίθια, η χαζή γκόμενα που είναι συνήθως ντυμένη, και στολισμένη άθλια και έχει μυαλό τυρόπιτα.

- Καλό θέμα αυτή η Νατάσσα;
- Τι καλό ρε! Αυτό το σαχλοκούδουνο δεν ξέρει ούτε να μιλήσει ούτε να ντυθεί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified