Κάποιος που είναι «μικρός» για να κρίνει τους άλλους, που τρυπώνει εκεί που δεν τον σπέρνουν.
Πάλι χώθηκε στην κουβέντα μας! Τι ποντικοκούραδο, Θεέ μου!!!
Κάποιος που είναι «μικρός» για να κρίνει τους άλλους, που τρυπώνει εκεί που δεν τον σπέρνουν.
Πάλι χώθηκε στην κουβέντα μας! Τι ποντικοκούραδο, Θεέ μου!!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που μιλάει όλο για το ίδιο πράγμα και μας σπάει τα νεύρα.
Σταμάτα πια. Μας τα έχεις κάνει τόοοοοοοοοσα, σπαζαρχίδη!!!
Λέξεις με ρήμα για πρώτο συστατικό: αλλαξοκωλιά, γαμο-, γαμογελώ, γαμολεβιές, γαμοπαίδι, γαμοπερίπτωση, γαμοπιλώθω, γαμόπουστας, γαμοσείρι, γαμοσπέρνω, γαμοσταυρίδι, γαμοτζάζ, γαμόφλαρος, γαμοχέρουλα, γλειφομούνι, γλειφοκώλι, γλειφοπούτσι, ζαλαρχίδης, κλασομούνι, κλαψομούνης, κοψοχρονιά, λαχταροψώλα, μαδομούνι, σπαζαρχίδης / σπασαρχίδης, σπασικαύλιος, σπασοκλαμπάνιας, τρεχέδειπνος
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified