Η έξοδος ενός άντρα ή μιας παρέας αντρών, με σκοπό το καμάκι. Στην προκειμένη περίπτωση, το θήραμα θεωρείται η γυναίκα, γι' αυτό και ο όρος χρησιμοποιείται μεταφορικά. Συνήθως η λέξη δένει μέσα σε φράση, όπως «βγαίνω για κυνήγι», «πάω για κυνήγι» κ.ο.κ.

- Ρε πούστη μου φάγαμε άκυρο από την Εύα. Δεν μπορούν οι φίλες της λέει. Οπότε χάλασε το σκηνικό.
- Λες να βγούμε μόνοι μας για κυνήγι;
- Ψήνομαι. Πάμε Γλυφάδα;
- Μπα, τρελός είσαι; Εκεί είναι τίγκα στα cocktease. Πάμε Γκάζι καλύτερα.

(από HardcoreGR, 20/09/11)(από GATZMAN, 21/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθε γκόμενα η οποία προσποιείται ότι σε γουστάρει, αλλά κατά βάθος αρκείται στο να σε ανάψει και να μην προχωρήσει καθόλου σεξουαλικά.

Προκύπτει από τον συνδυασμό των αγγλικών λέξεων cock (πέος) και tease (πείραγμα). Βλ. (εδώ).

- Βρε μαλάκα, η Εύα σε γουστάρει; Άκουγα πριν στην καφετέρια που σου μίλαγε πρόστυχα.
- Όχι ρε παπάρα, cock tease είναι.
- Δηλαδή;
- Ε τις ίδιες παπαριές μου λέει επί ένα μήνα. Ότι θέλει να την βάλω κάτω, να την γλείψω και κάτι άλλες αρκούδες. Η γκόμενα πολύ απλά παίζει. Όποτε την παίρνω τηλέφωνο ή στέλνω SMS ποτέ δεν απαντά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθε είδους γυναίκα που ψάχνεται διαρκώς για να πηδηχτεί. Είναι το συνώνυμο του πουτσόδουλη, αλλά στον υπερθετικό βαθμό.

  1. - Ρε Κώστα, είδες τι έγινε πριν με την αδερφή της δικιάς σου;
    - Τι παίχτηκε;
    - Δε προλαβαίνω να της πιάσω την κουβέντα και σε 5 λεπτά μέσα μου δίνει το κινητό της και μου λέει να βγούμε αύριο για ποτό.
    - Ε ναι ρε μαλάκα. Αφού είναι πουτσοπαρακαλιάρα η γκόμενα. Πού να δεις το καλοκαίρι πώς την έπεφτε στο Σπύρο.

  2. - Χθες με πήρε τηλέφωνο η Γιώτα και ήρθε σπίτι μου.
    - Η Γιώτα; Τι κάνει αυτή ρε; Χώρισε και σε θυμήθηκε;
    - Όχι! Τα έχει με τον ΕΠΟΠ 3 χρόνια, γαμιέται με έναν άλλο πιτσιρικά, ε και ήθελε να την γαμήσω κι εγώ... καθ' ότι ο πρώτος της... ξέρεις.
    - Τι να πω ρε μαλάκα. Πουτσοπαρακαλιάρα τελείως δηλαδή.

(από HardcoreGR, 19/09/11)(από HardcoreGR, 19/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκέντρωση πολλών άσχημων γυναικών (μπάζων) στο ίδιο σημείο. Είναι το ακριβώς αντίθετο του μουνοθύελλα.

- Πήγα χθες στο opening του Boutique στην Αθήνα.
- Και; Είχε καλά κομμάτια;
- Γάμα τα φίλε. Μπαζοθύελλα τρελή. Ούτε 1 στις 10 δεν άξιζε.

(από HardcoreGR, 19/09/11)(από HardcoreGR, 19/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει τέτοια ουρά από γκόμενες, ώστε και σε περίπτωση που χωρίσει με κάποια, δεν ξεμένει ποτέ (σ.ς. βάζει κάποια άλλη που την έχει αναπληρωματική).

- Τι έγινε ρε φίλε; Έφυγε η Μαρίνα και την είδα να κοπανάει την πόρτα πίσω της. Τελικά χωρίσατε όπως μου έλεγες;
- Ναι ρε φίλε, δεν τράβαγε.
- Και τώρα τι θα κάνεις;
- Χαλαρά. Κανόνισα ήδη ποτάκι με την Δήμητρα. Αφού με ξέρεις ρε, έχω πάγκο. Ποτέ δεν ξεμένω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά σημαίνει μαλακίζομαι (εκ του Πατρινού επιθέτου μινάρας που σημαίνει μαλάκας).
Χρησιμοποιείται όμως κατά κύριο λόγο μεταφορικά προς όσους ξεστομίζουν ή κάνουν μαλακίες. Το λέμε επίσης και σε όσους το έχουν κάψει τελείως.

- Αύριο θα βγούμε με την Εύα για καφέ. Πάω να ψήσω κατάσταση.
- Ρε φίλε μινάρεις; Αυτή είναι 15 χρονών!

- Να σε παίξω μερικά ματσάκια Pro στο PS3;
- Καλά, μινάρεις; Σάββατο βράδυ και θα κάτσουμε μέσα;

(από HardcoreGR, 31/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται για τους καμένους, δηλαδή όσους έχουν «κάψει» εγκεφαλικά κύτταρα με μία ενασχόληση σε τόσο υπερβολικό βαθμό ώστε να μην τους νοιάζει τίποτα άλλο.

  1. - Καλά το έχεις κάψει τελείως; Πόσες ώρες παίζεις WoW;
    - Έκλεισα ήδη 24ωρο.

  2. - Έπαθες ρήξη χιαστών σε 5x5; Πώς τα κατάφερες;
    - Άσε, το έχω κάψει. Έπαιξα σε τρεις αγώνες σερί.

(από HardcoreGR, 31/08/11)(από HardcoreGR, 31/08/11)

Δες και σχήμα γνωστού αγνώστου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν με νοιάζει απολύτως τίποτα, δεν δίνω καμία σημασία σε ότι κι αν συμβαίνει.

- Έλα Μήτσο, που είσαι; Έγινε χαμός! Είδαμε την Ντίνα χθες στην πλατεία με έναν τύπο να φασώνονται.
- Δε μου καίγεται καρφί ρε μαλάκα. Έχουμε χωρίσει εδώ και 10 μέρες. Αφού με έπιασε στα πράσα με βιζιτού.

- Τι έγινε ρε παπάρα; Σε απολύσανε και από την Ναυτιλιακή;
- Ναι μωρέ. Στα παπάκια μου. Αφού σε ένα μήνα φεύγω για Αγγλία ούτως ή άλλως.

(από HardcoreGR, 31/08/11)(από Khan, 01/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της φράσης τον πούλο ή μπουλελέ ή πουλελέ (δηλαδή παίρνουμε τον πούλο). Η λέξη αντιστρέφεται εσκεμμένα ώστε να μην γίνει εύκολα αντιληπτή από τους παρευρισκόμενους, ιδίως όταν είναι του αντίθετου φύλου.

  1. - Πώς τα βλέπεις ρε Μήτσο; Να κάτσουμε λίγο ακόμα ή έχεις δουλειά;
    - Βασικά... λελεπού.

  2. - Ωχ, έρχεται ο διοικητής. Έχεις στρώσει το κρεβάτι;
    - Όχι, λελεπού απ' το παράθυρο.

(από HardcoreGR, 21/08/11)(από HardcoreGR, 21/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την επιθυμία του άντρα για εκσπερμάτωση, όταν από την αγαμισιά κοντεύει να εκραγεί ο λούτσος του. Σε ιδανική μετάφραση, ο ορισμός αναφέρεται στο «Να φύγουν τα πολλά φλόκια», ώστε κατ' επέκταση να αδειάσει η κύστη.

- Τελικά το έκανες με την Καίτη ρε παπάρα;
- Ναι, ήρθε χθες σπίτι μου.
- Μα αυτή είναι μπάζο ρε μαλάκα.
- Ένα χρόνο με το πουλί στο χέρι είμαι ρε, δεν την πάλευα άλλο. Έτσι το 'κανα, για να φύγουν τα πολλά.

(από HardcoreGR, 07/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified