Ανύπαρκτοι τύποι που δανείζουν φράγκα που δεν έχουν, ενίοτε και φράγκα που δεν υπάρχουν και μετά μας πρήζουν τις ορχιδέες. Ως ατάκα μας την κοπανάνε κάθε βράδυ οι γνωστοί ανύπαρκτοι ανθυπάνθρωποι πρετεντέρηδες και λοιποί καρυοθραύστες. Ακόμα κάθομαι και συλλογίζομαι κάθε πρωί στη χέστρα, όλα αυτά τα λογιστικά έστω κέρδη πού στο διάλο δηλώνουν έδρα, την στιγμή που όλα τα κράτη μέχρι και τα νησιά gayman και τα τζιτζιfiji έχουν συνολικό εξωτερικό (όχι δημόσιο) χρέος.

- Γιατί δεν έχεις όρεξη ρε μαλάκα να βγούμε;
- Άσε, με πιέζουν οι αγορές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει άγνωστο προορισμό. Σαν να λέμε πάμε κι όπου μας βγάλει. Χρήση αυστηρά από μάγκες, κατά την οδήγηση με συνοδεία καψουροτράγουδων. Πιθανή προέλευση από σκηνικό ξημερώματος μετά από ατελείωτο μπουζούκι all night long. Κατατοπιστικό το από κάτω βίδεο.

ρε δες το βίδεο λέμε.

(από daisy_mantroskylos, 30/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που συντάσσεται με ειρωνικό τόνο, και συνδυάζεται με εκφράσεις του στυλ:

- Καταπληκτικό παιδί, να τον καλέσεις στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου.
ή - Καταπληκτικό παιδί, να τον στείλεις στο φούρνο να σου πάρει ψωμί

και τα σχετικά.

(αν έχετε κι άλλα σχετικά παραδείγματα, προσθέστε)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτικά για το «την πουλεύω».

- Έλα να τον ιππεύσουμε σίγα σιγά, γιατί πέρασε η ώρα.
- Ρε καθίσετε μέχρι να φύγετε...

στο 0.58 λεει να την πουλέψω εν ετει 1981, μαλλον πιο παλια η εκφραση απ οσο νομιζουμε (από daisy_mantroskylos, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του λιποζάν. Τα λεπτεπίλεπτα αλλά καλλίγραμμα τσιμπουκοχειλάκια, ενίοτε συνδυαζόμενα και λιγουλάκι λιπγκλοςς.

ΠΡΟΣΟΧΗ: ΟΧΙ ΟΙ ΤΣΙΜΠΟΥΚΟΧΕΙΛΑΡΕΣ (αυτό είναι άλλο).

- Είδες φωτό κολέτσα πώς ήτανε παλιά;
- Τι να δω ρε φίλε, αφού έιναι όλο φτιαγμένο στο χέρι. Κώλος, βυζί, χειλάκι για πιποζάν και τα ρέστα.

(από stratos98, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μασαμπούκα. Φρεσκότατη σλανγκ, σπαρταράει.

Να κάνουμε στάση Κάββουρα για καμιά απεργία πείνας;

(από xalikoutis, 10/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σα να λέμε «λείπει ο Μάρτης από τη σαρακοστή». Εξυπακούεται ότι το πάνελ δεν είναι φωτοβολταϊκό αλλά μεσημεριανάδικου.

- Φέτα δεν έχει η σαλάτα ρε;
- Όχι!
- Μα γίνεται πάνελ χωρίς πούστη;;

Παρακμή μαύρη, αλλά αυτό μου ήρθε ως παράδειγμα. (από Khan, 11/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Kατά το «ήμουν κι εγώ στο κότερο». Σλανγκ νεογέννητη, σπαρταράει.

Ρε παιδιά μόνο ο Τσακ Νόρις δεν κάλυπτε τον Κατσουράνη.

(από Khan, 21/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κωλοχαράδρα.

Πω πω μια μεσοτοιχία!

(από Vrastaman, 04/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι ανάμεσα στο πούτσα και καράτε και στο κερατάς και δαρμένος.

Όπως και νά 'χει, μιλάμε για πούτσα με το μέτρο.

  1. Πήγε να ζητήσει τα ρέστα ο αλεξάκης στον μαλάκα με το παπί που τον έκλεισε και του 'σπασε τον καθρέφτη και και έφαγε και μπουνίδι. Και γκολ και ξύλο δηλαδή.

  2. Έγινε ο τελικός στη αλεπότρυπα χτες και έγινε μύθος. 3 μπαλάκια με το καλημέρα και ατελείωτο ντου στην κερκίδα με πτυσσόμενο και λουκέτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified